Σάββατο 30 Ιουλίου 2011

αντάρτικα του Μοριά- της Καστανίτσας οι ξανθές.wmv

Τρομοκρατία χωρίς όρια

Μετά την τακτική ήττα του κυβερνητικού στρατού στο Βίτσι και μπροστά στον κίνδυνο αντιστροφής της κατάστασης σε βάρος του, το στρατόπεδο της αντίδρασης προχώρησε σε μια σειρά μέτρα αναδιοργάνωσης και αναδιάταξης των δυνάμεών του. Κύριο στοιχείο αυτής της αναδιάταξης - αναδιοργάνωσης ήταν η ένταση της τρομοκρατίας, τόσο μέσα στις τάξεις των κυβερνητικών στρατιωτικών δυνάμεων όσο και στις τάξεις του πληθυσμού της χώρας. Ηδη έχουμε αναφέρει ότι για την ανόρθωση του ηθικού του στρατού οργανώθηκαν έκτακτα στρατοδικεία και πραγματοποιήθηκαν εκτελέσεις φαντάρων, υπαξιωματικών και αξιωματικών. Ακόμη εφαρμόστηκε σε μεγάλη έκταση το μέτρο της δίωξης των στρατιωτικών από την ενεργό δράση, επειδή θεωρήθηκαν υπεύθυνοι των αποτυχιών, του ξηλώματός τους από τις θέσεις που κατείχαν ή της μετάθεσής τους σε άλλες μονάδες απ' αυτές που διοικούσαν. Στη σφαίρα των μέτρων της στρατιωτικής ανασυγκρότησης - αναδιάταξης εντάσσεται και η ανάδειξη του Α. Παπάγου στη θέση του αρχιστρατήγου, με δικτατορικές ουσιαστικά εξουσίες. Ο Παπάγος ανέλαβε αυτά τα καθήκοντα στις 19/1/1949 και όπως γράφει ο στρατηγός Θ. Πετζόπουλος "ουδέποτε εις το παρελθόν Ελλην στρατιωτικός ηγέτης ή άλλος οιασδήποτε χώρας Δημοκρατικής έλαβε τοιούτα δικαιώματα" (Θ. Πετζόπουλος: "1941 - 1950 Τραγική Πορεία", σελ. 212). Με την ανάληψη των καθηκόντων του ο Παπάγος προώθησε στην ανώτατη στρατιωτική ηγεσία έμπιστούς του και φυσικά έμπιστους της Αμερικανικής Στρατιωτικής Αποστολής.

Στις πόλεις και στην ύπαιθρο της χώρας η αντίδραση εξαπόλυσε κύμα τρομοκρατίας. Οι μαζικές συλλήψεις έδιναν κι έπαιρναν, εφαρμόστηκαν βασανιστήρια, επιταχύνθηκε η διαδικασία εκτέλεσης δεσμωτών αγωνιστών, απαγορεύτηκε η φιλοξενία προσώπων στα σπίτια χωρίς προηγουμένως να έχει λάβει γνώση η Ασφάλεια. Σε περίπτωση δε παραβάσεων τόσο ο φιλοξενούμενος όσο και ο οικοδεσπότης αντιμετώπιζαν, το ελάχιστο, κίνδυνο φυλάκισης. Στόχος αυτού του τρομοκρατικού οργίου ήταν η πλήρη εκκαθάριση των μετόπισθεν του κυβερνητικού στρατού, ώστε να μην υπάρχει η παραμικρή δυνατότητα ενίσχυσης του ΔΣΕ, είτε με μαζικούς αγώνες - έστω και μικρούς - είτε με την έξοδο λαϊκών αγωνιστών στο βουνό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι σήμαινε αυτή η τρομοκρατία είναι τα όσα συνέβησαν στην Πελοπόννησο το Δεκέμβρη του 1948 μέχρι τέλη Γενάρη του '49.



Εκστρατεία συκοφάντησης και φανατισμού

Μια μικρή εικόνα του κλίματος των διώξεων και του αντικομμουνιστικού μένους, όπως εκφράστηκε στον Τύπο της εποχής

"Οταν ο κλέφτης, ο βιαστής, ο κακοποιός πεταχθεί έξω και κλείσει η πόρτα, μαζεύεται η οικογένεια ακόμη λαχανιασμένη από την πάλην μέσα εις το αναστατωμένον δωμάτιον και συζητεί διά το πώς έγινε το κακό, το ποιος φταίει, το πώς θα προφυλαχθεί εις το μέλλον και πώς θα επισκευάση τας ζημίας. Τώρα που έκλεισε η πόρτα του Γράμμου και εντός ολίγου θα ασφαλισθεί από όλες τις πλευρές το σπίτι, η ελληνική οικογένεια χωρίς κλέφτες και βιαστάς θα συγκεντρωθεί και θα συζητήσει πώς έγινε το κακό, ποιος φταίει και ποιος θα προφυλαχθεί...". Με αυτά τα λόγια, σχολίαζε από τις στήλες της εφημερίδας "Καθημερινή" στις 2 Σεπτέμβρη του 1948, ο Κ. Τσάτσος, την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, αποκαλώντας "κλέφτες και βιαστάς" τους μαχητές του ΔΣΕ. Τις επόμενες μέρες ακολουθούν πρωτοσέλιδα άρθρα "γνώμης" διπλωματικών ακολούθων της αμερικάνικης και βρετανικής πρεσβείας σχετικά με τη διεθνή κατάσταση, το "ρωσικό επεκτατισμό" και τη "συμβουλή" να μην εμπλακεί άλλο η Ελλάδα σε αυτήν την κατάσταση, ξεκαθαρίζοντας την εσωτερική της κατάσταση. Χαρακτηριστικά προοίμια του αντικομμουνιστικού μένους και της έντασης των διώξεων, που επακολούθησε τους επόμενους μήνες, μετά τον Γράμμο...

Αρθρογραφία συκοφάντησης και τρομοκρατίας

Η "Καθημερινή", βέβαια, έχει πάρει, από την πρώτη στιγμή, ξεκάθαρη εμπρηστική και αντικομμουνιστική θέση. Στις 30 Απρίλη 1946, ο διευθυντής και αρθρογράφος της εφημερίδας Γ. Α. Β. (Γεώργιος Βλάχος) έγραφε: "Η κυβέρνησις του Λαϊκού Κόμματος πολιτεύεται απέναντι του Κομμουνισμού, όπως περίπου επολιτεύθησαν αι προ αυτής μεταπολεμικαί Κυβερνήσεις. Κατά τούτο σφάλλει σπουδαίως (...). Η Κυβέρνησις η σημερινή μίαν μόνην μεγίστην και πανελλήνιον έλαβε εντολήν: Να κτυπήση κατακέφαλα τον Κομμουνισμόν. Με ό,τι μπορεί, όπως μπορεί (...). Εχει όλα τα μέσα διά να κτυπήσει αλύπητα τον κομμουνισμόν ως κακήν, ύποπτον, και επαναστατικήν οργάνωσιν, από ξένους κυβερνωμένην, αντεθνικήν (...). Μέγα λάθος είναι να νομίζωμεν ότι οι διευθύνοντες τον κομμουνισμόν (...) είναι Ελληνες (...) και ότι άμα τους φερθώμεν καλά δε θα μας κόψουν τον σβέρκον (...). Και χθες:... Χθες εδόθη η άδεια να εορτασθή με προκηρύξεις πάλιν και συγκεντρώσεις και λαοκρατικά τραγούδια και ίσως με αίμα η κομμουνιστική των Πρωτομαγιά (...). Δεν πάμε καλά, διότι δεν έχομεν εννοήσει ότι ο Κομμουνισμός είναι ένα είδος τέρατος με σώμα και κεφαλή και ότι θέλει κτύπημα εις την κεφαλήν και εις το σώμα του θεραπείαν. Δασκάλους, σχολεία και εθνικούς οδηγούς για τα παραπλανημένα παιδιά, δουλειά και ψωμιά για τους εργάτες, ζώα, σπόρους και άροτρα για την αγροτιά και εντάλματα συλλήψεως (...) διά την Ηγεσίαν...".

Ο ίδιος, στις 4 Γενάρη του 1948, παρατηρούσε και... συμβούλευε: "... Για να κερδίσει τον πόλεμον αυτόν (το Κράτος) πρέπει ήσυχα ήσυχα να εκκαθαρίση το εσωτερικόν, τα μετόπισθεν του στρατού μας, από το πλήθος των ανθρώπων, που είτε από συμφέρον, είτε από αμάθειαν, είτε από φανατισμόν, είτε από βλακείαν, συνεργάζονται με τον εχθρόν. Διά το έργον του τούτο δεν έχει ανάγκην το Κράτος (...) ούτε καν να χύση το δικό του ή των εχθρών του το αίμα. Εχει μόνον ανάγκην οργάνων της Δημοσίας Τάξεως εμπίστων και ασφαλών που θα κτυπούν εδώ κι εκεί μερικές πόρτες κατά τις τρεις το πρωί: Νησιά, δόξα τω Θεώ, έχει το Κράτος...". Ενώ στις 6 Γενάρη του ίδιου χρόνου, δυο απλές ειδήσεις φανερώνουν πολύ περισσότερα απ' όσα φαίνονται πως γράφουν. Η πρώτη: "Κυβερνητικό ανακοινωθέν: "Η κυβέρνησις είναι ευτυχής ν' αναγγείλη ότι ο κ. Γκρίσγουολντ (αρχηγός της εν Ελλάδι αμερικανικής αποστολής) εδέχθη σήμερον την αίτησιν της Ελληνικής Κυβερνήσεως διά την αύξησιν του αριθμού των ταγμάτων εθνοφρουράς εις 100 και διά τη μόνιμον αύξησιν του ελληνικού εθνικού στρατού κατά 12.000 άνδρας...". Και η δεύτερη: "Ο υπουργός Παιδείας κ. Παπαδήμος διέταξεν ανακρίσεις διά τα δημιουργηθέντα κατά την πρωτοχρονιάτικην εορτήν της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών έκτροπα, όταν κάποιος εφώναξε κατά το κόψιμο της Βασιλόπιτας: "Να ζήσουν τα ψηλά βουνά"... υπονοών τους δρώντας κατά του έθνους ΕΑΜοσλάβους του Μάρκου".

Από τα τέλη του 1948, τα "πύρινα" άρθρα κατασυκοφάντησης των κομμουνιστών και των μαχητών του ΔΣΕ, γίνονται καθημερινή πραγματικότητα, ενώ πάμπολλα ήταν τα πρωτοσέλιδα άρθρα της εφημερίδας, όπου διατρανώνεται ο ρόλος της βασιλείας και του τότε βασιλιά, ως "αντίπαλος, αντίβαρος, καταλύτης του κομμουνισμού". Στις 9 Ιανουαρίου 1949, προβάλλεται μια είδηση από την Ιταλία με τίτλο: "Η Ιταλική κυβέρνησις απηγόρευσεν εκδηλώσεις και εράνους του ΚΚΙ υπέρ των ληστών του Μάρκου - Ενημερώθη ο Τερατσίνι (σημ. "Ρ": Ιταλός κομμουνιστής βουλευτής και πρόεδρος τότε της ιταλικής Βουλής". Ενδεικτικό πάντως των πιέσεων που ασκούνταν, για να προχωρήσει ακόμα περισσότερο το "ξεκαθάρισμα", είναι το πρωτοσέλιδο σχόλιο που δημοσιεύεται στις 16 Γενάρη του 1949 με την υπογραφή "Ε": "Σκέπτομαι αυτήν τη δήθεν μαθηματική κουβέντα που ξεπετιέται κάθε τόσο από τα τηλεγραφήματα και τις ανταποκρίσεις που ασχολούνται με την ελληνική κατάστασιν: "Τόσος στρατός, τόσοι συμμορίται. Τόσοι παραπάνω οι πρώτοι από τους δεύτερους. Πώς συμβαίνει να μην αρπάζουνε οι πρώτοι τους δεύτερους από τον γιακά να τελειώνουμε...". Στις 30 Γενάρη του 1949, η "Καθημερινή" καλούσε τους μαχητές του ΔΣΕ "να ανομολογήσουν - όσοι τυχόν είναι ιδεολόγοι - την πλάνην τους και να καταθέσουν όχι προ των αντιπάλων τους, αλλά εις τον άγιον βωμόν της πατρίδος τα όπλα"....

Ανατριχιαστικές ανταποκρίσεις

Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των κομμουνιστών στην περιοχή της Πελοποννήσου, τους πρώτους μήνες του 1949, παρακολουθήθηκαν βήμα προς βήμα από την εφημερίδα "Καθημερινή" και τον πολεμικό απεσταλμένο της Ν. Καλημέρη. Τον Γενάρη, από τις στήλες της εφημερίδας, ο στρατιωτικός διοικητής της Πελοποννήσου υποστράτηγος Πεντζόπουλος και ο αρχηγός Χωροφυλακής Ταξίαρχος Τσάταλος, δήλωναν ότι "είναι απόφασις της στρατιωτικής ηγεσίας διά τη σύντομον και οριστικήν εκκαθάριση της Πελοποννήσου. Αντί πάσης θυσίας θα επιτευχθεί το επιδιωκόμενον αποτέλεσμα". Ενδεικτικές του τι συνέβη εκείνη την περίοδο στην Πελοπόννησο, του μεγέθους των διώξεων, είναι οι ανταποκρίσεις της "Καθημερινής":

5 Γενάρη: "Εις την περιοχήν Τρικάλων Κορινθίας, εφονεύθησαν οι αρχισυμμορίται Πέππας και Ματσούκας". "Ιδιωτικαί πληροφορίαι θεωρούμεναι αξιόπισται (!) αναφέρουν ότι συμμορίται συλλαμβάνουν ομήρους εκ διαφόρων χωρίων κατά προτίμησιν τους προύχοντας και τους κοινωνικούς παράγοντας".

9 Γενάρη: "Η ταξιαρχία Πρεκεζέ (σ.σ. τμήμα του ΔΣΕ) διαφυγούσα από τα κρησφύγετα του Πάρνωνος ευρίσκεται κάπου "λείχουσα τας πληγάς της". Χωρίς όμως με αυτό να πρόκειται να αποφύγει την εξόντωσιν, διότι ως χαρακτηριστικώς ετόνισε σήμερον ανώτερος αξιωματικός του στρατού "ο μύλος που αλέθει αργά βγάζει πολύ ψιλό αλεύρι"".

20 Γενάρη: "Εκτός των άλλων παραδειγμάτων αναφέρεται χαρακτηριστικώς το γεγονός του φόνου του αρχισυμμορίτου Γιάννη Γιαννίτσα ή Καπετάν Μπάμπη, όπου ούτος μετέβη διά να συνεννοηθεί με τον αυτοαμυνίτην του χωρίου Δημήτριον Παπαδόπουλον ή Μητσόχαρον. Ο τελευταίος παρέσυρε τον Γιαννίτσα εις την ταβέρναν, όπου τον εφόνευσε και αφού απέκοψε την κεφαλή του την παρέδωσε σήμερον την πρωίαν μετά του αυτομάτου του εις στρατιωτικόν τμήμα"...

22 Γενάρη: "Τμήματα ΛΟΚ κατ' εξερέυνησιν εις την περιοχήν Ζήριας, συνεπλάκησαν με ομάδα συμμοριτών, με αποτέλεσμα τον φόνον 4 συμμοριτών και μίας συμμορίτισσας".



Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο

Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του κυβερνητικού στρατού στην Πελοπόννησο άρχισαν στις 5/12/1948 - με τη μετακίνηση στρατευμάτων στην περιοχή - και ουσιαστικά ολοκληρώθηκαν στις 30/1/1949. Πριν την έναρξη της επιχείρησης, υπήρχαν στην περιοχή η 72η Ταξιαρχία, 14 Τάγματα ελαφρού πεζικού, 3 Τάγματα Χωροφυλακής, δύο Μοίρες ΛΟΚ, ένα Σύνταγμα αναγνωρίσεως (θωρακισμένα), μια Πυροβολαρχία και φυσικά οι παρακρατικές δυνάμεις. Για την πραγματοποίηση της επιχείρησης, μεταφέρθηκαν από το Βίτσι η 9η Μεραρχία, δύο Μοίρες ΛΟΚ, ένα Σύνταγμα Πεδινού και μια Μοίρα Ορειβατικού Πυροβολικού, ένας Λόχος Μηχανικού. Επίσης επιστρατεύτηκαν μια Μοίρα Στόλου (αντιτορπιλικά και αρματαγωγά και δύναμη Αεροπορίας. Ουσιαστικά, γίνεται λόγος για δυνάμεις που κυμαίνονταν, συνολικά, γύρω στις 40 χιλιάδες άνδρες. Απέναντι σ' αυτές τις δυνάμεις, ο ΔΣΕ είχε να αντιτάξει την 3η Μεραρχία του με διοικητή τον Στ. Γκιουζέλη και δύναμη μαχητών περί τις 3.500. Κι αν λάβει κανείς υπόψη του ότι αυτοί οι αγωνιστές δεν είχαν σύνδεση με τις υπόλοιπες δυνάμεις του ΔΣΕ στην Ελλάδα και ότι ο ανεφοδιασμός τους γινόταν από τη θάλασσα, γίνεται αντιληπτή η τραγικότητα της κατάστασής τους.

Το σχέδιο εκκαθάρισης της Πελοποννήσου που εφάρμοσε ο κυβερνητικός στρατός πήρε την επωνυμία "Περιστερά". Ομως, μόνο περιστερά δεν ήταν. Τη διεύθυνση της επιχείρησης ανέλαβε ο στρατηγός Τσακαλώτος και τη στρατιωτική διοίκηση είχε ο στρατηγός Θ. Πετζόπουλος, τον οποίο ο λαός, για τα όργια τρομοκρατίας που διέπραξε, πολύ ορθά αποκαλούσε "Ιμπρα`ϊμ".

