Τρίτη 24 Μαΐου 2011

Το Θέατρο ισχυρό «όπλο» του λαού και του αγώνα



Απελευθέρωση: Οι ηθοποιοί στην πρώτη γραμμή. Διακρίνονται η Καίτη Ντιριντάουα, η Αννα Λώρη και ο Σπ. Πατρίκιος, πρόεδρος τότε του ΣΕΗ

«... και η τέχνη, σ' αυτούς τους δύσκολους καιρούς των αποφάσεων, πρέπει να αποφασίσει...» (Μπρεχτ)

Και αποφάσισε... Στη διάρκεια κρίσιμων ιστορικών περιόδων, το θέατρο, διαθέτοντας το ισχυρό όπλο της άμεσης συναισθηματικής επίδρασης, αλλά και μετάδοσης μηνυμάτων, χρησίμευσε σαν μέσο επηρεασμού και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης. Είναι μιά σημαντική πλευρά της επίδρασης στην Τέχνη του λαϊκού κινηματος που αναπτύσσονταν απο την πρωτοπόρα δράση του ΚΚΕ.

Το ρόλο αυτό ανέλαβε το ελληνικό θέατρο σε οριακές για τη χώρα μας στιγμές, με πρωταγωνιστές τις περισσότερες φορές κομμουνιστές, ΕΑΜίτες και ΕΠΟΝίτες δημιουργούς.

Γενικά, στην περίοδο του ελληνοϊταλικού πολέμου, το θέατρο είχε ταχθεί στην υπηρεσία του εθνικού σκοπού, κυρίως με επιθεωρήσεις, που δημιουργούσαν μια πλούσια νότα συγκίνησης, που μετατρεπόταν σε εθνικές λαϊκές συγκεντρώσεις. Οι Ελληνες ηθοποιοί -πολλοί περισσότεροι από όσους ένα δημοσιογραφικό κείμενο δύναται να καταγράψει - ανταποκρίθηκαν με σθένος στους πολλαπλούς ρόλους που κλήθηκαν να υπηρετήσουν, είτε σαν μαχητές, είτε προσφέροντας τη δημιουργική πνοή της τέχνης τους, δημιουργώντας δύο νέες μορφές πολιτικού θεάτρου - το «Θέατρο του βουνού» και το «Θέατρο της εξορίας» - αποδεικνύοντας τις ιερές βάσεις που δένουν άρρηκτα το θέατρο με τη ζωή και την ιστορία.

Το «θέατρο του βουνού»

Οι άνθρωποι του θεάτρου αντιμετωπίζουν με σθένος τον κατακτητή. Εκτός από τη βοήθεια που προσφέρουν με την τέχνη τους, θέτουν και την ίδια τους τη ζωή στην υπηρεσία του αγώνα, επιλέγοντας την οργανωμένη πάλη. Πολλοί εντάσσονται στο ΕΑΜ. Τυπώνουν προκηρύξεις με αυτοσχέδιο πολυγράφο στα καμαρίνια του ΡΕΞ και εφοδιάζουν όλα τα θέατρα, μοιράζοντας σε σπίτια και στους δρόμους. Και οι ηθοποιοί, όπως όλοι οι αγωνιστές, δεν αποφεύγουν τις συνέπειες. Συλλαμβάνονται και οδηγούνται στη φυλακή ή σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Στην κατοχική περίοδο σημαντική δράση αναπτύσσει και ο θεατρικός συγγραφέας Βασίλης Ρώτας, ο οποίος γνωρίζοντας καλά τη δύναμη της δραματικής τέχνης αποφασίζει να δημιουργήσει «πολεμικό θίασο». Στη συνέχεια ζητάει από το κράτος την άδεια να πάει στο μέτωπο και να δίνει παραστάσεις, αλλά απορρίπτεται.

Είναι η εποχή που εφαρμόζονται αυστηρότατα μέτρα εναντίον του θεάτρου και η λογοκρισία κυριαρχεί. Στη γενική διεύθυνση Τύπου και Ραδιοφωνίας λειτουργεί από τη μεταξική δικτατορία η διεύθυνση Λαϊκής Διαφωτίσεως, μέσα στην οποία λειτουργεί και επιτροπή ελέγχου θεατρικών έργων, με μέλη -στην πλειονότητά τους- αξιωματικούς της Αστυνομίας. Το 1943 γίνεται αυστηρότερη και σε περίπτωση παραβάσεων επιβάλλονται ποινές με χρηματικά πρόστιμα, διάλυση του θιάσου και σύλληψη των ηθοποιών.