Εντείνεται η μαζική βία

Πρώτη ενέργεια της επιχείρησης "Περιστερά" ήταν η πλήρη απομόνωση της Πελοποννήσου από την υπόλοιπη Ελλάδα. Κανείς δεν μπορούσε να μπει ή να βγει από την περιοχή της, χωρίς την άδεια της Αστυνομίας και των στρατιωτικών δυνάμεων. Η θαλάσσια περιοχή ελεγχόταν από το στόλο, ούτως ώστε να εμποδιστεί ο ανεφοδιασμός των ανταρτών και στα λιμάνια γινόταν εξονυχιστικός έλεγχος των ταξιδιωτών και των φορτίων των καραβιών. Δίπλα σ' αυτά τα μέτρα, προστέθηκαν και οι αδίστακτες μαζικές συλλήψεις πληθυσμού, που θεωρούνταν ύποπτος ότι συμπαθούσε ή βοηθούσε τις δυνάμεις του ΔΣΕ. Η σκληρότητα αυτών των μέτρων απεικονίζεται ανάγλυφα στις διαταγές που εξέδωσε ο στρατηγός Πετζόπουλος προς τις μονάδες στρατού που διοικούσε. Συγκεκριμένα, σε διαταγή του στις 18/12/1948 ανέφερε:

"Προβείτε προκαταρκτικάς ενεργείας, ώστε την 27 - 12 - 48 συλληφθώσι ταυτοχρόνως εκ των αστικών κέντρων απάσης υμών περιοχής εν συνεννοήσει μετά των κατά τόπους στρατιωτικών αρχών, άπαντες ιδιώται κομμουνισταί, ανεξαρτήτως εάν θεωρούνται ύποπτοι ή ου και ανεξαρτήτως επαγγέλματος (δημόσιοι υπάλληλοι, επιστήμονες). Εφιστώ την προσοχή σας επί γεγονότος ότι είθισται συλλαμβάνονται εργάται ή μικροεπαγγελματίαι και παραμένωσι ελεύθεροι οι πλέον επικίνδυνοι οι επιστήμονες και άλλοι. Ουδεμίαν τοιαύτην εξαίρεσιν θα ανεχθώ. Τουναντίον, συλλήψεις ενεργηθώσιν από τους πλέον επικινδύνους τούτους μέχρι τελευταίου κομμουνιστού".

Στις 28/12/1948 ο νέος Ιμπρα`ϊμ της Πελοποννήσου τηλεγραφούσε στην Καλαμάτα και στην Πάτρα:

"Σύνολον συλληφθέντων εντός πόλεως ΚΑΛΑΜΩΝ απαράδεκτον. Φαίνεται δε με αντελήφθητε. Επαναλαμβάνω ουδείς κομμουνιστής δέον παραμείνη ελεύθερος ΚΑΛΑΜΑΣ, ένθα σοβαρωτέρα κομμουνιστική εστία ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ. Δέον αντιληφθήτε ότι αστικά κέντρα δέον εκκαθαρισθώσι απολύτως από κομμουνιστικόν μίασμα. Διά κομμουνιστάς διαμένοντας αστικά κέντρα ουδείς οίκτος. Συλλήψεις συνεχισθώσι".

"Ανακοινώσατε αστυνομικόν διευθυντήν Πατρών κάτωθι διαταγήν μου. Αναφερθείς αριθμός συλληφθέντων εν Πάτραις 63 προξενεί αλγεινήν εντύπωσιν και τον θεωρώ απαράδεκτον. Φαίνεται ότι οι αρμόδιοι και υπεύθυνοι δεν αντελήφθησαν ότι εκκαθάρισις αστικών κέντρων και γενικώς μετόπισθεν στρατού από κομμουνιστικά στοιχεία αποτελεί ύψιστον εθνικόν καθήκον και ανάγκην...". (Βλέπε: Θ. Πετζόπουλου: "1941 - 1950 Τραγική πορεία", σελ. 204 και 206 - 207. Επίσης: Σ. Γρηγοριάδη: "Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας", τόμος 3ος, σελ. 345 - 346).

Στο ερώτημα ποιοι ήταν αυτοί που συλλαμβάνονταν δεν είναι δύσκολο να δοθεί η απάντηση. Οι αρχές κάτω από τέτοιου είδους διαταγές δεν πολυσκοτίζονταν για το ποιους θα έβαζαν στο χέρι. Προχωρούσαν αδιακρίτως σε συλλήψεις, αρκεί να είχαν υπόνοιες ότι ο υποψήφιος προς σύλληψη δεν τους έμοιαζε και τόσο εθνικόφρονας. Ετσι, μαζί με τους κομμουνιστές, αριστερούς και προοδευτικούς πολίτες, τα κρατητήρια γέμισαν και από δεξιούς, συντηρητικούς και βασιλόφρονες, οι οποίοι δεν είχαν επιδείξει κάποια ιδιαίτερη αντικομμουνιστική δραστηριότητα για να μπορούν να τους ξεχωρίσουν τα στρατιωτικά και αστυνομικά όργανα.

Από τα στοιχεία που υπάρχουν γίνεται λόγος για 4.500 συλληφθέντες, οι οποίοι χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες. Οσοι θεωρήθηκαν ιδιαίτερα επικίνδυνοι - περί τους 2.500 - φορτώθηκαν σε αρματαγωγά και στάλθηκαν στη Μακρόνησο και το Τρίκκερι. Οι άλλοι κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Σκηνές ιλαροτραγωδίας

Οι συλλήψεις συντηρητικών πολιτών, όπως ήταν επόμενο, προξένησαν αντιδράσεις που πολύ γρήγορα έφτασαν ως την Αθήνα. Ετσι, κινήθηκαν πολιτικοί και άλλοι παράγοντες για να σώσουν ανθρώπους που κινδύνευαν να χαθούν - ή, το λιγότερο, να υποστούν συνέπειες χωρίς λόγο - μέσα σ' αυτήν την ξέφρενη παραζάλη του αντικομμουνισμού. Να πώς περιγράφει αυτή την ιλαροτραγωδία ο στρατηγός Θρ. Τσακαλώτος: "Ως ήτο επόμενον, η πληροφορία των συλλήψεων μετεδόθη αμέσως εις Αθήνας και οι πολιτικοί παράγοντες εκινητοποιήθησαν προς πάσας τας κατευθύνσεις να ματαιώσουν τας συλλήψεις. Τα τηλέφωνα του Στρατηγείου του Σώματος Στρατού ήρχισαν να κωδωνίζουν συνεχώς. Το Αρχηγείον Χωροφυλακής εζήτη να αποκεφαλίση τον επιθεωρητήν Χωροφυλακής, το ΓΕΣ εζήτη τον λόγον πώς και διατί ανελήφθη αυτή η πρωτοβουλία, άνευ υπολογισμού των συνεπειών κλπ., διάφοροι παράγοντες των κομματαρχών πασάδων της Πελοποννήσου είχον συγκεντρωθή εις την εξώπορταν του στρατοπέδου, κρατούντες καταλόγους συλληφθέντων προσώπων, φίλων των εν κυβερνήσει υπουργών και απαιτούντες την άμεσον απόλυσίν των. Το Επιτελείον του Σώματος και ειδικώς ο αρχηγός του Α` Κλάδου, συντ/ρχης τότε, Κετσέας Γρ., μη θέλων να επικοινωνήση τηλ/κώς με τον διοικητήν του Σώματος Στρατού, διά να αναφέρη τα συμβαίνοντα και να ζητήση διαταγάς και αφ' ετέρου αντιλαμβανόμενος ότι θα έπρεπε να τον απαλλάξη από τας πιέσεις που ασφαλώς θα υφίστατο εις Αθήνας, απεφάσισε να δημιουργήση κατάστασιν αδυναμίας επεμβάσεως εις οιονδήποτε μέχρις ότου αποπλεύσουν τα πλοία. ΠΡΟΣ ΤΟΥΤΟ ΔΙΕΤΑΞΕ ΤΗΝ ΑΠΟΚΟΠΗΝ ΤΩΝ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΩΝ ΜΕ ΤΑΣ ΑΘΗΝΑΣ ΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΙΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΩΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΞΩΠΟΡΤΑΝ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΕΙΟΥ ΕΙΣ ΑΠΟΣΤΑΣΙΝ 500 ΜΕΤΡΩΝ. Καθησύχασε τον επιθεωρητήν Χωροφυλακής, ο οποίος εφαίνετο στενοχωρημένος και διέταξε την εκτέλεσιν της αποφάσεώς μου, ήτοι την αναχώρησιν οπωσδήποτε των πλοίων προ του μεσονυχτίου και την αποστολήν σήματος αφίξεως εις Μακρόνησον... Το απόγευμα της επομένης, ελήφθη σήμα των πλοίων ότι έφτασαν εις Μακρόνησον και απεβίβασαν συλληφθέντας.

Διέταξε την αποκατάστασιν της τηλεφωνικής γραμμής και ανέφερε εις ΓΕΣ, δι' εκτάκτου δελτίου, τη σύλληψιν και μεταφοράν εις Μακρόνησον.

Το ΓΕΣ και οι εν Αθήναις πολιτικοί, μη γνωρίζοντες τη μεταφοράν εις Μακρόνησον, αλλά νομίζοντες ότι οι συλληφθέντες κρατούνται εις Πελοπόννησον, ήλπιζαν ότι θα επιτύγχανον την απόλυσίν των. Οταν επληροφορήθησαν ότι είχον ήδη μεταφερθή εις Μακρόνησον, εξέσπασαν εις εντόνους διαμαρτυρίας, αλλά ήτο πλέον αργά, διότι ουδείς ετόλμα, εν όψει των περιστάσεων και της πιέσεως των Αμερικάνων, να αναλάβη την ευθύνην της μεταφοράς των πάλιν εις Πελοπόννησον" (Θρ. Τσακαλώτος: "40 Χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος", τόμος β`, σελ. 203 - 204).

Συντριβή των δυνάμεων του ΔΣΕ

Μέσα σε τέτοιες συνθήκες, με συντριπτικό συσχετισμό δυνάμεων εις βάρος του και χωρίς δυνατότητες ανεφοδιασμού του σε πυρομαχικά, ο ΔΣΕ στην Πελοπόννησο, παρά την ενεργητικότητα, το θάρρος και των ηρωισμό των μαχητών του, οδηγήθηκε εκ των πραγμάτων σε ήττα και συντριβή. Σ' αυτόν τον αγώνα έδωσαν τη ζωή τους πολλοί αγωνιστές και τα καλύτερα στελέχη του ΔΣΕ Πελοποννήσου. Ανάμεσά τους και ο Στ. Γκιουζέλης, ο οποίος στο τελευταίο, πριν τον θάνατό του, άρθρο που έστειλε στο περιοδικό "Δημοκρατικός Στρατός", με ημερομηνία 13/1/1949, γράφει ανάμεσα στα άλλα: "Η πείρα από την αντιμετώπιση 25 τώρα μέρες, της επιδρομής του εχθρού, δείχνει πως ο λαός του Μοριά με μαχητική του πρωτοπορία τον ΔΣ του θα φανούν αντάξιοι κληρονόμοι των ηρωικών παραδόσεων της κλεφτουριάς του '21 και θα συντρίψουν τις ορδές των νέων Μπρα`ϊμηδων του μοναρχοφασιμού" (βλέπε: "ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ", έκδοση "Ριζοσπάστης", 1996, τόμος Β`, σελ. 85 - 87).

Στις 29 Γενάρη του 1949, ο στρατηγός Τσακαλώτος παρέδιδε τη διοίκηση όλων των δυνάμεων της Πελοποννήσου στον στρατηγό Πετζόπουλο. Η παράδοση αυτή σήμαινε ότι για τον κυβερνητικό στρατό η εκκαθάριση της Πελοποννήσου από τους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού ουσιαστικά είχε τελειώσει.

Τετάρτη 27 Ιουλίου 2011

Ιούλιος 1943: Ο λαός με μπροστάρη το ΕΑΜ αποτρέπει την επέκταση της βουλγαρικής φασιστικής κατοχής (η καλύτερη απάντηση στην προπαγάνδα περί ΕΑΜοβούλγ




Η προκήρυξη του ΕΑΜ

Στις 7 Ιούλη του 1943 μια προκήρυξη του ΕΑΜ πληροφορούσε τον ελληνικό λαό ότι ένας θανάσιμος κίνδυνος απειλούσε την ελληνική Μακεδονία και τη Θράκη. «Η Μακεδονία ολόκληρη – έλεγε η προκήρυξη1 - παραδόθηκε στη βουλγαρική θηριωδία. Η απειλή, που το ΕΑΜ είχε υποδείξει από καιρό και είχε καλέσει τον ελληνικό λαό ν’ αγωνιστή για την αποτροπή της, αποτελεί σήμερα πραγματικότητα. Μια βουλγαρική στρατιά αναπτύσσεται ανατολικά του Αξιού. Εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες – το τρίτο του ελληνικού πληθυσμού – χωρικοί και αστοί σ’ αυτή τη γωνιά της ελληνικής γης, ποτισμένη με αίμα, απειλούνται με εξόντωση. Οι βουλγαρικές συμμορίες θα επιπέσουν τώρα κατά των ανυπεράσπιστων πληθυσμών. Οι διωγμοί, οι δηλώσεις, οι ομαδικές σφαγές, θα επεκταθούν σε ολόκληρη τη Μακεδονία. Η εθνική τραγωδία αποκορυφώνεται. Τρέμοντας την ανάπτυξη του ανταρτικού κινήματος, το χιτλεροφασιστικό κτήνος, μη διαθέτοντας δυνάμεις αρκετές για να το αντιμετωπίσει, εξαπολύει στην Ελλάδα τις βουλγαρικές ορδές, παραδίδει τώρα ολόκληρη τη Μακεδονία στα εξοντωτικά σχέδια ενός κτηνώδους ιμπεριαλισμού. Και η προδοτική ψευτοκυβέρνηση – όπως το έχουμε προβλέψει – αδιαμαρτύρητα τον αποδέχεται τον διαμελισμό των εθνικών εδαφών, αναγνωρίζει και νομιμοποιεί την επέκτασή του και πιστό όργανο των επιδρομέων, ενισχύει τα σχέδιά τους».

Στην προκήρυξη υπογραμμιζόταν ως αναγκαιότητα η παλλαϊκή ενότητα και η ένταση του εθνικοαπελευθερωτικού μαζικού και αντάρτικου αγώνα για την αποτροπή του κινδύνου που αντιμετώπιζε η ελληνική Μακεδονία και ο λαός που κατοικούσε σ’ αυτήν. «Το ΕΑΜ – κατέληγε η προκήρυξη – ο ζωντανός, παλλαϊκός εθνικοαπελευθερωτικός οργανισμός, καλεί όλον το λαό στον αγώνα κι απλώνει το χέρι σε όλα τα κόμματα, τις λαϊκές και τις απελευθερωτικές οργανώσεις για μια συντονισμένη δράση.



Χωρίς αμφιβολία, τα πράγματα ήταν πάρα πολύ σοβαρά. Τι πραγματικά, όμως, είχε συμβεί;

Μετά την ολοκλήρωση της ήττας της Ελλάδας, την άνοιξη του 1941, οι δυνάμεις του άξονα χώρισαν τη χώρα σε τρεις ζώνες κατοχής: Τη γερμανική, την ιταλική και τη βουλγαρική.

Η γερμανική ζώνη περιλάμβανε την Κρήτη (εκτός από την περιοχή Σητείας), την Αττική και τα νησιά του Αργοσαρωνικού, τις Κυκλάδες, τις Βόρειες Σποράδες, τα νησιά του Αρχιπελάγους, τα 2/3 του Νομού Εβρου, την Κεντρική και Δυτική Μακεδονία (Νομοί Ημαθίας, Θεσσαλονίκης, Κιλκίς, Πέλλης, Φλωρίνης, Χαλκιδικής, εκτός του Αγίου Ορους, 1/2 του Νομού Καστοριάς, 2/3 του Νομού Κοζάνης, μια λωρίδα του Νομού Πιερίας, 1/5 του Νομού Σερρών).

Η ιταλική ζώνη περιλάμβανε τα νησιά του Ιονίου, την Πελοπόννησο, την Ηπειρο, τη Θεσσαλία (πλην των Β. Σποράδων), τη Στερεά Ελλάδα και Εύβοια (εκτός της Αττικής), τμήμα της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας (Νομός Πιερίων εκτός από μία λωρίδα βορείως του Αλιάκμονα, 1/2 του Νομού Καστοριάς, 1/3 του Νομού Κοζάνης), τμήμα της Κρήτης (περιοχή Σητείας).

Η βουλγαρική ζώνη περιλάμβανε τη Θράκη (Νομούς Ροδόπης, Ξάνθης και 1/3 του Νομού Εβρου) και την Ανατολική Μακεδονία (Νομοί Καβάλας, Δράμας και 4/5 του Νομού Σερρών)2.
Ξυλογραφία του Α. Τάσσου (Ο ΕΛΑΣ χτυπά τους Βούλγαρους φασίστες)

Με την ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος, ένοπλου και μαζικού – λαϊκού, αλλά και με τη συσσώρευση προβλημάτων στο στρατόπεδο του άξονα λόγω της γενικότερης εξέλιξης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, φάνηκε καθαρά ότι το στάτους κβο των προαναφερόμενων ζωνών κατοχής οδηγούνταν στην ανατροπή. Από ένα σημείο και μετά, οι Γερμανοί πείστηκαν πως τα ιταλικά στρατιωτικά τμήματα δεν αποτελούσαν πια την ικανή στρατιωτική δύναμη να επιβάλει την τάξη στις περιοχές που κρατούσε και να φυλάει από ανταρτικές επιδρομές τις συγκοινωνίες, τους κόμβους βασικής σημασίας και τις εγκαταστάσεις. Ετσι υποχρεώθηκαν να ενισχύσουν τις δικές τους δυνάμεις, που κάποια στιγμή έφτασαν στον αριθμό των 140.000 ανδρών, χωρίς να υπολογίζεται ο αριθμός των δυνάμεών τους στην Κρήτη και στα άλλα νησιά3. Οι ανάγκες τους, όμως, στο ανατολικό μέτωπο δεν τους επέτρεπαν τέτοια σπατάλη δυνάμεων. Επρεπε, επομένως, να αναζητήσουν άλλες λύσεις για τη διατήρηση του ελέγχου πάνω στην ελληνική επικράτεια.

Ενα από τα σχέδια που εξέτασε η γερμανική πλευρά προς την κατεύθυνση της εξοικονόμησης δυνάμεων ήταν η δημιουργία «Ανεξάρτητου Μακεδονικού Κράτους, με τη συνένωση της Ελληνικής, Γιουγκοσλαβικής και Βουλγαρικής Μακεδονίας» και με επικεφαλής τον Βάντσε Μιχαήλοφ, ένα δοσίλογο που στα χρόνια του ελληνικού εμφυλίου πολέμου τον χρησιμοποίησαν οι Αμερικανοί για να προσεταιριστούν αντιδραστικά σλαβομακεδονικά στοιχεία σε βάρος του ΔΣΕ. Γρήγορα, όμως, φάνηκε ότι το σχέδιο αυτό δεν έβρισκε ανταπόκριση στις λαϊκές μάζες, δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα απ’ όσα έλυνε, με αποτέλεσμα οι χιτλερικοί να το εγκαταλείψουν και ν’ αναθέσουν στο βουλγαρικό στρατό την κατοχή ολόκληρης της ελληνικής Μακεδονίας.

Οι πρώτες ειδήσεις για την απόφαση επέκτασης της βουλγαρικής κατοχής σε ολόκληρη την ελληνική Μακεδονία και Θράκη κυκλοφόρησαν ευρέως στην ελληνική επικράτεια στις αρχές Ιούλη του 1943, ξεσηκώνοντας κύματα λαϊκής αγανάκτησης. Το γεγονός αυτό, της λαϊκής αγανάκτησης δηλαδή, υποχρέωσε τη χιτλερική κυβέρνηση να ανακοινώσει, μέσω του πληρεξούσιου του Ράιχ στην Ελλάδα G. Altenburg, στον κατοχικό πρωθυπουργό Ι. Ράλλη, αναφορικά με την επέκταση της βουλγαρικής κατοχής ότι:

«Τα μέτρα αυτά ουδαμώς ελήφθησαν διά πολιτικούς λόγους, αλλά ως καθαρώς στρατιωτικαί απόψεις λελογισμένης χρησιμοποιήσεως των γερμανικών δυνάμεων, ώστε ο διακανονισμός ούτος δεν αποσκοπεί εις το να θίξη την ελληνικήν κυριαρχίαν εις τη Μεσόγειον»4.
Η δοσίλογη οικονομική ολιγαρχία και ο ΕΑΜικός κόσμος

Τις γερμανικές εξηγήσεις τις δέχτηκε με μεγάλη ανακούφιση η δοσίλογη ελληνική οικονομική ολιγαρχία και, φυσικά, οι πολιτικοί της εκπρόσωποι.

Σ’ ένα εμπιστευτικό σημείωμά του προς τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, με ημερομηνία 16/7/1943, ο κουίσλιγκ Ι. Ράλλης ανέφερε ότι στις 4 Ιούλη 1943 επισκέφτηκε τον Γερμανό πληρεξούσιο G. Altenburg, στον οποίο και ανακοίνωσε ότι σκόπευε, αυτός και η κυβέρνησή του, να παραιτηθούν ύστερα από την απόφαση για επέκταση της βουλγαρικής κατοχής. Ο G. Altenburg – σύμφωνα με τα λεγόμενα του Ράλλη – τον παρακάλεσε να μην παραιτηθεί και τον διαβεβαίωσε «ότι η είσοδος αύτη των βουλγαρικών στρατευμάτων ουδεμίαν πολιτικήν συνέπειαν δύναται να έχη, ως υπαγορευθείσα εκ καθαρώς στρατιωτικών λόγων, και κατ’ ουδέναν τρόπον πρόκειται να θίξη τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος επί των εν λόγω εδαφών». Παρόμοιες διαβεβαιώσεις – όπως αναφέρει στο σημείωμά του – ο Ι. Ράλλης πήρε και από τον Ιταλό πληρεξούσιο Chigi5.

Τελικά, ούτε ο Ράλλης παραιτήθηκε, αλλά ούτε και ο Δαμασκηνός τον πίεσε να το πράξει. Και οι δυο τους, πιστοί εκπρόσωποι της ντόπιας οικονομικής ολιγαρχίας, αλλά και άνθρωποι που έχαιραν της βρετανικής εμπιστοσύνης στην κατεχόμενη Ελλάδα, ασφαλώς δεν πήραν την άδεια για τέτοιες συμπεριφορές από αυτούς που τους κατηύθυναν. Ετσι, περιορίστηκαν σε κάποιες χλιαρές φραστικές διαμαρτυρίες προς τις αρχές κατοχής, ενώ μέσω διαφόρων οργανώσεων που ήλεγχαν έκαναν ό,τι ήταν δυνατό για να εμποδίσουν την έμπρακτη λαϊκή αντίδραση.

Στις Αθήνα, οι οργανώσεις αυτές, σε συνεργασία με τις αρχές Ασφαλείας, στις 13 Ιούλη, οργάνωσαν τρομοκρατική επίθεση εναντίον των φοιτητών στο Πανεπιστήμιο, στο Πολυτεχνείο, στην Ανωτάτη Εμπορική και αλλού, με σκοπό να εμποδίσουν τις εκδηλώσεις εναντίον της επέκτασης της Βουλγαρικής Κατοχής. Στη Μακεδονία, οι οργανώσεις αντίστοιχου χαρακτήρα αντιπαρέθεταν στα πατριωτικά – αγωνιστικά συνθήματα του ΕΑΜ το σύνθημα της παθητική αντίστασης, καλώντας το λαό να κλειστεί στα σπίτια του6.

Εντελώς αντίθετη ήταν η στάση του ΕΑΜικού κινήματος. Πέρα από την προκήρυξη του ΕΑΜ που αναφέραμε στην αρχή, η ΚΕ του, με απόφασή της στις 8/7/1943, «εκφράζοντας την αγανάκτησή της και το μίσος του ελληνικού λαού εναντίον των κατακτητών και της προδοτικής κυβέρνησης του Ράλλη, που νομιμοποιεί το διαμελισμό της Ελλάδας και την εξαφάνιση του ελληνισμού από τη Μακεδονία και τη Θράκη», κάλεσε «το λαό σε συναγερμό για τη σωτηρία του μακεδονοθρακικού λαού από τα νύχια των αιμοβόρων εισβολέων». Ταυτόχρονα, η ΚΕ του ΕΑΜ δήλωσε πως απλώνει αδελφικά το χέρι σε όλα τα κόμματα, οργανώσεις, φορείς και κοινωνικές ομάδες για να ενωθούν «σ’ ένα πανεθνικό παλλαϊκό μέτωπο για τη σωτηρία της Μακεδονίας, για το ξεσκλάβωμα της χώρας, για μια Ελλάδα ελεύθερη, ακέραια, ανεξάρτητη και λαοκρατούμενη»7.

Δύο ημέρες μετά την έκδοση της απόφασης αυτής της ΚΕ του ΕΑΜ, ο «Ριζοσπάστης», στο κύριο άρθρο του υπό τον τίτλο «Να σώσουμε τη Μακεδονία» και υπέρτιτλο «Γερμανοί και εθνοπροδότες παράδωσαν τη Μακεδονία στις ορδές του Βόρι – Κάτω τα χέρια από την Ελληνική Μακεδονία», τόνιζε: «Ολοι στον αγώνα με ένα σύνθημα: ”Κάτω τα χέρια από την Ελληνική Μακεδονία”. Να απομονωθούν και να εκμηδενιστούν οι εθνοπροδότες. Να συντριβούν οι Γερμανο – Ιταλο – Βούλγαροι κατακτητές. Να σώσουμε την Ελληνική Μακεδονία και τους πληθυσμούς της»8.

Την ίδια ημέρα που κυκλοφόρησε το εν λόγω φύλλο του «Ριζοσπάστη», το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, με απόφασή του «πάνω στην καινούρια βουλγαρική επιδρομή», καλούσε «ολόκληρο τον ελληνικό λαό, όλες τις οργανώσεις και κόμματα να συνενώσουν τις δυνάμεις τους σε πανεθνικό απελευθερωτικό πόλεμο για τη σωτηρία της ελληνικής Μακεδονίας, της Δυτικής Θράκης, για τη λευτεριά της σκλαβωμένης Ελλάδας»9.
Ο λαός αγωνίζεται και νικά

Ο ελληνικός λαός ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του ΕΑΜ και του ΚΚΕ και απάντησε με μαζικές κινητοποιήσεις στη ναζιστική απόφαση για επέκταση της βουλγαρικής κατοχής σε ολόκληρη τη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη. Τις κινητοποιήσεις άρχισε η Θεσσαλονίκη στις 10 του Ιούλη, όπου σε πολλές συνοικίες έγιναν λαϊκές συγκεντρώσεις και στελέχη του ΕΑΜ εξήγησαν τη σημασία της προαναφερόμενης απόφασης. Στη συνέχεια, οι συγκεντρωμένοι με μαζικές διαδηλώσεις ξεχύθηκαν στο κέντρο της πόλης. Την ίδια ημέρα έγινε παλλαϊκή απεργία και συγκέντρωση μπροστά στο Δημαρχείο στο Κιλκίς.

Στις 11 του Ιούλη, οι εκδηλώσεις επεκτάθηκαν στο Λαγκαδά και τις επόμενες ημέρες σε Εδεσσα, Νάουσα, Βέροια, Αρδέα, Γιαννιτσά, Φλώρινα, Πτολεμαΐδα, Κοζάνη, Λάρισα, Βόλο, Καρδίτσα και σε άλλα μέρη10. Ολες αυτές οι συγκεντρώσεις συνέκλιναν στην κορύφωσή τους, στη μεγάλη δηλαδή συγκέντρωση, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα στις 22 Ιούλη.

Γι’ αυτήν τη συγκέντρωση «από τις 11 του Ιούλη η πρωτεύουσα βρισκόταν σε συναγερμό», γράφει ο Θ. Χατζής11. «Η προετοιμασία της διαδήλωσης – σημειώνει η Καίτη Ζεύγου12 - άρχισε 8-10 μέρες νωρίτερα. Κινητοποιήθηκε όλος ο παράνομος εκδοτικός μηχανισμός των ΕΑΜικών οργανώσεων. Τη μεγάλη είδηση την αναγγέλνει κάθε μέρα η πολυδιάβαστη εφημερίδα: Ο τοίχος. Και τα βράδια, το ΕΑΜικό ραδιόφωνο, ο τηλεβόας. Αμέτρητες χιλιάδες οι προκηρύξεις. Σε 3 εκατ. υπολογίζονταν τα τρικ που έπεσαν στην Αθήνα και στον Πειραιά». Ο Β. Μπαρτζιώτας μάς πληροφορεί πως «η Κομματική Οργάνωση της Αθήνας και η ΚΟ Πειραιά, μαζί με τις ΕΑΜικές οργανώσεις της Αθήνας και την ΕΠΟΝ, έκαναν πραγματικά τεράστια δουλιά για την επιτυχία της μαχητικής αυτής διαδήλωσης»13. Ο Σπ. Κωτσάκης λέει ότι η κινητοποίηση οργανώθηκε κατά οικοδομικό τετράγωνο, με αποτέλεσμα στην Αθήνα να γίνει «πραγματικότητα το ”σπίτι με σπίτι – καλύβι με καλύβι κι ένα οχυρό της αντίστασης”, του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα»14.

Πέμπτη 22 Ιούλη 1943. Από τις 5.30 π.μ. ηχούν οι καμπάνες των εκκλησιών, σημαίνοντας το μεγάλο συναγερμό και τα χωνιά καλούν το λαό στους τόπους συγκέντρωσης. Οι δρόμοι είναι γεμάτοι από το προπαγανδιστικό υλικό της συγκέντρωσης. Τούτη τη μέρα, είναι ημέρα γενικής απεργίας. Τα καταστήματα είναι κλειστά, οι χώροι δουλιάς άδειοι. Εχουν νεκρώσει τα πάντα.

Κατά τις 8.30 π.μ., ο κόσμος ξεχύνεται από τις συνοικίες προς το κέντρο της πόλης και λίγες ώρες αργότερα μια τεράστια λαοθάλασσα θα το έχει πλημμυρίσει. Υπολογίστηκε τότε ότι πάνω από 300.000 λαού συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Ομονοίας, στο χώρο έξω από το Πολιτικό Γραφείο του Ράλλη και τη βουλγαρική Πρεσβεία. Ηταν τέτοια η λαϊκή κινητοποίηση, που ο εχθρός πανικοβλήθηκε και κατέβασε τα τανκς για να την αντιμετωπίσει. Στις μάχες που ακολούθησαν μεταξύ του πάνοπλου εχθρού και του άοπλου λαού, σκοτώθηκαν 30 διαδηλωτές. Ανάμεσά τους, η Παναγιώτα Σταθοπούλου, η Κούλα Λίλη, ο Κ. Λουκάκης, η Ολγα Μπακόλα, η Αντωνιάδη, ο Μ. Κολοζύμης, ο Θωμάς Χατζηθωμάς, ο Β. Στεφανιώτης, ο Θ. Τεριάκης κ.ά. Τραυματίστηκαν 200 διαδηλωτές και γύρω στους 500 συνελήφθησαν15. Ο φόρος αίματος ήταν πραγματικά μεγάλος16. Ομως, ο λαός βγήκε νικητής. Η επέκταση της βουλγαρικής ζώνης κατοχής ματαιώθηκε.

1 «Ιστορία της Αντίστασης 1940-’45», εκδόσεις «ΑΥΛΟΣ», τόμος 2ος, σελ. 820

2 Σόλωνα Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδος», εκδόσεις «Καπόπουλος», τόμος 1ος, σελ. 106-108

3 Θανάση Χατζή: «Η Νικηφόρα Επανάσταση που χάθηκε», εκδόσεις «Δωρικός», τόμος β`, σελ. 265

4 Εφημερίδα «Ελευθερία», 17/10/1960, «Από τα μυστικά Αρχεία του Τρίτου Ράιχ»

5 Ολόκληρο το σημείωμα του Ι. Ράλλη στο: Ηλία Βενέζη: «Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός – Οι χρόνοι της δουλείας», εκδόσεις «ΕΣΤΙΑ», σελ. 56-59

6 «Στ’ Αρματα! – Στ’ Αρματα – χρονικό της Εθνικής Αντίστασης» ΠΛΕ 1967, σελ. 182

7 «Κείμενα της Εθνικής Αντίστασης», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος Α`, σελ. 37-38

8 «Ριζοσπάστης» 10/7/1943, στην έκδοση «Ριζοσπάστης: Περίοδος 1941-1945, Κατοχή – Δεκεμβριανά», εκδόσεις «Ριζοσπάστης» – «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 89

9 «Το ΚΚΕ – Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος Ε`, σελ. 159, και «Ριζοσπάστης» 18/7/1943 (βλέπε την έκδοση «Ριζοσπάστης: Περίοδος 1941- 1945, Κατοχή – Δεκεμβριανά», εκδόσεις «Ριζοσπάστης» – Σύγχρονη Εποχή», σελ. 91)

10 Σπ. Γ. Γασπαρινάτου: «Η Κατοχή», εκδόσεις «Ι. Σιδέρη», τόμος Α`, σελ. 458

11 Θ. Χατζή, το ίδιο, σελ. 268

12 Β. Μπαρτζιώτα: «Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 132

13 Καίτης Ζεύγου: «Με το Γιάννη Ζεύγο στο επαναστατικό κίνημα», εκδόσεις «Ωκεανίδα», σελ. 260

14 Σπ. Κωτσάκη: «Εισφορά στο χρονικό της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Αθήνα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 141

15 «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 419-420

16 Για τη διαδήλωση, βλέπε το πρώτο ζωντανό ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» στο φύλλο της 23/7/1943 («Ριζοσπάστης: Περίοδος 1941 – 1945, Κατοχή – Δεκεμβριανά», εκδόσεις «Ριζοσπάστης» – «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 95).

Το 7ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας (1 έως 6 Οκτωβρίου 1945)

Από 1 έως 6 Οκτωβρίου του 1945, στην αίθουσα του κινηματοθεάτρου ΤΙΤΑΝΙΑ της οδού Πανεπιστημίου, πραγματοποιήθηκε το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ. Ηταν το πρώτο συνέδριο του ΚΚΕ μετά το Β` Παγκόσμιο Πόλεμο και συνήλθε σε συνθήκες τυπικής νομιμότητας. Συνθήκες που δε θα ξαναζούσε το κόμμα παρά μετά από 33 χρόνια, αφού το επόμενο τυπικά νόμιμο συνέδριό του ήταν το 10ο, που πραγματοποιήθηκε το 1978. Ταυτόχρονα, ήταν ένα Συνέδριο που είχε αργήσει πολύ η σύγκλησή του, αφού απείχε από το 6ο Συνέδριο δέκα ολόκληρα χρόνια, δεδομένου ότι το τελευταίο πραγματοποιήθηκε το Δεκέμβρη του 1935. Στο διάστημα αυτών των δέκα χρόνων, είχαν μεσολαβήσει πολλά: Η Μεταξική δικτατορία της 4ης Αυγούστου, ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος, η γερμανική κατοχή, η Εθνική Αντίσταση και η απελευθέρωση της χώρας, η ένοπλη βία κατά του λαού της ελληνικής πλουτοκρατίας από κοινού με τους Βρετανούς ιμπεριαλιστές το Δεκέμβρη του 1944, η Συμφωνία της Βάρκιζας και η διάλυση του ΕΛΑΣ, το καθεστώς της λευκής τρομοκρατίας που τις μέρες του συνεδρίου συνεχιζόταν αμείωτο. Σ’ αυτά τα δέκα χρόνια, το ΚΚΕ είχε καταφέρει από ένα μικρό κόμμα να γίνει η κυριότερη και η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της Ελλάδας.

Το 7ο Συνέδριο συνόψισε τη δεκάχρονη αυτή πορεία αγώνων του ελληνικού λαού, που αντιπροσώπευε την ηρωικότερη και σπουδαιότερη περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας μετά την επανάσταση του 1821. Η σπουδαιότερη βεβαίως προσφορά του συνεδρίου έγκειται στο γεγονός ότι με τις επεξεργασίες του κουρέλιασε τη θεωρία της ψωροκώσταινας και της Μεγάλης Ιδέας και απέδειξε με επιστημονική πληρότητα τη δυνατότητα της ανεξάρτητης κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής εξέλιξης στην Ελλάδα, κάτω όμως από λαϊκοδημοκρατικό καθεστώς.



Η έναρξη, η ταυτότητα και η θεματολογία του Συνεδρίου

Τις εργασίες του Συνεδρίου άνοιξε η Χρύσα Χατζηβασιλείου, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του Κόμματος, με τούτη τη σύντομη ομιλία: «Σύντροφοι και συντρόφισσες, από μέρους της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ να μου επιτρέψετε ν’ ανοίξω το 7ο Συνέδριο του Κόμματος. Την επίσημη τούτη στιγμή ας αφιερώσουμε ενός λεπτού σιγή στα θύματα του αγώνα».

Ολοι οι σύνεδροι σηκώθηκαν όρθιοι, κράτησαν ενός λεπτού σιγή και ύστερα τραγούδησαν το πένθιμο εμβατήριο: «Επέσατε θύματα…».