Απελευθέρωση: Οι ηθοποιοί στην πρώτη γραμμή. Διακρίνονται η Καίτη Ντιριντάουα, η Αννα Λώρη και ο Σπ. Πατρίκιος, πρόεδρος τότε του ΣΕΗ
Ο Βασίλης Ρώτας, μαζί με πολλούς αξιόλογους ανθρώπους της τέχνης συνεχίζουν τη δράση τους, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες στον αντιστασιακό αγώνα. Το 1942 ιδρύει το «Θεατρικό Σπουδαστήριο» όπου διδάσκουν μεγάλες μορφές του θεάτρου, αλλά και της Αντίστασης, όπως οι Αυγέρης, Σιδέρης, Τσαρούχης, Σαραντίδης, Φωκάς κ.ά. Το 1943 αριθμεί πάνω από 500 μαθητές. Ανήκει στην ΕΠΟΝ Αθήνας και με δικές της προσπάθειες δίνει παραστάσεις, άλλες δωρεάν σε σχολεία και άλλες σε θέατρα, με εισιτήριο για το ταμείο του αγώνα.

Την ίδια εποχή στην ελληνική επαρχία αναπτύσσεται ένα νέο είδος θεάτρου, που υπηρετεί τους σκοπούς του αντιστασιακού αγώνα. Το «Θέατρο του βουνού». Το καλοκαίρι του 1944 ο Βασίλης Ρώτας μεταφέρει το πνεύμα θεάτρου στα βουνά. Με υπόδειξη της ΠΕΕΑ ιδρύει το «Θεατρικό όμιλο της ΕΠΟΝ Θεσσαλίας», ανταποκρινόμενος στο επίμονο αίτημα των αγωνιστών για θέατρο. Το θίασο αποτελούν επαγγελματίες ηθοποιοί, αλλά και ερασιτέχνες από τους αντάρτες. Μεταξύ αυτών ο συγγραφέας Γεράσιμος Σταύρου, ο ηθοποιός Γιώργος Δήμας, οι Βάσης και Αννα Ξένου, Νικηφόρος Ρώτας, Αλ. Ξένος. Την ίδια περίοδο δρα στα βουνά της Ηπείρου ένας ακόμη σημαντικός θίασος που συγκρότησε το συμβούλιο της ΕΠΟΝ Νομού Αρτας, με επικεφαλής τον ποιητή και φιλόλογο Γ. Κοτζιούλα, και με την υποστήριξη της VIII Μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Ο θίασος έγινε γνωστός ως «Λαϊκή Σκηνή». Εκτός όμως από τους επώνυμους θιάσους αξιόλογη δραστηριότητα αναπτύσσουν και οι ερασιτεχνικοί θίασοι που λειτουργούν στα μορφωτικά τμήματα της ΕΠΟΝ σε όλη την Ελλάδα. Μια ακόμη σελίδα στην ιστορία του θεάτρου στην περίοδο της Αντίστασης είναι και οι παραστάσεις κουκλοθεάτρου, με επικεφαλής τον Γ. Ακίλογλου.
«Θέατρο της εξορίας» και του λαού

Στις 12 Οκτώβρη 1944 οι Γερμανοί φεύγουν από τη χώρα μας, αλλά δε σταματούν τα δεινά. Αρχίζει η δοκιμασία του εμφυλίου. Ο Β. Ρώτας συνεχίζοντας τη δραστηριότητά του ως υπεύθυνος του Πολιτιστικού Τμήματος του ΕΑΜ, αναλαμβάνει να διαφωτίσει το λαό, τονίζοντας την αναγκαιότητα συσπείρωσης γύρω από το ΕΑΜ. Συνεπής μάλιστα στις διακηρύξεις του ολοκληρώνει το θεατρικό του έργο «Τα ελληνικά νειάτα», που στηρίζεται στην αληθινή ιστορία ενός αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, του ΕΠΟΝίτη Κ. Σύρμπα.