«Το αντιπροσωπευτικό τούτο σώμα του Κόμματός μας – συνέχισε, ξαναπαίρνοντας το λόγο, η Χρύσα Χατζηβασιλείου – συγκαλείται σε εξαιρετικά κρίσιμες στιγμές για τη χώρα μας. Γι’ αυτό εξαιρετική είναι η σημασία του. Μια δεκαετία μας χωρίζει απ’ το 6ο Συνέδριο. Τα δέκα, όμως, αυτά χρόνια, με τον παλλαϊκό συναγερμό που ξεσήκωσαν, δημιούργησαν τέτοιες συνθήκες που τράνταξαν συθέμελα την ελληνική ζωή και έφεραν τέτοια αλλαγή στην πολιτική, οικονομική και ηθική οργάνωση της κοινωνίας, που θ’ απαιτούσε δεκαετίες μιας ομαλής εξέλιξης για να πραγματοποιηθεί. Σ’ όλη τη δεκάχρονη περίοδο, ο ελληνικός λαός πάλεψε κατά της 4ης Αυγούστου, ενάντια στους φασίστες εισβολείς, πάλεψε ενάντια στην ξενική επέμβαση και το κόμμα μας ήταν πάντα στις πρώτες γραμμές αυτής της πάλης αγωνιζόμενο, επικεφαλής και μαζί με το λαό και μέσα στον αγώνα αυτόν ανδρωνόταν πολιτικά, δυνάμωνε οργανωτικά, ρίζωνε στον ελληνικό λαό και απόδειξη είναι το σημερινό αντιπροσωπευτικό μας σώμα.
Κατάρα στους δολοφόνους! Πλατεία Συντάγματος, 4 Δεκέμβρη 1944

Το σημερινό μας Συνέδριο θα κάμει τον απολογισμό της δεκάχρονης πολιτικής δράσης. Μα δε θ’ αρκεστεί στον απολογισμό. Ζούμε μια κρίσιμη καμπή της εθνικής ιστορίας. Ισως την κρισιμότερη από όλες. Το ελληνικό πρόβλημα σαν ένα πολιτικό ελληνικό πρόβλημα, εσωτερικό, αλλά και διεθνές, ζητεί επιτακτικά τη λύση του. Και από το αν θα δοθεί η λύση η Λαϊκοδημοκρατική, εξαρτάται το αν η Ελλάδα θα βαδίσει στο δρόμο της προκοπής ή θα βαλτώσει και θα επακολουθήσει η καταστροφή και η οπισθοδρόμηση. Το Συνέδριό μας θ’ ασχοληθεί και με τη μελέτη των προβλημάτων της κρίσιμης αυτής καμπής.

Από τον απολογισμό βγάζουμε τα διδάγματα και την πείρα και τ’ ανάλογα συμπεράσματα και πορίσματα θα φωτίσουν το δρόμο που θα πρέπει ν’ ακολουθήσουμε. Ο δρόμος αυτός είναι ο ιστορικά αναγκαίος, ο δρόμος της Λαϊκής Δημοκρατίας και του Σοσιαλισμού στην Ελλάδα.

Θα ήθελα ν’ αναφέρω – συνέχισε η ομιλήτρια – ένα άλλο κοσμοϊστορικό γεγονός που ζήσαμε στη δεκαετία. Και το γεγονός αυτό είναι η αυτοδιάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Η παγκόσμια αυτή οργάνωση της εργατικής τάξης, που ιστορική ανάγκη επέβαλε την ίδρυσή της ύστερα από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, είναι κείνη που ανασήκωσε το σοσιαλιστικό κίνημα όλου του κόσμου και με τα Κομμουνιστικά Κόμματα όλων των χωρών έδωσε στην εργατική τάξη ένα ξεκάθαρο ιδεολογικό προσανατολισμό, γερή αρματωσιά και στάθηκε ο πιο ισχυρός παράγοντας εναντίον του φασισμού και του χιτλερισμού.
Τα σύμβολα της μεταξικής δικτατορίας σε διατεταγμένη υπηρεσία κατά του λαού

Η οργάνωση αυτή, όταν οι ανάγκες της συνένωσης όλων των προοδευτικών δυνάμεων σ’ ένα αντιφασιστικό μέτωπο ήταν απαραίτητη και η ιστορική στιγμή βροντοφώνησε: “Ολα για τη συντριβή του Φασισμού”, δε δίστασε να αυτοδιαλυθεί.

Εμείς σαν Κόμμα ζήσαμε την ευνοϊκή επίδραση που είχε η διάλυση εκείνο τον καιρό στον αντιφασιστικό πόλεμο. Σήμερα το Συνέδριό μας, καλό θα ήταν, σαν πρώτη ενέργειά του, να εκφράσει μια ευχή για την ενότητα του παγκόσμιου εργατικού κινήματος».

Στη συνέχεια, η Χρύσα Χατζηβασιλείου πρότεινε τα ονόματα των αντιπροσώπων που θα συγκροτούσαν το Προεδρείο για τη διεύθυνση των εργασιών του Συνεδρίου. Η πρόταση εγκρίθηκε και το Προεδρείο απαρτίστηκε από τους: Γιάννη Ιωαννίδη, Χρύσα Χατζηβασιλείου, Β. Μπαρτζιώτα. Λ. Στρίγγο, Β. Κοτσάβρα, Α. Μπλάνα, Κ. Κολιγιάννη, Β. Βλατά, Ν. Αδαμαντιάδη, Κ. Συρέλη, Κ. Παπανικολάου, Ροδή Κάτου και Ευτυχία Σαράντου1.

Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην έκδοση των υλικών του Συνεδρίου που κυκλοφόρησε από την ΚΕ του ΚΚΕ με την ολοκλήρωση των εργασιών του, στο 7ο Συνέδριο έλαβαν μέρος 223 τακτικοί αντιπρόσωποι (απ’ αυτούς 26 ήταν γυναίκες) και 38 αναπληρωματικοί. Η κοινωνική σύνθεση των τακτικών αντιπροσώπων παρουσίαζε την παρακάτω εικόνα: Εργάτες 119, επαγγελματίες 8, αγρότες 22, υπάλληλοι 26, επιστήμονες 29, διανοούμενοι 8, φοιτητές 11. Οι 105 από τους αντιπροσώπους φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν ή έκαναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης των κατακτητών, συγκεντρώνοντας συνολικά 678 χρόνια φυλακής και εξορίας. Η κομματική ηλικία των συνέδρων ήταν η εξής: Οι 63 ήταν κομματικά μέλη πριν από το 1930, 75 ήταν κομματικά μέλη πριν από το 1940 και 85 έγιναν κομματικά μέλη ύστερα από το 1940. Αλλά και η φυσική ηλικία των συνέδρων παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον: Από 20-30 ετών ήταν 73 σύνεδροι. Από 31-40 ετών ήταν 100. Από 41-50 ήταν 46. Από 51-60 ετών ήταν 3 και από 67 ετών ήταν ένας σύνεδρος2.
Λαϊκός συναγερμός στην Αθήνα κατά του Μουσολίνι

Ενδιαφέρουσα είναι και η εικόνα των συνέδρων, που δίνει ο «Ριζοσπάστης» την επομένη της έναρξης των εργασιών του Συνεδρίου, αν και ορισμένα στοιχεία που παραθέτει δεν είναι απολύτως ακριβή, προφανώς λόγω αντικειμενικών δυσκολιών. «Χθες το πρωί – γράφει ο «Ριζοσπάστης»3 - άρχισε τις εργασίες του το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ στην αίθουσα του κινηματοθέατρου ”ΤΙΤΑΝΙΑ” επί της οδού Πανεπιστημίου. Στο Συνέδριο παίρνουν μέρος 235 τακτικοί αντιπρόσωποι που έχουν εκλεγεί από ανάλογες Συνδιασκέψεις οργανώσεων σ’ όλη τη χώρα. Απ’ αυτούς δεν ήλθαν ακόμη 14 λόγω των συγκοινωνιακών δυσκολιών. Οι τακτικοί αντιπρόσωποι κατανέμονται ως εξής κατά περιφέρειες: Οργάνωση Περιοχής Μακεδονίας έχει 69 αντιπροσώπους, αντί των 74 που έχουν εκλεγεί. Οργάνωση Θεσσαλίας 35, αντί των 40. Πελοποννήσου 20. Ηπείρου 20. Κρήτης 14, αντί των 15. Περιοχής Αιγαίου 8, αντί των 9. Περιοχή Στερεάς 12. Περιοχή Αθήνας 30 και παρευρίσκονται και οι 30 και η περιοχή Πειραιά 15 και είναι παρόντες και οι 15. Από τους αντιπροσώπους, οι 198 είναι άνδρες και 25 γυναίκες. Η κοινωνική τους προέλευση είναι εργάτες 119, αγρότες 20, διανοούμενοι μικροαστοί 65, υπάλληλοι 19. Αμερικανοί οπερατέρ κινηματογράφησαν την έναρξη των εργασιών του Συνεδρίου, ενώ Γάλλοι και άλλοι ξένοι ανταποκριτές πήραν πολλές φωτογραφίες και ρεπορτάζ».
Κατοχή: Η φωτιά του εκτελεστικού αποσπάσματος…

Το συνέδριο απασχολήθηκε με τα εξής ζητήματα: – Λογοδοσία της ΚΕ. Εισηγητής ο Γ. Σιάντος. – Η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα και τα προβλήματα της λαϊκής δημοκρατίας. Εισηγητής ο Ν. Ζαχαριάδης. – Το αγροτικό πρόβλημα στην Ελλάδα. Εισηγητής ο Λ. Στριγκός – Το πρόγραμμα του ΚΚΕ. Εισηγητής ο Μ. Παρτσαλίδης – Το καταστατικό του ΚΚΕ. Εισηγητής ο Γ. Ιωαννίδης – Εκλογή ΚΕ και εκλογή Κεντρικής Επιτροπής Ελέγχου του ΚΚΕ. Στο Συνέδριο παραβρέθηκαν και χαιρέτισαν ο Αλκιβιάδης Λούλης εκ μέρους του Δημοκρατικού Ριζοσπαστικού Κόμματος, Ο Στέλιος Κρητικάς εκ μέρους της Δημοκρατικής Ενωσης, ο Κώστας Γαβριηλίδης εκ μέρους του ΑΚΕ, ο Γιάννης Πασσαλίδης από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και ο Νεόκοσμος Γρηγοριάδης από τους Αριστερούς Φιλελεύθερους. Επίσης το Συνέδριο χαιρέτισαν με μηνύματά τους ο Χάρι Πόλιτ, γραμματέας του ΚΚ Αγγλίας, ο Παλμίρο Τολιάτι, Γραμματέας του Ιταλικού ΚΚ, ο Γκότβαλντ, Πρόεδρος του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας και το Γαλλικό ΚΚ. Ας δούμε όμως αναλυτικότερα τις εργασίες του Συνεδρίου.

Οι εργασίες του 7ου Συνεδρίου: Ο απολογισμός της ΚΕ

Οπως έχουμε προαναφέρει τον απολογισμό δράσης της ΚΕ του ΚΚΕ στα 10 χρόνια που είχαν περάσει από το 6ο Συνέδριο παρουσίασε ο Γιώργης Σιάντος. Αρχικά ο ομιλητής αναφέρθηκε στις διεθνείς εξελίξεις, στην άνοδο του φασισμού και το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, υπογραμμίζοντας το ρόλο της Σοβιετικής Ενωσης στη συντριβή του φασισμού. «Η Σοβιετική Ενωση», τόνισε, «σήκωσε το βάρος της χιτλερικής πολεμικής μηχανής στις πλάτες της, έδωσε θάρρος κι ελπίδες στους υπόδουλους λαούς να ξεσηκωθούν και να πολεμήσουν ενάντια στον κατακτητή, έδωσε τη δυνατότητα στους συμμάχους Αγγλους και Αμερικανούς να προετοιμαστούν για τη συντριβή της χιτλερικής Γερμανίας και Ιαπωνίας»5.

Κάνοντας ανασκόπηση στις εσωτερικές εξελίξεις, ο Γ. Σιάντος στάθηκε ιδιαίτερα στο φασιστικό πραξικόπημα της 4ης Αυγούστου του 1936 και στην εγκαθίδρυση της μοναρχομεταξικής δικτατορίας, τονίζοντας πως όλα τα κόμματα, εκτός από το ΚΚΕ, έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης ή ανοχής στον Μεταξά στη Βουλή του 1936. «Είναι γνωστό – πρόσθεσε – ότι ο ίδιος ο Σοφοκλής Βενιζέλος ήταν σύμφωνος στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας. Υπήρχε μάλιστα και μία συμφωνία Βενιζέλου – Μεταξά για να γίνει ο Βενιζέλος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και παραπονιότανε έπειτα ο Σοφοκλής που ο Μεταξάς παρέβη τη συμφωνία και δεν του έδωσε αυτή τη θέση. Αυτό ήταν το παράπονό του και όχι οι διώξεις του δημοκρατικού κόσμου, όχι η καταστροφή της Ελλάδας από τον Μεταξά. Κείνο που τον στενοχωρούσε ήταν το ότι ο Μεταξάς δεν τον έκανε αντιπρόεδρο»6. Ο εισηγητής υπενθύμισε επίσης ότι και το σύμφωνο Παλλαϊκού Μετώπου – Κόμματος Φιλελευθέρων παραβιάστηκε από τους δεύτερους κι έτσι το ΚΚΕ δεν ήταν σε θέση μόνο του να αντιμετωπίσει το πραξικόπημα.

Αναφερόμενος στην περίοδο της Εθνικής Αντίστασης ο Σιάντος εξήρε το ρόλο του Κόμματος, καυτηριάζοντας ταυτόχρονα την αστική τάξη που στα μαύρα χρόνια της Κατοχής έβαλε το ταξικό της συμφέρον πάνω από το συμφέρον του λαού. Ακόμη, αναφέρθηκε στις συμφωνίες του Λιβάνου, της Καζέρτας, της Βάρκιζας, καθώς και στη μάχη του Δεκέμβρη, σε αδυναμίες που εμφανίστηκαν και σε λάθη που έγιναν, αλλά δεν τα εκτίμησε με αντικειμενικότητα. «Η συμφωνία του Λιβάνου», τόνισε, «δεν ήταν λάθος, γιατί ήταν μέσα στην πολιτική μας της εθνικής ενότητας και της ομαλής δημοκρατικής λύσης των εσωτερικών ζητημάτων”7. Επίσης για τη συμφωνία της Βάρκιζας είπε: «Κάναμε τη συμφωνία αυτή σαν ίσος προς ίσο με την κυβέρνηση Πλαστήρα, με επίσημη συμμετοχή και αντιπροσώπων των Αγγλων, για να σταματήσει ο πόλεμος ανάμεσα σε μας και τους Αγγλους και για να χρησιμοποιηθούν όλες αυτές οι δυνάμεις ενάντια στον Χίτλερ, που ακόμα τότε ήταν γερός. Κάναμε τη συμφωνία αυτή για να κατοχυρώσουμε ένα μίνιμουμ των συνταγματικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών του λαού. Κάναμε τη συμφωνία αυτή για να ανοίξει ο δρόμος σε ελεύθερες και γνήσιες εκλογές και δημοψήφισμα, στην εξυγίανση της χώρας από τους προδότες και για να μπει η χώρα στην ανοικοδόμηση»8. Η αλήθεια βέβαια είναι εντελώς διαφορετική, αφού η εξέλιξη έδειξε πως τίποτα δεν έγινε απ’ όσα αναφέρει ο Σιάντος ως στοχεύσεις και επιδιώξεις του κινήματος με την υπογραφή της Συμφωνίας στη Βάρκιζα. Αντίθετα, η συμφωνία οδήγησε στο μονόπλευρο αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και αξιοποιήθηκε για να δοθούν νέα πλήγματα στο ΚΚΕ και το λαϊκό δημοκρατικό κίνημα και να σπρωχτούν οι εξελίξεις στον εμφύλιο πόλεμο.

Στην εισήγηση που παρουσίασε ο Σιάντος αναγνωρίζεται ότι η ΕΑΜική αντιπροσωπεία στο Λίβανο δεν έπρεπε να καταδικάσει το ηρωικό κίνημα ναυτικού και στρατού της Μέσης Ανατολής και ότι στη συμφωνία της Καζέρτας υπήρξε ασάφεια για το σκοπό των αγγλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα. «Είναι, λοιπόν, φανερό και από την εισήγηση – εκτιμούν οι ιστορικοί του ΚΚΕ9 - ότι το 7ο Συνέδριο δεν έκανε μια βαθιά επαναστατική – μαρξιστική ανάλυση της προηγούμενης δράσης του ΚΚΕ, και ιδίως στα χρόνια της κατοχής, δεν είδε κριτικά και αυτοκριτικά τα πολύ σοβαρά λάθη που έκανε η καθοδήγηση, όπως οι απαράδεκτες υποχωρήσεις και συμβιβασμοί στο Λίβανο, στην Καζέρτα και στη Βάρκιζα».

Η πολιτική απόφαση: Ενταφιασμός της θεωρίας της ψωροκώσταινας


Στην πολιτική απόφαση που λήφθηκε ύστερα από συζήτηση, τονιζόταν, μεταξύ άλλων: «Μέσα στον πανευρωπαϊκό οργασμό της δημοκρατικής και σοσιαλιστικής αναγέννησης, η Ελλάδα, εξαιτίας της ένοπλης ξενικής επέμβασης, αποτελεί την τραγική εξαίρεση… Η ζωή και η ησυχία, η τιμή και η περιουσία, η ελευθερία και τα δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών είναι στη διάθεση των τρομοκρατικών ορδών του Μαύρου Μετώπου, του ΣΑΝ, της Χ, του ΕΔΕΣ, της ΒΕΝ (Βασιλικής Ενωσης Νέων) κλπ».10

Αναφορικά με την οικονομική κατάσταση, διαπιστωνόταν ότι ήταν τραγική για τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού. Χάος επικρατούσε σ’ όλους τους τομείς. Η ανεργία είχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο και ο πληθωρισμός αυξανόταν συνεχώς. Το Συνέδριο υπογράμμισε, για άλλη μια φορά, ότι η αποκατάσταση της κατεστραμμένης οικονομίας του τόπου και η ανασυγκρότησή της είναι αδύνατη, όταν αυτή επιδιώκεται σε βάρος των εργαζομένων. Για την εξωτερική πολιτική του καθεστώτος που επιβλήθηκε στον ελληνικό λαό με τη δύναμη των ξένων όπλων, το Συνέδριο διακήρυξε ότι «η εξωτερική πολιτική της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας ποτέ δε στάθηκε ανεξάρτητη εθνική ελληνική πολιτική» και ότι «η αχαλίνωτη πατριδοκαπηλία της Μεγάλης Ελλάδας από πάντα και τώρα πάει να κρύψει το χονδρικό ξεπούλημα της Ελλάδας στους ξένους, την απεμπόληση των δικαιωμάτων της σαν ανεξάρτητου κράτους και την καταλήστευση του λαού στο εσωτερικό από ντόπιους και ξένους».11

Το Συνέδριο καθόρισε σαν βασικούς στόχους μιας πραγματικά εθνικής εξωτερικής πολιτικής τους παρακάτω: «α) Δημοκρατική συνεννόηση με την Αγγλία, πάνω στη βάση της ισοτιμίας, του αλληλοσεβασμού, της αναγνώρισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων του έθνους και της κατάπαυσης κάθε ανάμειξης στα εσωτερικά μας. β) Πολιτική στενής συνεργασίας με τη Σοβιετική Ενωση, τη μεγάλη χώρα του σοσιαλισμού και ανιδιοτελή υπερασπιστή της ανεξαρτησίας των μικρών κρατών. γ) Επίλυση με πνεύμα αμοιβαίας κατανόησης όλων των διαφορών με τις γειτονικές Δημοκρατίες και αποκατάσταση ολόπλευρης, ειρηνικής δημιουργικής συνεργασίας. δ) Στενή φιλία και συνεργασία, επίσης, με τη μεγάλη Δημοκρατία της Αμερικής και τη Γαλλική Δημοκρατία»12. Επίσης, το Συνέδριο κατάγγειλε το καθεστώς που αποκαλούνταν «αγγλική στρατιωτική κατοχή» και ζήτησε την άμεση αποχώρηση των αγγλικών στρατιωτικών δυνάμεων, για να σχηματιστεί αντιπροσωπευτική κυβέρνηση που θα άνοιγε το δρόμο της ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης. H διέξοδος στο ελληνικό ζήτημα, το οποίο είχε δραματικά περιπλέξει η ανοιχτή ένοπλη αγγλική επέμβαση για να επιβληθεί η εξουσία της άρχουσας τάξης με τις αντιδραστικές δυνάμεις της χώρας, ενώ η λαϊκή πλειοψηφία συσπειρωμένη γύρω από το ΕΑΜ επιθυμούσε και απαιτούσε τη λαϊκοδημοκρατική αναγέννηση της χώρας, συνοψίστηκε στα ντοκουμέντα του συνεδρίου ως εξής: Δύο ήταν οι δρόμοι για την πολιτική, κοινωνική και οικονομική εξέλιξη της χώρας. Από τη μια, ήταν ο δρόμος που έδειχνε το μέτωπο της πλουτοκρατίας, της χρηματιστικής ολιγαρχίας, του δοσιλογισμού και της μοναρχοφασιστικής αντίδρασης. Το μέτωπο αυτό, που πολύ εύστοχα χαρακτηρίστηκε μαύρο μέτωπο, στηριζόταν στη δύναμη του αγγλικού ιμπεριαλισμού, είχε ταυτότητα συμφερόντων μαζί του, δεν είχε λαϊκό έρεισμα, ήθελε να κρατήσει αναλλοίωτο το εκμεταλλευτικό καθεστώς στη χώρα, το εξαρτημένο από τον ιμπεριαλισμό. Από την άλλη πλευρά, ήταν το μέτωπο της λαϊκής δημοκρατίας, που συσπειρωνόταν γύρω από το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, αποτελούσε το πλειοψηφικό λαϊκό ρεύμα στη χώρα, αγωνιζόταν για την εθνική ανεξαρτησία, την ανεξάρτητη κοινωνικοοικονομική και πολιτική ανάπτυξη της χώρας, για την κατοχύρωση και τη διεύρυνση των λαϊκών δημοκρατικών ελευθεριών, για ένα νέο τύπο δημοκρατίας με επικεφαλής την εργατική τάξη και τους συμμάχους της κι όλα αυτά ενταγμένα στην προοπτική του σοσιαλισμού. Στην Πολιτική Απόφαση γίνεται αναφορά στο πρόγραμμα της Λαϊκής Δημοκρατίας που κατάρτισε ο πολιτικός συνασπισμός των κομμάτων του ΕΑΜ και τονίζεται ότι ένα από τα μέτρα που ανοίγουν το δρόμο για το πέρασμα από τη Λαϊκή Δημοκρατία στη σοσιαλιστική, είναι η εθνικοποίηση του πιστωτικού κεφαλαίου, των μεγάλων μεταφορών, των βασικών βιομηχανιών που έχουν πρωταρχική εθνική σημασία. Η μεγάλη προσφορά του 7ου Συνεδρίου δεν είναι μόνον ότι προσδιόρισε στη γενική τους έκφραση τις προοπτικές που ξανοίγονταν για τη χώρα. Το 7ο Συνέδριο κατάφερε να αποδείξει ότι ήταν δυνατή η ανεξάρτητη, λαϊκοδημοκρατική αναγέννηση της Ελλάδας. Πέραν του εσωτερικού και διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων, σημείο κλειδί που έπρεπε να διευκρινιστεί ήταν το αν και ποιες δυνατότητες είχε η χώρα να αναπτύξει βαριά βιομηχανία. Το Συνέδριο απάντησε καταφατικά στο θέμα αυτό. «Στοιχεία παρμένα από τους αστούς επιστήμονες και ειδικούς», αναφέρεται στην Πολιτική Απόφαση του Συνεδρίου, «επιβεβαιώνουν τη διαπίστωση πως η Ελλάδα κατέχει ό,τι χρειάζεται για τη δημιουργία στέρεης βαριάς βιομηχανίας, στηριγμένης στις εσωτερικές πηγές και δυνατότητες»13. Με επιστημονικό τρόπο, αξιοποιώντας στο έπακρο τα επιστημονικά πορίσματα διακεκριμένων προοδευτικών, αλλά και αστών επιστημόνων, το 7ο Συνέδριο τίναξε στον αέρα τη θεωρία της ψωροκώσταινας και κατάφερε συντριπτικό χτύπημα στη θεωρία της μεγάλης ιδέας και των σοβινιστικών βλέψεων, που προέβαλε η άρχουσα τάξη με το επιχείρημα πως η χώρα για να ξεφύγει από τη φτώχεια και την υπανάπτυξη έπρεπε να κατακτήσει νέα εδάφη, να μεγαλώσει την εσωτερική της αγορά. Για πρώτη φορά, ο ελληνικός λαός πληροφορούνταν ότι η Ελλάδα μπορούσε ν’ αλλάξει όψη, ότι δεν ήταν καταδικασμένη να μένει στην οικονομική, πολιτική και στρατιωτική εξάρτηση που την είχε καταδικάσει η σύμφυση της ντόπιας ολιγαρχίας με το ξένο κεφάλαιο, ότι η φτώχεια και η υπανάπτυξη δεν ήταν αποτέλεσμα της έλλειψης εδαφών και νέων αγορών. Ο λαός μάθαινε πως η χώρα του μπορούσε ν’ αναπτυχθεί αποκτώντας την ανεξαρτησία της, αξιοποιώντας τις πλουτοπαραγωγικές της πηγές, στηριγμένη σε σχέσεις φιλίας και ισότιμης συνεργασίας με τις άλλες χώρες.
Για τη στρατηγική του Κόμματος

Οπως αναφέραμε στην αρχή, το 7ο Συνέδριο ασχολήθηκε και με το ζήτημα του Προγράμματος του ΚΚΕ. Είχε κατατεθεί προσυνεδριακά σχέδιο Προγράμματος, στο συνέδριο έγινε αρκετή συζήτηση γύρω από το θέμα, χωρίς όμως να υπάρξει κατάληξη σε ένα νέο προγραμματικό κείμενο. Χαράχτηκαν, όμως, κεντρικές προγραμματικές κατευθύνσεις και αποφασίστηκε στο επόμενο κομματικό συνέδριο να υπάρξει κατάληξη σε οριστικό Πρόγραμμα14.

Στο σχέδιο προγράμματος που υποβλήθηκε στο Συνέδριο γινόταν ένα ουσιαστικό βήμα μπροστά, όσον αφορά στο χαρακτήρα της επανάστασης, σε σχέση με τις επεξεργασίες της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ του 1934. Η διαπίστωση εκείνης της Ολομέλειας για δύο επαναστάσεις, μία αστικοδημοκρατική και μία σοσιαλιστική, εγκαταλειπόταν και στη θέση της έμπαινε η εκτίμηση για μία επανάσταση με δύο φάσεις αλληλοδιαπλεκόμενες: Η μία φάση ή σταθμός, όπως λεγόταν, θα ήταν η Λαϊκή Δημοκρατία και η άλλη φάση ή σταθμός θα ήταν ο Σοσιαλισμός. Το πέρασμα δε από τη Λαϊκή Δημοκρατία στο σοσιαλισμό, υπήρχε η εκτίμηση πως θα γινόταν ειρηνικά, χωρίς την ανάγκη εξέγερσης και μάλιστα ένοπλης. Συγκεκριμένα υπογραμμιζόταν: «Το δρόμο προς το σοσιαλισμό ανοίγει η Λαϊκή Δημοκρατία, ο πρώτος σταθμός προς τη σοσιαλιστική κοινωνική απολύτρωση των Ελλήνων εργαζομένων. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έφερε, στην Ευρώπη κυρίως, ορισμένες αλλαγές που ανοίγουν την προοπτική για δυνατότητα ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό»15. Η θέση αυτή για δυνατότητα ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό καμιά σχέση δεν έχει με τη γνωστή δεξιά οπορτουνιστική αντίληψη αντιπαράθεσης των μορφών πάλης στην επανάσταση, περί ειρηνικής ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος και βαθμιαίας εξέλιξής του σε σοσιαλισμό. Η θέση αυτή σήμαινε ότι δε χρειάζονταν δύο επαναστάσεις – μια αστικοδημοκρατική και στη συνέχεια μία σοσιαλιστική – για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, αλλά μία επανάσταση, στα πλαίσια της οποίας οι αστικοδημοκρατικές και σοσιαλιστικές αλλαγές δε θα χωρίζονταν από σινικό τείχος, αλλά θα αλληλοδιαπλέκονται.

Ο Ν. Ζαχαριάδης μίλησε εκτενώς στο Συνέδριο γι’ αυτό το ζήτημα. Σημείωσε ότι ο αστικοδημοκρατικός μετασχηματισμός της ελληνικής κοινωνίας, όπως τον καθόρισε η 6η Ολομέλεια του 1934, δεν έχει διαφορές επί της ουσίας, από τη Λαϊκή Δημοκρατία. Και πρόσθεσε: «Ο χαρακτήρας των προβλημάτων που θα λυθούν δηλαδή α) το ξεκαθάρισμα της αγροτικής οικονομίας από τα μισοφεουδαρχικά κατάλοιπα και β) η απαλλαγή της χώρας από την ξενική οικονομική και πολιτική εξάρτηση και από τις ξενικές επιδράσεις, είναι αστικοδημοκρατικός, δηλαδή αυτά είναι καθήκοντα, που θα έπρεπε να τα λύσει, είτε να παλέψει για να τα λύσει, η αστική τάξη, αν έμενε συνεπής στη δημοκρατική αποστολή της. Μα, η τάξη αυτή πρόδωσε και έτσι τα καθήκοντα αυτά πέφτουν σήμερα στις καινούριες τάξεις, που θα πρέπει να τα λύσουν, παλεύοντας και ενάντια στην αστική τάξη. Υπάρχει όμως τώρα και μια άλλη διαφορά, διαφορά βασική, ουσιαστική, πολιτικοκοινωνική στον αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό, όπως πραγματοποιείται σήμερα. Ενώ η μεταβολή αυτή, από τη φύση των προβλημάτων που έχει να λύσει, είναι αστικοδημοκρατική, από τις κινητήριες δυνάμεις της είναι εργατοαγροτική. Αυτή είναι βασική διαφορά, γιατί αυτές οι κινητήριες δυνάμεις προκαθορίζουν και την παραπέρα εξέλιξη αυτής της μεταβολής. Δηλαδή, το γεγονός ότι οι κινητήριες δυνάμεις είναι η εργατική τάξη, η αγροτιά και οι άλλοι εργαζόμενοι, προκαθορίζει το σταθμό αυτό σαν μεταβατικό προς ανώτερες κοινωνικές μεταβολές, προς το σοσιαλισμό, που, τελικά, θα κατοχυρώσει την πλέρια κοινωνική απελευθέρωση του εργαζόμενου λαού.

Εδώ μπαίνει το ζήτημα ακριβώς του περάσματος από τον αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό, από τη λαϊκή δημοκρατία, στη σοσιαλιστική δημοκρατία. Πρώτα θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πως πρόκειται για δύο ριζικές επαναστάσεις, ας πούμε μεταβολές, χωρίς συζήτηση, αλλά όχι για δύο ένοπλες εξεγέρσεις, είτε για δύο φορές κατάληψη της αρχής, για δύο φορές άνοδο στην εξουσία. Εφ’ όσον η εξουσία περνάει στα χέρια της λαϊκής δημοκρατίας, το ειρηνικό μετά πέρασμα στο σοσιαλισμό βασικά εξασφαλίζεται, μια και οι τάξεις αυτές που παίρνουν την εξουσία συνεχίζουν μετά την πορεία τους προς το σοσιαλισμό, με όχι βασικές ανακατατάξεις στις κοινωνικές δυνάμεις που χειρίζονται την εξουσία»16.
Το συνέδριο για το κόμμα

Το 7ο Συνέριο εξέτασε και τα προβλήματα της κομματικής ανοικοδόμησης, διαπιστώνοντας ότι από τις σοβαρότερες αδυναμίες της κομματικής δουλιάς εξακολουθούσαν να είναι η απόσπαση της καθοδήγησης από τη βάση, πράγμα που έδειχνε γραφειοκρατικοποίηση των μεθόδων καθοδήγησης μέσα στο κόμμα, η δασκαλίστικη γραφειοκρατική καθοδήγηση, ο κομματικός παραγοντισμός. Οι ρίζες των αδυναμιών αυτών εντοπίζονται «στις μικροαστικές επιδράσεις, στη μεταφορά μέσα στο κόμμα όχι κομματικών μεθόδων καθοδήγησης, στη χαλάρωση του ελέγχου της κολεκτιβίστικης δουλιάς και της γόνιμης κριτικής και αυτοκριτικής, στο χαμηλό ιδεολογικό κομματικό επίπεδο των μαζών».17

Για τη βελτίωση της κομματικής δουλιάς, το Συνέδριο αποφάσισε να καταβληθεί προσπάθεια για να εξαλειφθεί η απόσπαση της καθοδήγησης από τη βάση. Να συνεχιστεί και να βελτιωθεί η οργανωμένη και καθοδηγημένη αυτομόρφωση και η εσωκομματική μόρφωση. Να αναπτυχθεί η εσωκομματική δημοκρατία, ώστε το κομματικό μέλος να γίνει ικανό ν’ αποφασίζει, να κρίνει την κομματική γραμμή και δράση, να παίρνει ενεργό μέρος στη διαμόρφωσή τους, να ελέγχει προς τα πάνω και προς τα κάτω. Να βελτιωθεί η κοινωνική σύνθεση του Κόμματος.

Το Συνέδριο χάραξε τα καθήκοντα του Κόμματος σ’ όλους τους τομείς της κομματικής και μαζικής δουλιάς, τονίζοντας ότι «ο συνδυασμός της παράνομης και νόμιμης δουλιάς με βάση το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, θα κάνει το Κόμμα ικανό να συνεχίσει κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες τη δουλιά και το έργο του».18 Βασικός πολιτικός κρίκος στον τομέα της μαζικής δουλιάς καθορίστηκαν οι μαζικοί λαϊκοί αγώνες για τις άμεσες διεκδικήσεις των εργαζομένων, του λαού. Επίσης, υπογραμμίστηκε ξανά η άμεση και ζωτική ανάγκη της μαζικής λαϊκής αυτοάμυνας ενάντια στην τρομοκρατία και την πολιτική καταπίεση.

Για να διαφυλαχτεί και να αναπτυχθεί παραπέρα η πολιτική ενότητα που πραγματοποιήθηκε με το ΕΑΜ στο χωριό και για να μη διασπαστεί η ενότητα δράσης της αγροτιάς με την ύπαρξη δύο κομμάτων (του ΑΚΕ και του ΚΚΕ), αποφασίστηκε να εφαρμοστεί η απόφαση του 6ου Συνεδρίου για την ένταξη όλων των κομμουνιστών του χωριού στο ΑΚΕ.

Το 7ο Συνέδριο ψήφισε νέο καταστατικό του Κόμματος. Με το καταστατικό αυτό καθιερώθηκε ο θεσμός των δόκιμων μελών και η εκλογή Κεντρικής Επιτροπής Ελέγχου.

Το Συνέδριο απηύθυνε Διακήρυξη προς τον ελληνικό λαό, καλώντας τον να συσπειρωθεί στον αγώνα για την ομαλή δημοκρατική λύση του εσωτερικού ζητήματος, δίχως ξενικούς παρεμβατισμούς. Επίσης, πήρε απόφαση για το αγροτικό πρόβλημα, υποστηρίζοντας τα δίκαια αιτήματα των αγροτών και ενέκρινε μια σειρά Ψηφίσματα, όπως το ψήφισμα για τη διεθνή πολιτική ενότητα της εργατικής τάξης. Στο ψήφισμα αυτό εκτίμησε θετικά το ιστορικό έργο της ΚΔ και εξέφρασε την ευχή «να ενσωματωθούν το γρηγορότερο όλα τα εργατικά κόμματα του κόσμου, που πιστεύουν στο σοσιαλισμό, ανεξάρτητα από αποχρώσεις, σε μια ενιαία διεθνή πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης».19

Το Συνέδριο έβαλε το καθήκον να αυξηθεί ο αριθμός των γυναικείων μελών μέσα στο κόμμα, ώστε να φτάσει το 50%. Και αποφάσισε να συγκροτηθούν δίπλα σε κάθε όργανο, από την Κεντρική Επιτροπή και κάτω γραφεία για τη δουλιά στις γυναίκες. Με βάση αυτή την απόφαση, η νέα Κεντρική Επιτροπή συγκρότησε Γραμματεία της ΚΕ για τη δουλιά στις γυναίκες, με επικεφαλής τη Χρύσα Χατζηβασιλείου.

Τέλος, εκλέχτηκε νέα Κεντρική Επιτροπή, με Γενικό Γραμματέα τον Ν. Ζαχαριάδη και για πρώτη φορά Κεντρική Επιτροπή Ελέγχου. Στη νέα ΚΕ εκλέχτηκαν τακτικά μέλη: Αναστασιάδης Στέργιος, Αραμπατζής Νίκος, Βασιλειάδης Αρίστος, Βατουσιανός Μήτσος, Βαφειάδης Μάρκος, Βλαντάς Δημήτριος, Γκρόζος Απόστολος, Ερυθριάδης Γιώργης, Ζαγουρτζής Νίκος, Ζαχαράτος Μιλτιάδης, Ζαχαριάδης Νίκος, Ζεύγος Γιάννης, Ζωγράφος Ζήσης, Ιωαννίδης Γιάννης, Κοτσάβρας Βασίλης, Μαρκεζίνης Βασίλης, Μαυρομάτης Παναγιώτης, Μουζενίδης Αδάμ, Μπαρτζιώτας Βασίλης, Μπλάνας Αχιλλέας, Παρτσαλίδης Μήτσος, Πλουμπίδης Νίκος, Πορφυρογένης Μιλτιάδης, Ρούσος Πέτρος, Σιάντος Γιώργης, Σουκαράς Σωτήρης, Στρίγκος Λεωνίδας, Τσιτήλος Γιώργης, Χατζηβασιλείου Χρύσα, Χατζής Θανάσης.