Από το 1946 μέχρι το 1948 λειτουργεί πάλι στην Αθήνα το «Θεατρικό Σπουδαστήριο» με καθηγητές τους Κατράκη, Γιαννίδη, Κατσέλη, Καραντινό, Σιδέρη κ.ά. Ενώ, αμέσως μετά την απελευθέρωση, ομάδα ηθοποιών, με επικεφαλής τον Σεβαστίκογλου, συγκροτεί τον ΕΑΜικό θίασο του «Λαϊκού θεάτρου». Μέλη του θιάσου ήταν οι Αλέκα Παΐζη, Ασπασία Παπαθανασίου, Αλέξης Δαμιανός, Τάσος Ζαχαρίας κ.ά. Το πρώτο και τελευταίο έργο ήταν το «1941-1944» του Λυδάκη, εμπνευσμένο επίσης από τα γεγονότα της Εθνικής Αντίστασης. Το θέατρο κλείνει βίαια και διαλύεται ο θίασος με την έναρξη των «Δεκεμβριανών».

Την προσπάθεια του «Λαϊκού θεάτρου» συνεχίζει το «Θέατρο του Λαού της Αθήνας» που ιδρύεται μετά το Δεκέμβρη του 1944, πάντα στο πλαίσιο του διαφωτιστικού έργου του ΕΑΜ. Κλιμάκια περιοδεύουν στην Κοζάνη, στο Βόλο και τη Λάρισα. Στην Κοζάνη ο θίασος παρουσιάζει το μονόπρακτο του Γιάννη Ρίτσου «Η Αθήνα στα άρματα», την «Ελληνική εποποιία» και την επιθεώρηση «Αθήνα - Κοζάνη» (δραματικά μονόπρακτα του Ασημάκη Γιαλαμά) και την «Αίτηση σε γάμο» του Τσέχοφ.

Ο Θίασος του «Λαϊκού Θεάτρου» με επικεφαλής τον Γ. Σεβαστίκογλου. Διακρίνονται οι: Αλέκα Παΐζη, Λούλα Ιωαννίδου, Ασπασία Παπαθανασίου, Τίτος Βανδής, Γιώργος Σεβαστίκογλου και Αλέξης Δαμιανός
Τη μεταπολεμική πορεία του «Λαϊκού Θεάτρου» συνεχίζει ο θίασος των «Ενωμένων καλλιτεχνών» (1945-1946), με δύο κλιμάκια. Στο ένα με σκηνοθέτη τον Γιαννούλη Σαραντίδη συμμετέχουν οι ηθοποιοί Αιμίλιος Βεάκης, Αντώνης Γιαννίδης, Μιράντα Μυράτ, Γιώργος Γληνός, Θόδωρος Μορίδης, κ.ά. Στο άλλο κλιμάκιο συμμετέχουν οι Αλέκα Παΐζη, Ασπασία Παπαθανασίου, Αλέξης Δαμιανός, Τίτος Βανδής, Λυκούργος Καλλέργης, Δήμος Σταρένιος, Νάσος Κεδράκας κ.ά., με σκηνοθέτη πάντα τον Γιώργο Σεβαστίκογλου.

Το ρεπερτόριο των θιάσων ανταποκρίνεται στον πρωτοποριακό τους χαρακτήρα. To πρώτο κλιμάκιο ξεκινάει με τον «Ιούλιο Καίσαρα» του Σαίξπηρ, ενώ το δεύτερο κλιμάκιο με το «Μακρυνό δρόμο» του Αρμπούζοφ και συνέχισε με την «Καινούργια πολιτεία» του Πρίσλεϊ και «Θάψτε τους νεκρούς» του Σόου. Το πρώτο κλιμάκιο παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα τους «Εχθρούς» του Γκόρκι και κάποια άλλα έργα Σοβιετικών συγγραφέων, με θέμα την αντίσταση κατά των Γερμανών. Παρουσιάζει επίσης τους «Αδελφούς Καραμάζοφ» του Ντοστογιέφσκι.
Διωγμοί και επιθέσεις