Αναπληρωματικά μέλη εκλέχτηκαν οι Βασβανάς Βαγγέλης, Βέτας Φώκος, Βοντίτσιος Γιώργης, Γυφτοδήμος Κώστας, Δημητρίου Γιώργης, Θέος Κώστας, Καπέτα Αλέγρα, Κάτου Ροδή, Κολιγιάννης Κώστας, Λουλές Κώστας, Μακρίδης Θεόδωρος, Μαχαιρόπουλος Χρήστος, Παρτσαλίδου Αύρα, Ρουμελιώτης Νίκος, Τσάντης Μιχάλης. Στην Κεντρική Επιτροπή Ελέγχου εκλέχτηκαν οι Δανιηλίδης Πολύδωρος, Καραγκίτσης Παντελής, Παπαρήγας Μήτσος, Σινάκος Μιχάλης και Φαρμάκης Κώστας.

Στη Γραμματεία της ΚΕ εκλέχτηκαν οι Γ. Σιάντος, Γ. Ιωαννίδης, Μ. Παρτσαλίδης και Χρύσα Χατζηβασιλείου. Η νέα ΚΕ συνήλθε στις 7 του Οκτώβρη στην πρώτη Ολομέλειά της και εξέλεξε νέο ΠΓ και Γραμματεία της ΚΕ. Το νέο ΠΓ αποτέλεσαν οι Νίκος Ζαχαριάδης, Γ. Σιάντος, Γ. Ιωαννίδης, Χρύσα Χατζηβασιλείου, Μήτσος Παρτσαλίδης, Βασίλης Μπαρτζιώτας, Τάσος Πετρίδης (Στέργιος Αναστασιάδης) τακτικά μέλη και Λ. Στρίγκος, Γιάννης Ζέβγος και Πέτρος Ρούσος, αναπληρωματικά. Επίσης, αποφάσισε ο «Ριζοσπάστης» και η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» να διευθύνονται από συντακτικές επιτροπές. Επικεφαλής της Συντακτικής Επιτροπής του «Ριζοσπάστη» ορίστηκε ο Κ. Καραγιώργης (Γυφτοδήμος)20.

1 «Ριζοσπάστης» Τρίτη 2/10/1945.

2 «Το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ», Εκδόσεις της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 1945, τεύχος Α’, σελ. 11-12.

3 «Ριζοσπάστης» Τρίτη 2/10/1945.

4 «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 527, «Ριζοσπάστης» Τρίτη 2/10/1945, «Το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ», Εκδόσεις της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 1945, τεύχος Α’, σελ. 11-12, κ.ά.

5 «Το ΚΚΕ – Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος έκτος, σελ. 398.

6 Στο ίδιο, σελ. 399.

7 «Το ΚΚΕ – Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος έκτος, σελ. 411.

8 Στο ίδιο, σελ. 409-410.

9 «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 529.

10 «Το ΚΚΕ – Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος έκτος, σελ. 77.

11 Στο ίδιο, σελ. 79.

12 Στο ίδιο, σελ. 84-85.

13 «Το ΚΚΕ – Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος έκτος, σελ. 82.

14 «Είναι φανερό – έλεγε ο Μ. Παρτσαλίδης στην εισήγησή του – πως δεν μπορούμε στο σημερινό συνέδριο να καταλήξουμε σ’ ένα οριστικό πρόγραμμα. Εδώ θα χαράξουμε τις κατευθυντήριες γραμμές για ένα τέτοιο πρόγραμμα, θα καταλήξουμε δηλαδή, με τη συζήτηση που θα γίνει, σε μερικές βασικές αρχές για την επεξεργασία του προγράμματος του κόμματος. Το οριστικό σχέδιο του προγράμματος μπορεί να υποβληθεί μόνο στο 8ο Συνέδριο» («Το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ», εκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τεύχος Ε’, Αθήνα 1945, σελ. 3).

15 «Το ΚΚΕ- Επίσημα κείμενα”, εκδόσεις ΣΕ, τόμος 6ος, σελ. 421. Ολόκληρο το σχέδιο στις σελίδες 416-430.

16 «Το 7ο Συνέδριο του ΚΚΕ», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, τεύχος Ε’, σελ. 18-19.

17 Στο ίδιο, σελ. 85.

18 «Το ΚΚΕ – Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος έκτος, σελ 86.

19 Στο ίδιο, σελ 113.

20 «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 534.
Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Τρίτη 26 Ιουλίου 2011

ΗΡΩΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ... του παράνομου Τύπου

Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ σχεδόν η κουβέντα μας με τον μπάρμπα - Μανώλη (τον Μανώλη Λυγηρό του Σταύρου), που, τέτοιες μέρες, 2 Ιούλη 1949, μαζί με τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ Βασίλη Μαρκεζίνη και Κορνήλιο Νικολαΐδη εκτελέστηκε για παράβαση του Γ` Ψηφίσματος.

ΒΡΕΘΗΚΕ κοντά μας στη γνωστή Στοά Πάππου, εκεί όπου κάθε μέρα από το 1944-1947 γινόταν η στερνή δημοσιογραφική ετοιμασία της «Ελεύθερης Ελλάδας» κι εκεί με την αγωνία δευτερολέπτου καρτερούσαμε ν' ακουστεί το μούγκρισμα του πανάρχαιου εκείνου πιεστηρίου, που, παρ' όλα αυτά, τύπωνε ακόμη πολλά από τα δικά μας έντυπα.

ΕΙΧΕ, δίπλα στον Κ. Βάρναλη και μαζί με τον Γ. Ελληνούδη, κι όλη εκείνη την ηρωική ομάδα που δούλεψε τη μοναδική εκείνη «Βικτώρια» της οδού Σκρα της Καλλιθέας, τελειώσει τη θητεία του στον παράνομο Τύπο. Ενας γεροδεμένος ροδοκόκκινος ασπρομάλλης, που έσπρωχνε μέσα το χειράμαξό του, που, καμουφλαρισμένο με λαχανικά, κουβαλούσε δημοσιογραφικό χαρτί, μελάνια τυπογραφικά, ανταλλακτικά και, φυσικά, εφημερίδες παράνομες, το «Ρίζο», την «Ελεύθερη Ελλάδα», προκηρύξεις κι αφίσες. Ψύχραιμος, άτρομος, κουβαλούσε με το καρότσι του το θάνατο, που μπορούσε να πεταχτεί μπροστά του σε κάθε στιγμή.

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ο μπάρμπα - Μανώλης θα ζήσει εκεί την τραγωδία της δολοφονίας του πρώτου μάρτυρα της ελληνικής δημοσιογραφίας Κώστα Βιδάλη, το καλοκαίρι του 1946, στη Θεσσαλία, που μαζί του είχε ζήσει την επική εκείνη προσφορά τους στον Τύπο της Εθνικής Αντίστασης. Τις ώρες που η εφημερίδα έκλεινε την τελευταία της σελίδα, πυρετικές στιγμές που έβαζε πάντα τη σφραγίδα του με το χέρι του ο Κώστας Βιδάλης, ο μπάρμπα - Μανώλης αναζητούσε τον αγαπημένο του σύντροφο, που έμεινε άγρια δολοφονημένος εκεί, όπου τέτοιες μέρες ζούσε κι έγραφε τη μοναδική εκείνη έρευνα, το ρεπορτάζ «Η μάχη της σοδειάς», που πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα του ΕΑΜ, ο «Ρήγας».

ΘΑ ΖΗΣΕΙ εκεί, στην «Ελεύθερη Ελλάδα», το άγριο κυνηγητό, που είχαν εξαπολύσει ενάντια στον ΕΑΜικό Τύπο. Πάντα παρών από τα χαράματα και για όλα τα τρεξίματα, γιατί όλα τα 'ξερε και τα είχε μάθει σωστά, δίπλα σε καλό δάσκαλο. Χαρτιά, μελάνια, κλισέ, αλλά και τα χειρόγραφα της μέρας, μαζί με τις διορθώσεις που έπρεπε να βρεθούν στα γραφεία της Ερμού, στη Σύνταξη της εφημερίδας. Αγρυπνος και πάντα ακούραστος, έζησε και τη στερνή μέρα της «Ελεύθερης Ελλάδας», όταν, μέσα σε λίγες ώρες, με την έφοδο της Αστυνομίας, θα σταματούσαν τις εφημερίδες μας. Νέκρωσε τότε κι η Στοά Πάππου, που εκεί έβγαιναν τα ΕΑΜικά έντυπα και περιοδικά.

Η ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση έχει τους ήρωές της. Αμέτρητοι κι ακατάγραφοι ακόμη. Χωρίς τιμητικές στήλες, χωρίς τάφους, με τα στήθια τους γαζωμένα από τις σφαίρες του αμερικανόδουλου κράτους.

Σ' ΑΥΤΗΝ την τρανή γενιά, ανήκει κι ο μπάρμπα - Μανώλης Λυγηρός, ο λεοντόκαρδος του αντιστασιακού Τύπου! Αφιέρωσε όλα τα χρόνια της σύντομης ζωής του στον αγώνα του λαού κι αναδείχτηκε ένας από τους πιο θαρραλέους διακινητές του «Ρ» και, γενικά, του παράνομου ΕΑΜικού υλικού.

ΚΑΙ ΤΟΝ θυμόμαστε σήμερα, γιατί ακριβώς τούτες τις μέρες, εδώ και 55 χρόνια - 2 Ιούλη 1949 - ο αγωνιστής, που, με το καρότσι του, μετέφερε τα παράνομα έντυπα και τυπογραφικά υλικά, στάθηκε ακλόνητος μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Δίπλα του, τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ, ο Βασίλης Μαρκεζίνης και ο Κορνήλιος Νικολαΐδης. Η αμερικάνικη γκιλοτίνα - με το Γ` Ψήφισμα - σκότωνε, σκότωνε ασταμάτητα τους αγωνιστές της ΕΑΜικής Αντίστασης σ' όλη την Ελλάδα. Τα Εκτακτα Στρατοδικεία, νύχτα - μέρα, έβγαζαν θανατικές καταδίκες.

ΚΑΠΟΤΕ ο Κ. Καραγιώργης, ο διευθυντής του «Ρ», μιλώντας για τον παράνομο μηχανισμό της Κατοχής, είχε υπογραμμίσει πως ορισμένα τυπογραφεία έχουν τέτοια ιστορία, που θα έπρεπε γι' αυτά να γραφτούν βιβλία ολόκληρα. Αν σ' αυτά προσθέσουμε και τους συντρόφους, που τα στήσανε και τα δούλεψαν μέσα στις κατακόμβες, τότε μπορεί να νιώσει κανείς πόσο μεγάλη στάθηκε η προσφορά τους. Η «Βικτώρια» της οδού Σκρα στην Καλλιθέα βεβαιώνει του Καραγιώργη τα λόγια. Εξήντα ολόκληρα χρόνια, ζωές και μνημεία μένουν πάντα αγνοημένα κι ατίμητα.

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Καπετάν Διαμαντής (Γιάννης Αλεξάνδρου)

Ποιος ήταν ο Διαμαντής;


Επαναστατικό όνομα, αγωνιστικό ψευδώνυμο. Που το πήρε από ένα τυχαίο περιστατικό και το 'κανε απέθαντο (Πήγε σε μια παράνομη σύσκεψη στη Λαμία, προπολεμικά. Επεσαν σε παρακολούθηση. Ξέφυγε. Στο κοντινό χωριό Κόμα καταφθάνουν οι χωροφύλακες. Στο καφενείο που κάθισε, έριξαν μια ματιά. Εσύ πώς λέγεσαι; ρώτησαν. Διαμαντής, απάντησε. Οι Διαμανταίοι είχανε καλό όνομα στο χωριό. Δεν τον γνώριζαν. Και γλίτωσε. Οταν βγήκε αντάρτης, το ανέσυρε από το παρελθόν και έγινε ο Καπετάν Διαμαντής).

Κατά κόσμον Γιάννης Αλεξάνδρου. Ο πατέρας του Κομνάς. Από αγροτική οικογένεια. Γεννήθηκε στην Κάτω Αγόριανη το 1914. Ο προπάππος του, Λουκάς Αλεξάνδρου, συμπολεμιστής του Δυσσέα Αντρούτσου, στο Χάνι της Γραβιάς (Οταν θα 'ρθει «το πλήρωμα του χρόνου» - στο νέο '21 - θ' ακολουθήσει τα χνάρια του). Τέλειωσε το Γυμνάσιο στην Αμφίκλεια (Δαδί). Οργανώνεται στην ΟΚΝΕ (Ενωση Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας). Φοιτητής της Νομικής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, γίνεται μέλος του ΚΚΕ. Συμμετέχει δραστήρια σε όλους τους φοιτητικούς και λαϊκούς αγώνες. Στον Πόλεμο του 1940, πολεμιστής στο αλβανικό μέτωπο (Πρέπει να 'ταν χειριστής οπλοπολυβόλου. Γιατί σ' αυτό το όπλο μέχρι το θάνατό του θα έχει ιδιαίτερη αδυναμία).

Στην Κατοχή βρίσκεται στο χωριό του. Και όλη του η σκέψη είναι στην Αντίσταση. Το 1941 συγκροτείται το Κομματικό Γραφείο στο οποίο μετέχει. Συμβάλλει αποφασιστικά στην οργάνωση του κόσμου στο ΕΑΜ. Στις αρχές του 1942 έρχεται ο Αρης και βολιδοσκοπεί τα πράγματα για ένοπλο αγώνα. Γίνεται στο σπίτι του Κοφίνη η σύσκεψη με αυτό το θέμα. Τον Ιούλη του 1942 βγαίνει στον Παρνασσό η περίφημη «8η Ομάδα» ανταρτών.

Σ' αυτή την Ομάδα των πρωτοπόρων, ο Διαμαντής είναι ο ουσιαστικός αρχηγός. Με το οπλοπολυβόλο στον ώμο (που τους το παρέδωσε αξιωματικός χωροφυλακής) και με το «φύλλο πορείας» - εντολής της Αχτιδικής Επιτροπής του ΚΚΕ, παίρνει τον ανήφορο για τον Παρνασσό. Κι ούτε καν περνάει υποψία από το μυαλό του πως αυτή η «ανάβαση» θα κάνει θρυλικό το όνομά του. Και θα τον οδηγήσει στην αθανασία! Στον ΕΛΑΣ ο Διαμαντής θα φανερώσει τις μεγάλες πολιτικές, οργανωτικές και στρατιωτικές του ικανότητες. Στο Γοργοπόταμο θα του ανατεθεί μια από τις πιο υπεύθυνες αποστολές. Θα αναδειχτεί σε πολιτικό καθοδηγητή του Αρχηγείου Παρνασσίδας. Οταν ο ΕΛΑΣ θα γίνει ταχτικός στρατός, θα είναι καπετάνιος στο 34 Σύνταγμα της 2ης Μεραρχίας με χώρο ευθύνης κυρίως την Αττικοβοιωτία. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες. Το Δεκέμβρη του 1944, με την ένοπλη επέμβαση των Αγγλων, πήρε μέρος με το Σύνταγμά του στη Μάχη της Αθήνας. Υπερασπίστηκε ηρωικά τον Τομέα του Σανατορίου «Σωτηρία». Ονομάστηκε ταγματάρχης.

Μετά τη Βάρκιζα αναγκάστηκε να βγει στον Παρνασσό καταδιωκόμενος. Το 1946 σχημάτισε την πρώτη ομάδα ένοπλων καταδιωκομένων. Συνέβαλε στη συγκρότηση του ΔΣΕ στην Παρνασσίδα και στη Ρούμελη. Επικεφαλής του Αρχηγείου Παρνασσίδας, το 1947 έδωσε μεγάλες μάχες στην Αράχοβα, στη Λοκρίδα, στην Αμφισσα. Κατατρόπωσε τον αντίπαλο και τον ανάγκασε να κλειστεί στα κέντρα του. Αχρήστευσε τις εκκαθαριστικές του επιχειρήσεις. Λευτέρωσε όλο τον ορεινό όγκο της Ρούμελης. Τμήματα επίλεκτα του ΔΣΕ πάτησαν την Εύβοια, τον Ελικώνα και Κιθαιρώνα. Εφτασαν και στην Πάρνηθα.

Το 1948 ο Διαμαντής αναλαμβάνει διοικητής της 2ης Μεραρχίας του ΔΣΕ (Πρώην Αρχηγείο Ρούμελης). Ονομάζεται συνταγματάρχης και στη συνέχεια υποστράτηγος.

Από τη θέση αυτή αναδεικνύονται οι στρατηγικές του ικανότητες και τα ηγετικά του προσόντα. Μαζί με τον Γιώτη (Χαρίλαο Φλωράκη), υποστράτηγο, διοικητή της 1ης Μεραρχίας, τέλος του 1948 χτυπούν την Καρδίτσα. Και αρχές του 1949 καταλαμβάνουν το Καρπενήσι, που το κρατούν επί ένα 20ήμερο. Επιτυχία μεγάλης σημασίας, που συνοδεύεται με παρασημοφορία τους από την Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση.

Μέσα από αυτούς τους αγώνες, ο Διαμαντής απόχτησε μεγάλο κύρος. Είναι ένας από τους πιο ικανούς και αγαπητούς λαογέννητους ηγέτες. Τον λατρεύουν οι μαχητές και οι μαχήτριες του ΔΣΕ και ο λαός. Τον υπολογίζουν σοβαρά, τον θαυμάζουν αλλά και τον τρέμουν οι πολιτικοί και στρατιωτικοί του αντίπαλοι. Η δράση του, η ταχτική του, οι ελιγμοί του γίνονται θέμα μελέτης στα επιτελεία του τακτικού στρατού. Και μάθημα στη Σχολή Ευελπίδων.

Ατρωτος έμεινε ο Διαμαντής, από το 1940 μέχρι το 1949. Πάντα μπροστάρης, σε μάχες, σε ενέδρες, σε κλοιούς, σε ελιγμούς. Νηστικός, διψασμένος, ταλαιπωρημένος (Ακόμα κι ατσίγαρος, η μεγάλη αδυναμία του). Πάντα στις δύσκολες στιγμές με το οπλοπολυβόλο στο χέρι, ας ήτανε στρατηγός (Χαρακτηριστικές μάχες: Πυργούλι και Γέφυρα Κοράκου). Ακούραστος όμως, με ατσάλινα νεύρα και ανθεκτικός. Χιλιάδες οι ριπές να τον σημαδεύουν, να τον χτυπάνε, μα να μην τον πετυχαίνουν. Αλεξίσφαιρος! Δεν τον κόλλησε σφαίρα. Κι έρχεται στις 21 Ιούνη του 1949, στον Αϊ - Γιάννη, ψηλά απ' τα Μάρμαρα, το άτιμο το φαρμακερό βόλι και τον αφήνει στον τόπο!..

Ηταν μια δόξα του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ ο Διαμαντής. Αντιστράτηγος πια, τιμημένος νεκρός. Απώλεια για το κίνημά μας. Τον κλαίει ακόμα ο λαός μας και οι αντάρτες που επέζησαν. Οι μοναρχοφασίστες που τον έπιασαν σκοτωμένον, ήθελαν να του κόψουνε το κεφάλι. Ο στρατηγός τους δεν το επέτρεψε. «Αφήστε τον, είπε. Μας ξεφτίλισε ζωντανός. Να μη μας ξεφτιλίσει και νεκρός».

1949: Πέφτει από «κακό βόλι» ο καπετάν Διαμαντής


Στη φωτογραφία η διοίκηση του 34ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Στο μέσο της πρώτης σειράς, με το μουστάκι, ο καπετάν Διαμαντής. Στα δεξιά του ο στρατιωτικός διοικητής του Συντάγματος, Χρήστος Δαλιάνης




ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Στις 21 Ιούνη του 1949, στη θέση Αϊ- Γιάννης, ψηλά από το χωριό Μάρμαρα Σπερχειάδας, χτυπημένος από «κακό βόλι», πέφτει νεκρός ο διοικητής της ΙΙ Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, ο καπετάν Διαμαντής.

Γιάννης Αλεξάνδρου, το πραγματικό του όνομα. Από τη Λιλαία - Κάτω Αγόριανη Παρνασσού. Απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μέλος της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ) στο Γυμνάσιο Αμφίκλειας - Δαδί Φθιώτιδας. Μέλος του ΚΚΕ στο πανεπιστήμιο. Πήρε μέρος στον πόλεμο 1940 - 1941 σαν σκοπευτής οπλοπολυβόλου.

Πρωταντάρτης στον Παρνασσό από το καλοκαίρι του 1942. Επιλεγμένος από την Αχτιδική Επιτροπή του ΚΚΕ για επικεφαλής της πρώτης ανταρτομάδας, της λεγόμενης συνθηματικά «8ης Ομάδας» Παρνασσού. Επιφορτισμένος με ιδιαίτερα σοβαρή αποστολή στην επιχείρηση ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοπόταμου, το Νοέμβρη του 1941.

Μετά τη Βάρκιζα καταφεύγει διωκόμενος στον Παρανασσό και πρωτοστατεί στη συγκρότηση του ΔΣΕ στην Παρνασσίδα και στη Ρούμελη. Υπό τη διοίκησή του ο ΔΣΕ ελευθερώνει όλο τον ορεινό όγκο της Ρούμελης, ενώ επίλεκτα τμήματά του πατούν την Εύβοια, τον Ελικώνα και τον Κιθαιρώνα φθάνοντας μέχρι την Πάρνηθα.

Το 1948 με το βαθμό του υποστράτηγου διορίζεται από την Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση διοικητής της ΙΙ Μεραρχίας του ΔΣΕ. Από τη θέση αυτή αναδεικνύονται οι στρατηγικές του ικανότητες και τα ηγετικά του προσόντα. Μαζί με το Χαρίλαο Φλωράκη - Γιώτη, υποστράτηγο, διοικητή της Ι Μεραρχίας, τέλος του 1948 χτυπούν την Καρδίτσα. Αρχές του 1949 καταλαμβάνουν το Καρπενήσι, που το κρατούν επί ένα 20ήμερο. Επιτυχία μεγάλης σημασίας.

Μέσα από τους αγώνες, ο Διαμαντής απέκτησε μεγάλο κύρος. Ο Γιώργης Μωραΐτης γράφει στο «Ριζοσπάστη» της 27ης Ιούνη του 1999: «Ηταν ένας από τους πιο ικανούς και αγαπητούς, λαογέννητους ηγέτες. Τον λάτρευαν οι μαχητές και οι μαχήτριες του ΔΣΕ και ο λαός. Ομως και οι εχθροί του τον υπολόγιζαν σοβαρά, τον θαύμαζαν αλλά και τον έτρεμαν οι πολιτικοί και στρατιωτικοί του αντίπαλοι. Η δράση του, η τακτική του, οι ελιγμοί του έγιναν θέμα μελέτης στα επιτελεία του τακτικού στρατού, ακόμη και μάθημα στη Σχολή Ευελπίδων».

Οι μοναρχοφασίστες που βρήκαν το πτώμα του, ήθελαν να του κόψουν το κεφάλι. Δεν τους άφησε ο στρατηγός τους. «Αφήστε τον, είπε. Μας ξεφτίλισε ζωντανός. Να μη μας ξεφτιλίσει και νεκρός».

Η ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ 1947 - 3η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ και οι αποφάσεις της


Όλοι στ' άρματα - Όλα για τη νίκη


Ένα από τα πιο σημαντικά και πιο πολυσυζητημένα Σώματα του ΚΚΕ στην περίοδο του εμφυλίου πολέμου είναι η 3η Ολομέλεια της ΚΕ του Κόμματος, που συνήλθε το Σεπτέμβρη του 1947. Πρόκειται για την Ολομέλεια που επικύρωσε τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της κομματικής δουλιάς στην ένοπλη δράση. Η μετατόπιση αυτή είχε ήδη αρχίσει να πραγματοποιείται από την Ανοιξη του '47. Πρόκειται όμως και για το κομματικό Σώμα που απασχόλησε πολύ στη συνέχεια το ΚΚΕ, αφού οι αποφάσεις του, σε σχέση με το χρόνο που λήφθηκαν, κρίθηκαν ανεδαφικές και συνεπώς αντικειμενικά ανεφάρμοστες.

Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι τον Σεπτέμβρη του 1947 είχαν συντελεστεί σημαντικές αλλαγές στη χώρα, σε βάρος του ΚΚΕ, του ΔΣΕ και του λαϊκοδημοκρατικού κινήματος. Η αμερικάνικη επέμβαση επέφερε δραστική αλλαγή στο συσχετισμό δυνάμεων, που τώρα πια έγερνε αισθητά υπέρ του αντιπάλου. Επίσης είχε αρκετά οργανωθεί το αστικό κράτος και τα όργανα καταστολής του. Είχε εκκαθαριστεί σε μεγάλο βαθμό από κομμουνιστές, αριστερούς και δημοκράτες ο κρατικός μηχανισμός, ο στρατός, η αστυνομία και είχε χτυπηθεί το λαϊκό κίνημα, μέσω της τρομοκρατίας, των μαζικών διώξεων, των συλλήψεων, των φυλακίσεων και εκτοπίσεων. Τέλος, με τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, που πραγματοποίησε ο αστικός στρατός από τον Μάρτη ως τον Ιούλη του '47, αν και δεν έγινε κατορθωτός ο αντικειμενικός στόχος της διάλυσης του ΔΣΕ, εντούτοις άδειασαν σε μεγάλο βαθμό την ύπαιθρο (σε 800.000 υπολογίζονται οι ξεσπιτωμένοι κάτοικοι της υπαίθρου που οδηγήθηκαν βίαια στα αστικά κέντρα), αφαιρώντας από τον ΔΣΕ κρίσιμους κρίκους τροφοδότησης και εφεδρειών.

Αυτές οι αλλαγές δε λήφθηκαν υπόψη από την 3η Ολομέλεια της ΚΕ του κόμματος. Αντίθετα, στις εργασίες της επικράτησε ο ενθουσιασμός, η υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων του λαϊκού κινήματος και η υποτίμηση του αντιπάλου.

Ο τρόπος σύγκλησης και η σύνθεση της Ολομέλειας


Στη φωτογραφία εικονίζεται ένα από τα πρώτα στοιχεία όλμου του ΔΣΕ. Ο όλμος είχε κρυφτεί - ύστερα από τη συμφωνία της Βάρκιζας - από τον Γιώργο Γαλάνη (στη φωτογραφία καθιστός, κρατά το τηλέμετρο), που σκοτώθηκε το 1948 στο Σινιάτικο, ως αξιωματικός του ΔΣΕ, σε μια μάχη στη γέφυρα της Νεάπολης

Οι εργασίες της 3ης Ολομέλειας πραγματοποιήθηκαν σε δύο τμήματα. Το ένα τμήμα συνήλθε στο εξωτερικό (κατά πάσα πιθανότητα στη Γιουγκοσλαβία, αν και ορισμένες μαρτυρίες που έχουμε υπόψη μας κάνουν λόγο για την Αλβανία), στις 11 και 12 Σεπτέμβρη του 1947, με τη συμμετοχή μελών της ΚΕ που βρίσκονταν στο εξωτερικό και στο βουνό. Στο τμήμα αυτό (που ονομάστηκε κλιμάκιο Ελεύθερης Ελλάδας) πήραν μέρος: Ο Ν. Ζαχαριάδης, ο Γ. Ιωαννίδης, ο Μ. Βαφειάδης, ο Λ. Στρίγκος, ο Π. Ρούσος και ο Γ. Ερυθριάδης. Στις 12 Σεπτέμβρη, τα μέλη της ΚΕ που προαναφέραμε συνεδρίασαν από κοινού με στρατιωτικά στελέχη του ΔΣΕ - μέλη του Κόμματος, όπου συζήτησαν και κατέληξαν στο στρατιωτικό σχέδιο δράσης του Δημοκρατικού Στρατού, το επονομαζόμενο σχέδιο "Λίμνες". Στη στρατιωτικοπολιτική αυτή σύσκεψη, εκτός των μελών της ΚΕ, συμμετείχαν επίσης οι: Στ. Παπαγιάννης, επιτελάρχης του ΔΣΕ, Γ. Κικίτσας, διοικητής του ΔΣΕ Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας, Ν. Κανακαρίδης, διοικητής του ΔΣΕ Δ. Θράκης και Λασσάνης, διοικητής του ΔΣΕ Ανατολικής Μακεδονίας.

Το άλλο τμήμα της ΚΕ συνήλθε στην Αθήνα, στις 27 Σεπτέμβρη 1947 με τη συμμετοχή μελών της που βρίσκονταν εκεί. Πήραν μέρος τα εξής μέλη της ΚΕ: Στέργιος Αναστασιάδης, Χρύσα Χατζηβασιλείου, Μήτσος Βλαντάς, Παναγιώτης Μαυρομάτης, Κώστας Καραγιώργης, Σωτήρης Σουκαράς και Αχιλλέας Μπλάνας.

Οι ημερομηνίες, που δόθηκαν τότε στη δημοσιότητα, ότι η Ολομέλεια συνήλθε στο διάστημα 12 - 15 Σεπτέμβρη ήταν οπωσδήποτε παραπλανητικές και εξυπηρετούσαν συνωμοτικούς σκοπούς.

Και τα δύο αυτά τμήματα της ΚΕ ήταν ισότιμα, αν και το πρώτο (των μελών που βρίσκονταν στο εξωτερικό και στο βουνό) αντικειμενικά είχε, στην πράξη, το προβάδισμα, λόγω και του χαρακτήρα των αποφάσεων που πάρθηκαν. Συγκεκριμένα, το τμήμα αυτό των μελών της ΚΕ συζήτησε και κατέληξε ομόφωνα σε μια σειρά αποφάσεις. Στη συνέχεια οι αποφάσεις αυτές στάλθηκαν στην Αθήνα, όπου επίσης εγκρίθηκαν ομόφωνα - με ορισμένες παρατηρήσεις σε δευτερεύοντα ζητήματα - από το τμήμα των μελών της ΚΕ που συνεδρίασαν εκεί. Γι' αυτές τις αποφάσεις ενημερώθηκαν και τα υπόλοιπα μέλη της ΚΕ που δεν πήραν μέρος στη συνεδρίαση του ενός ή του άλλου τμήματος, χωρίς να καταγραφεί από τα στοιχεία που έχουμε καμιά διαφωνία, όσον αφορά τον προσανατολισμό που έδινε η Ολομέλεια στο Κόμμα.

Οι εργασίες της Ολομέλειας

Στη συνεδρίαση του κλιμακίου της Ελεύθερης Ελλάδας έγιναν δύο εισηγήσεις. Για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, την πορεία του λαϊκοαπελευθερωτικού αγώνα και τα καθήκοντα του Κόμματος εισήγηση έκανε ο Ν. Ζαχαριάδης. Για τη στρατιωτική κατάσταση και τα άμεσα καθήκοντα του ΔΣΕ εισήγηση έκανε ο Μ. Βαφειάδης.

Το κλιμάκιο αυτό κατέληξε στις εξής αποφάσεις: Ενέκρινε πολιτική απόφαση, το στρατιωτικό σχέδιο επιχειρήσεων του ΔΣΕ γνωστό με την επωνυμία "Σχέδιο Λίμνες", καθώς και απόφαση, για τους λεγόμενους δηλωσίες. Τέλος, πήρε μια σειρά οργανωτικά μέτρα για την εκπλήρωση των στόχων που έμπαιναν μπροστά στο Κόμμα, το λαϊκό κίνημα και τον ΔΣΕ.

Στη συνεδρίαση του κλιμακίου της Αθήνας εισήγηση έκανε ο Στέργιος Αναστασιάδης, μέλος του ΠΓ και υπεύθυνος για όλη την κομματική δουλιά, παράνομη και νόμιμη, μετά τη σύλληψη του Μ. Παρτσαλίδη. Η εισήγηση του Στ. Αναστασιάδη ουσιαστικά στηρίχτηκε στο υλικό που είχε σταλεί από τη συνεδρίαση του κλιμακίου της Ελεύθερης Ελλάδας, με την προσθήκη ορισμένων ζητημάτων που προέκυπταν από την κομματική δουλιά στην Αθήνα και γενικότερα στο εσωτερικό της χώρας. Το κλιμάκιο της Αθήνας δεν πήρε καμιά ξεχωριστή απόφαση, αλλά ενέκρινε τα σχέδια αποφάσεων του κλιμακίου της Ελεύθερης Ελλάδας, με τη μόνη διαφορά ότι αποφάσισε πως έπρεπε να αλλάξει το εδάφιο της πολιτικής απόφασης της Ολομέλειας που έλεγε ότι "χιλιάδες μέλη του Κόμματος αντιμετώπισαν παθητικά τις διώξεις του εχθρού και αντί να βγουν στο βουνό βρέθηκαν στις φυλακές και στις εξορίες". Ακόμη το κλιμάκιο της Αθήνας αποφάσισε ορισμένες τροποποιήσεις ως προς τον τρόπο δημοσίευσης της απόφασης για τους λεγόμενους δηλωσίες. Για τις αποφάσεις του κλιμακίου της Αθήνας ο Στέργιος Αναστασιάδης ενημέρωσε το κλιμάκιο εξωτερικού με γράμμα του που φέρει τη χρονολογία 13/10/1947. Στο γράμμα αυτό - το οποίο υπάρχει στα αρχεία του ΚΚΕ, που έχει στην κατοχή της η εταιρεία "Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας" με αριθμό αρχειοθέτησης Φ:7/43/8 - ο Αναστασιάδης μεταξύ άλλων αναφέρει: "Αλλαξε μονάχα το σημείο όπου γίνεται λόγος για την ευθύνη των χιλιάδων εξορίστων που προτίμησαν τον δρόμο της εξορίας από το δρόμο των βουνών. Αυτό το σημείο πρέπει να διορθωθεί γιατί κανένας δεν είπε σ' αυτούς τους ανθρώπους πού να πάνε και πώς να πάνε και γι' αυτό αυτοί δε φέρνουν καμιά ευθύνη. Πρέπει επίσης να σβηστεί το σημείο που μιλάει για την αποκατάσταση των δηλωσιών, δηλαδή αυτών που έκαναν δηλώσεις κατά τη διάρκεια της πρώτης Κατοχής. Σε ό,τι αφορά τους τωρινούς δηλωσίες η γνώμη μας είναι προς το παρόν να αναβληθεί η δημοσίευση του αντίστοιχου σημείου".

Η πολιτική απόφαση της Ολομέλειας και το στρατιωτικό σχέδιο κρατήθηκαν απόρρητα. Στη δημοσιότητα ("Ριζοσπάστης" 8/10/1947) αποφασίστηκε να δοθεί μόνο μια μακροσκελής "Ανακοίνωση του Προεδρείου" της Ολομέλειας κι ένα μέρος της απόφασης για τους "Δηλωσίες", διότι όπως προαναφέραμε το κλιμάκιο της Αθήνας εκτίμησε, ότι αυτή η απόφαση δεν έπρεπε προς το παρόν να δοθεί ολόκληρη στη δημοσιότητα.

Οι αποφάσεις

Στην πολιτική απόφαση της Ολομέλειας διαπιστώνεται πως "ωρίμασαν οι συνθήκες για τη δημιουργία ελεύθερης δημοκρατικής περιοχής με τη δική της κυβέρνηση" κι ότι "ο κίνδυνος ένοπλης αμερικανικής επέμβασης κάνει αναπότρεπτο αυτό το καθήκον που σημαίνει την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της χώρας". Στη συνέχεια υπογραμμίζεται ότι "χωρίς αδυνάτισμα των επίμονων προσπαθειών του ΚΚΕ, ολόκληρου του ΕΑΜ και των άλλων κομμάτων της δημοκρατικής Αριστεράς, που κατευθύνονται προς την ειρήνη και το δημοκρατικό συμβιβασμό που θα οδηγούσε τη χώρα σε ελεύθερες εκλογές, η Ολομέλεια αποφασίζει να μεταφέρει αποφασιστικά το κέντρο βάρους όλης της κομματικής δουλιάς στον πολεμικό - επιχειρησιακό τομέα για να ανυψώσει τον ΔΣΕ σε κείνη τη δύναμη που στο συντομότερο δυνατό διάστημα θα οδηγήσει στη δημιουργία ελεύθερης Ελλάδας βασικά σε όλες τις βόρειες περιοχές της χώρας". Η Ολομέλεια επίσης, μεταξύ άλλων, διαπίστωσε την ύπαρξη οπορτουνιστικών ταλαντεύσεων μέσα στο Κόμμα και κάλεσε στο γρήγορο ξεπέρασμά τους.

Στο "Σχέδιο Λίμνες" ως άμεσος στρατηγικός στόχος του ΔΣΕ προσδιορίστηκε η "απελευθέρωση ολόκληρης της Μακεδονίας - Θράκης με κέντρο τη Θεσσαλονίκη". Για την πραγματοποίηση αυτού του στόχου ως βασική προϋπόθεση το σχέδιο έθετε τη μετατροπή του Δημοκρατικού Στρατού σε υπολογίσιμο τακτικό στρατό με τριπλασιασμό της δύναμης του, ως την Ανοιξη του 1948. Με δεδομένο ότι στο σχέδιο καταγράφεται, ότι ο ΔΣΕ το Σεπτέμβρη του 1947 είχε δύναμη 24.000 ανδρών, από τους οποίους παραταχτεί ήταν οι 18.000, ο τριπλασιασμός του σήμαινε παραταχτεί δύναμη 50 με 60 χιλιάδων ανδρών.

Η Ολομέλεια, όπως προαναφέραμε (σύμφωνα με το περιληπτικό πρακτικό των εργασιών της που βρίσκεται στο "αρχείο ΚΚΕ - ΑΣΚΙ" - Κ383/Φ:20/33/34) πήρε μια σειρά οργανωτικά μέτρα στα πλαίσια υλοποίησης των νέων καθηκόντων του κόμματος και του ΔΣΕ. Συγκεκριμένα αποφάσισε:

- Τη δημιουργία, σε συμφωνία με την Αθήνα, δύο κλιμακίων του ΠΓ. Ενα στην πρωτεύουσα κι ένα στην Ελεύθερη Ελλάδα - εξωτερικό. Το κλιμάκιο του ΠΓ Ελεύθερης Ελλάδας - Εξωτερικού (ή αλλιώς 2ο κλιμάκιο) θα αποτελούσαν οι Ν. Ζαχαριάδης, Γ. Ιωαννίδης, Μ. Βαφειάδης, Λ. Στρίγκος και Π. Ρούσος με γραμματεία τους Ζαχαριάδη, Ιωαννίδη, Βαφειάδη.

- Να μεταβεί ο Ιωαννίδης στο βουνό και από κοινού με τον Μ. Βαφειάδη και τον Λ. Στρίγκο να καθοδηγήσουν την πραγματοποίηση των αποφάσεων που αφορούν το ΔΣΕ και την εφαρμογή του "Σχεδίου Λίμνες".

- Το κλιμάκιο του ΠΓ Αθήνας να στρατολογήσει για τον ΔΣΕ 1.500 μέλη του Κόμματος από την πρωτεύουσα, 600 από τον Πειραιά και 500 από τη Θεσσαλονίκη.

- Να αντικατασταθεί ο διοικητής Θεσσαλίας του ΔΣΕ Κίσσαβος και ο διοικητής της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας Κικίτσας και να ετοιμαστούν γι' αυτές τις θέσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα νέοι πιο ικανοί στρατιωτικοί διοικητές.



Η απόφαση της 3ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ

Το πλήρες κείμενο, που δε δόθηκε τότε στη δημοσιότητα

"Απόφαση της Τρίτης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ

12 του Σεπτέμβρη 1947

(Δε δίνεται στη δημοσιότητα)

1. Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ διαπιστώνει ότι στην Ελλάδα ωρίμασαν οι συνθήκες για τη δημιουργία ελεύθερης δημοκρατικής περιοχής με δική της κυβέρνηση. Ο κίνδυνος ένοπλης αμερικάνικης επέμβασης κάνει αναπότρεπτο αυτό το καθήκον που σημαίνει την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της χώρας.

Η σταθεροποίηση και ανάπτυξη του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας και οι νίκες του, καθώς και η πολιτική και οικονομική χρεοκοπία του μοναρχοφασισμού κάνουν καθαρό σε όλο και πλατύτερα στρώματα του λαού ότι η κατοχύρωση της ελευθερίας, της ασφάλειας και της εργασίας των λαϊκών μαζών, η ανοικοδόμηση, η ακεραιότητα και η ειρήνη στη χώρα μπορούν να εξασφαλιστούν μονάχα με νίκη της πολιτικής του ΕΑΜ, που ο πιο αποφασιστικός φορέας της αυτή τη στιγμή είναι ο ΔΣΕ, σαν η πρωτοπορία σε ολόκληρο το δημοκρατικό κίνημα της Ελλάδας.

Η ανάπτυξη και η σταθεροποίηση της δημοκρατίας και του δημοκρατικού κινήματος σε πρώτη γραμμή στην Ευρώπη και η αλληλεγγύη τους με τον αγώνα του δικού μας λαού αποτελούν ουσιαστική σοβαρή βοήθεια στο κίνημά μας.

2. Χωρίς αδυνάτισμα των επίμονων προσπαθειών του ΚΚΕ, ολόκληρου του ΕΑΜ και των άλλων κομμάτων της δημοκρατικής Αριστεράς, που κατευθύνονται προς την ειρήνη και το δημοκρατικό συμβιβασμό που θα οδηγούσε τη χώρα σε ελεύθερες εκλογές, η Ολομέλεια αποφασίζει να μεταφέρει αποφασιστικά το κέντρο του βάρους όλης της κομματικής δουλιάς στον πολεμικό - επιχειρησιακό τομέα για να ανυψώσει τον ΔΣΕ σε κείνη τη δύναμη που στο συντομότερο δυνατό διάστημα θα οδηγήσει στη δημιουργία της ελεύθερης Ελλάδας βασικά σε όλες τις βόρειες περιοχές της χώρας. Για το σκοπό αυτό η Ολομέλεια αποφασίζει:

α) Να επιστρατευτούν όλες οι δυνάμεις του Κόμματος για την ολόπλευρη υποστήριξη, ανάπτυξη και καθοδήγηση της πολεμικής δουλιάς του ΔΣΕ.

β) Από στρατιωτική άποψη εγκρίνει σε γενικές γραμμές σαν βάση για την πραγματοποίηση της πολιτικής του ΚΚΕ, που σκοπεύει στη δημιουργία ελεύθερου εδάφους στη Βόρεια Ελλάδα, την εισήγηση της στρατιωτικοπολιτικής ηγεσίας του ΔΣΕ.

γ) Αναθέτει στο δεύτερο κλιμάκιο του Πολιτικού Γραφείου την καθοδήγηση και οργάνωση επιτόπου στην ελεύθερη περιοχή όλης της κομματικής και πολιτικοστρατιωτικής δουλιάς για την πραγματοποίηση αυτής της απόφασης και ιδιαίτερα του σχεδίου του ΔΣΕ.

3. Η 3η Ολομέλεια εφιστά την προσοχή όλου του Κόμματος στην οπορτουνιστική αναποφασιστικότητα και ταλαντεύσεις που εμφανίζονται και μεταξύ καθοδηγητικών στελεχών σχετικά με τη συνέπεια και αποφασιστικότητα που ήταν αναγκαίες για να μπορέσει το Κόμμα εξ ολοκλήρου να αφιερωθεί στην υπόθεση της καθοδήγησης και ανάπτυξης της αντίστασης του λαού ενάντια στη νέα αμερικανική και αγγλική κατοχή. Η αναποφασιστικότητα και οι ταλαντεύσεις εκφράστηκαν εκτός άλλων και στο ότι παλιότερα καθοδηγητικά στελέχη (Ρουμελιώτης, Λευτεριάς), παρά την κομματική εντολή, αρνήθηκαν να βγουν στο βουνό και στο ότι χιλιάδες μέλη του Κόμματος αντιμετώπισαν παθητικά τις διώξεις του εχθρού και αντί να βγουν στο βουνό βρέθηκαν στις φυλακές και στις εξορίες. Παρόμοιες ταλαντεύσεις επίσης φρέναραν τη δουλιά της καθοδήγησης σε ορισμένες οργανώσεις (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Κρήτη) σχετικά με τη σταθερή ανάπτυξη της λαϊκής αντίστασης.

Αυτή η αναποφασιστικότητα και οι ταλαντεύσεις που εξηγούνται με ξένες επιδράσεις στις γραμμές του Κόμματος στάθηκαν μέχρι σήμερα σοβαρό εμπόδιο στην πραγματοποίηση της κομματικής γραμμής.

Η επιτυχία της γραμμής του ΚΚΕ σε σημαντικό βαθμό εξαρτάται από το γρήγορο και αποφασιστικό ξεπέρασμα αυτής της αναποφασιστικότητας και των ταλαντεύσεων.

4. Η Ολομέλεια διαπιστώνει τη σοβαρή καθυστέρηση που παρατηρείται στην ανάπτυξη της λαϊκής αντίστασης στις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Βόλο, Καβάλα κ.ά.) και καλεί τις κομματικές καθοδηγήσεις και όλα τα μέλη του Κόμματος σ' αυτές τις πόλεις να ξεπεράσουν στο πιο σύντομο διάστημα αυτή την καθυστέρηση.

5. Η Ολομέλεια διακηρύττει ότι παρά αυτές τις δυσκολίες που προκαλεί στο δημοκρατικό κίνημα κατά κύριο λόγο η αμερικανική επέμβαση, η πάλη του λαού μας και η δράση του ΔΣΕ δείχνουν ότι η νίκη ανήκει στο λαό και ότι η κατάκτησή της εξαρτάται από την αποφασιστικότητα, την πρωτοποριακή δουλιά, τον ηρωισμό, την αυταπάρνηση που θα δείξει το ΚΚΕ και όλα τα μέλη του επικεφαλής του αγωνιζόμενου λαού.

Το ΚΚΕ για άλλη μια φορά καλείται να εκπληρώσει εξ ολοκλήρου το καθήκον του απέναντι στο λαό και την Ελλάδα".

5 ΙΟΥΛΗ 1948 Η μάχη της Χαλανδρίτσας


Ο Δημοκρατικός Στρατός της Πελοποννήσου αριθμούσε, αρχικά, γύρω στους 250 άνδρες, που δρούσαν κυρίως στις περιοχές του Ταϋγέτου και του Πάρνωνα. Μετά, όμως, την επιτυχημένη επίθεση κατά της Σπάρτης, τη νύχτα της 12ης προς 13η του Φλεβάρη του 1947, όπου απελευθέρωσε 224 πολιτικούς κρατούμενους, η δύναμή του αυξήθηκε πολύ σημαντικά, αν και δεν ξεπέρασε ποτέ τις τρεις χιλιάδες μαχητές και μαχήτριες. Στο αποκορύφωμα πάντως της ισχύος του ο ΔΣΕ διέθετε την III Μεραρχία και δύο Ταξιαρχίες, καθώς και τα αρχηγεία του Ερύμανθου, του Μαινάλου, του Πάρνωνα και του Ταϋγέτου.

Αξιόλογη ανάπτυξη γνώρισε ο ΔΣΕ και στην Αχαΐα, της οποίας ολόκληρη σχεδόν την ύπαιθρο είχε θέσει πολύ γρήγορα κάτω από τον απόλυτο έλεγχό του. Σύμφωνα, με σχετικό έγγραφο της Διοίκησης Χωροφυλακής της περιοχής, οι κυβερνητικές δυνάμεις προς τα τέλη του 1948 κρατούσαν στην κατοχή τους μόνο τα Καλάβρυτα, τη Ζαχλωρού, το Σκεπαστό και τις πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά της παραλιακής ζώνης (Διοίκησις Χωροφυλακής Αχαΐας. Γραφείον Δημοσίας Ασφάλειας. Αρ. πρ. 48/191/43/26 - 11 - 48).

Η αντιμετώπιση των ανταρτικών ομάδων της Αχαΐας από μέρους των κυβερνητικών δυνάμεων ήταν ιδιαίτερα δύσκολη από τα τέλη του 1947, όταν είχαν αναπτύξει πια οι ομάδες αυτές πολύπλευρη στρατιωτική δράση σε ολόκληρο σχεδόν το νομό - μέσα δε στα πλαίσια αυτής ακριβώς της δράστης των ανταρτών, ισχυρές δυνάμεις τους πραγματοποίησαν στις 24 Φλεβάρη του 1948, μια από τις μεγαλύτερες επιτυχείς επιχειρήσεις τους μπαίνοντας από τρία σημεία μέσα στην πόλη του Αιγίου. Ο πατραϊκός Τύπος έγραψε τότε, ότι επικεφαλής των ανταρτών βρίσκονταν ο Σφακιανός, ο Γιάννης Κατσικόπουλος και ο Νίκος Πολυκράτης, αποσιώπησαν όμως την ήττα των κυβερνητικών δυνάμεων, η οποία φαίνεται από τη σχετική τηλεφωνική αναφορά του περιοδεύοντα διοικητή Χωροφυλακής Μπουγάνη προς την ανώτερη διοίκηση του σώματος (Ανωτέρα Διοίκησις Χωροφυλακής Δυτικής Ελλάδος. Τηλεφ. εξ Αιγίου, ημ. 24-2-48, ώρα 8.30). Κατά τη μάχη εκείνη σκοτώθηκε ανεξακρίβωτος αριθμός χωροφυλάκων και ένας ανθυπομοίραρχος, ενώ οι αντάρτες, αφού πέτυχαν τους αντικειμενικούς τους σκοπούς, αποτραβήχτηκαν χωρίς απώλειες από την πόλη.

Το αποκορύφωμα, όμως, της δράσης του ΔΣΕ στην Αχαΐα σημειώθηκε, με την από μέρους επίλεκτων τμημάτων του κατάληψη της Χαλανδρίτσας, τα ξημερώματα της 5ης Ιούλη του 1948. Επρόκειτο για την πιο σημαντική στρατιωτική ενέργειά του στην περιοχή, σύμφωνα δε με τη γνώμη ανώτερου παράγοντα του κυβερνητικού στρατού, για τη σοβαρότερη αντάρτικη επιχείρηση σε ολόκληρη την Πελοπόννησο (Εφημερίδα "Πελοπόννησος" (Πατρών), φ. 6-7-48).

Στη Χαλανδρίτσα είχε συγκεντρωθεί μια αξιόλογη δύναμη ανδρών της Χωροφυλακής, όταν διαλύθηκαν από τους αντάρτες όλοι οι αστυνομικοί σταθμοί των ορεινών περιοχών του νομού. Συγκεκριμένα, η κωμόπολη αυτή, καθώς και το χωριό Σούλι, ήτανε πια τα μοναδικά της αχαϊκής υπαίθρου, εκτός από την παραλιακή ζώνη, τα Καλάβρυτα, τη Ζαχλωρού και το Σκεπαστό, που κρατούσαν σταθερά στα χέρια τους οι κυβερνητικές δυνάμεις.

Η επιχείρηση περιορίστηκε στην επίθεση κατά της Χαλανδρίτσας, αλλά εκδηλώθηκε και μ' ένα πλήθος αντιπερισπασμικών ενεργειών σε άλλα σημεία του νομού. Ορίστηκε δε σε όλες τις λεπτομέρειές της, με βάση και τις πληροφορίες, που είχαν συγκεντρωθεί από την παράνομη οργάνωση του ΚΚΕ της ίδιας της Χαλανδρίτσας, σχετικά με τη θέση και την κατάσταση των οχυρών της κωμόπολης και με την αστυνομική δύναμη, που τα υπερασπιζόταν.

Οι αντάρτικες δυνάμεις, που θα εκτελούσαν την επιχείρηση, ξεκίνησαν από τη Ρακίτα, χωρισμένες σε μεγάλες ομάδες, κάθε μια από τις οποίες κατευθύνθηκε στον προσδιορισμένο από πριν στόχο της. Το συγκρότημα της Κορινθίας, με τον Μανώλη Σταθάκη θα χτυπούσε τις κυβερνητικές θέσεις από το Αίγιο μέχρι την Πάτρα. Ενας λόχος με τον Πέρδικα θα κατέστρεφε το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο του "Γλαύκου" και στη συνέχεια θα καταλάμβανε το μοναστήρι του Ομπλού. Μια διμοιρία, με τον Νίκο Πολυκράτη, θα απασχολούσε τους χίτες και τους μάυδες, που ήταν συγκεντρωμένοι στο Σούλι. Αλλες δυνάμεις θα ενεργούσαν επιδρομές προς την περιοχή της Κάτω Αχαγιάς, ενώ ο λόχος του Μαινάλου, με τον Σαρηγιάννη και τον Τσακόπουλο, θα έστηνε ενέδρα κοντά στην Καλλιθέα, στη θέση "Κουμπάρες", για να χτυπήσει τις ενισχύσεις, που θα έστελνε ο αντίπαλος από την Πάτρα. Την επίθεση κατά της Χαλανδρίτσας θα την ενεργούσε το τάγμα του Ταϋγέτου, με τον Αρίστο Καμαρινό, ενώ ολόκληρη την επιχείρηση θα τη διηύθυναν ο Κώστας Κανελλόπουλος και ο Κώστας Μπασακίδης.

Η εξέλιξη της επιχείρησης


Το Δελτίο του Στρατηγείου του Δημοκρατικού Στρατού για τη δράση των ανταρτών στην Αχαΐα

Τα γεγονότα εξελίχθηκαν όπως είχαν σχεδιαστεί. Στις 3 το πρωί, ο λόχος του Πέρδικα, περνώντας μέσα από τη χαράδρα του Βελιζίου, έφτασε στο Κλάους και κατεβαίνοντας στην Περιβόλα από την περιοχή των μύλων του Λιάλιου, κατευθύνθηκε προς το υδροϋλεκτρικό εργοστάσιο. Οι δώδεκα άνδρες της φρουράς τράπηκαν σε φυγή, ενώ οι τρεις τεχνικοί, που διανυκτέρευαν, συνελήφθησαν. Οι αντάρτες κατέστρεψαν με νάρκη τη μεγαλύτερη τουρμπίνα του εργοστασίου, δύναμης δύο χιλιάδων ίππων, με αποτέλεσμα τα περισσότερα εργοστάσια της Πάτρας να μη λειτουργήσουν για δύο μέρες, από έλλειψη ρεύματος.

Την ίδια περίπου ώρα, η διμοιρία του Νίκου Πολυκράτη χτύπησε το Σούλι, ενώ ταυτόχρονα, άλλες αντάρτικες δυνάμεις πραγματοποιούσαν με επιτυχία τις δικές τους αποστολές. Στις πέντε το πρωί, εξάλλου άρχισε η επίθεση εναντίον της ίδιας της Χαλανδρίτσας, η οχύρωση της οποίας είχε σχεδιαστεί λαθεμένα. Τα οχυρά, δηλαδή, ήτανε κατασκευασμένα μέσα στην ίδια την κωμόπολη και το κάθε οχυρό δεν είχε δική του κλειστή άμυνα, με αποτέλεσμα η πτώση ενός και μόνο οχυρού να οδηγούσε στην άμεση κατάρρευση ολόκληρης της οχύρωσης.

Η επίθεση των ανταρτών κατά της Χαλανδρίτσας υπήρξε αιφνιδιαστική, όπως τούτο καταφαίνεται και από σχετική έκθεση του ανώτερου διοικητή της Χωροφυλακής, συνταγματάρχη Κώστα Κατσαμπή, στην οποία υπογραμμίζεται, ότι κανένα έγγραφο δεν είχε σταλεί μέχρι τότε από το στρατηγείο του Πύργου στις αστυνομικές υπηρεσίες, για τις κινήσεις των ανταρτικών δυνάμεων της περιοχής και για την αντιμετώπιση των επιθετικών ενεργειών τους (Ανωτέρα Διοίκησις Χωροφυλακής Δυτικής Ελλάδος. Γραφείον Δημοσίας Ασφαλείας. Αρ. πρ. 7/53/380 μ/9-7