Στην εναρκτήρια παράσταση του «Ιούλιου Καίσαρα» που ερμήνευε ο Αιμίλιος Βεάκης, επιχειρείται τρομοκρατική ενέργεια παρακρατικών, όπως και στο θερινό Εθνικό Θέατρο που παιζόταν ο «Εμπορος της Βενετίας» με τον Τζαβαλά Καρούσο και σε ένα θέατρο που παιζόταν επιθεώρηση. Στα επεισόδια τραυματίζονται οι Αιμίλιος Βεάκης, Αντώνης Γιαννίδης, Σπύρος Πατρίκιος, Σταύρος Ιατρίδης και Καίτη Ντιριντάουα. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι του πνευματικού κόσμου καταδικάζουν τις τρομοκρατικές αυτές ενέργειες και δημοσιεύουν διαμαρτυρία, την οποία υπογράφουν μεταξύ άλλων οι: Σικελιανός, Καζαντζάκης, Πολίτης, Αυγέρης, Ρίτσος κ.ά.

Χαρακτηριστικές είναι οι επιθέσεις εναντίον Σικελιανού και Καζαντζάκη για προοδευτικά και αγωνιστικά έργα τους από δεξιές εφημερίδες: «χυδαιότατον εαμίτην» χαρακτηρίζουν τον Αγγελο Σικελιανό και τη «Σίβυλλάν του», για «εμετικόν Καποδίστρια» του «ακόμη εμετικώτερου Καζαντζάκη», για έργο «εαμοκομμουνιστικής προπαγάνδας». Για «φλύαρο και αντεθνικόν κατασκεύασμα του ποτάστρου του εαμοκομμουνισμού συναγωνιστή Σικελιανού».

Οι διωγμοί εντείνονται τα επόμενα χρόνια (1947-1950) και σημαντικοί εργάτες του πνεύματος μεταξύ των οποίων και πολλοί ηθοποιοί γεμίζουν τα ξερονήσια. Στους τόπους της εξορίας γράφεται άλλο ένα σημαντικό κεφάλαιο του ελληνικού θεάτρου, καθώς οι άνθρωποι του πνεύματος, παρά τις αντίξοες συνθήκες διαβίωσης, δε χάνουν την πίστη τους στις ιδέες τους αλλά και στην τέχνη τους. Ανεβαίνουν σημαντικά έργα. Χάρη στη δημιουργική τους φαντασία δεν έλειψαν ούτε τα σκηνικά ούτε τα κοστούμια (Χρ. Δαγκλής). Ακόμη και περούκες αριστοτεχνικά φτιαγμένες διέθεταν (από μαλλί προβάτων).

Στην ίδια εμφυλιακή περίοδο σημαντική είναι και η δραστηριότητα του Αντώνη Γιαννίδη, ο οποίος με ερασιτεχνικό θίασο (Ραβάνης - Ρεντής, Γκολφίνος, Πάρνης κ.ά.) περιοδεύουν στις Λαϊκές Δημοκρατίες της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Το 1949 ο Αντώνης Γιαννίδης καταφεύγει στη Σοβιετική Ενωση και μαζί με τον Γιώργο Σεβαστίκογλου δημιουργούν στην Τασκένδη θίασο «Πολιτικών προσφύγων».

Τέλος αξίζει να θυμίσουμε ότι ο Γιάννης Ρίτσος έχει γράψει τρία σημαντικά έργα που ανήκουν λόγω περιεχομένου στο «θέατρο της εξορίας»: «Το τμήμα Μεταγωγών», «Οι άνθρωποι που μοιάζουν με τα δέντρα» και «Εφτά άνθρωποι σ' ένα αντίσκηνο». Είκοσι χρόνια αργότερα ο ποιητής, κρατούμενος από τη χούντα σε «κατ' οίκον περιορισμό», τα καίει στο Καρλόβασι της Σάμου.

Πηγές: Λεύκωμα «1917-1997 80 χρόνια Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών» - Βαρβάρας Γεωργοπούλου, Τίτου Βανδή «Κουβέντα με τους φίλους μου», «Τζαβαλάς Καρούσος» Δ. Καρούσου, «Ο αγώνας στα ελληνικά βουνά» Β. Ρώτα, «Θέατρο» Κώστα Νίτσου, κείμενα Ολ. Παπαδούκα, Δ. Ραβάνη. κ.ά.

Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ

1 σχόλιο: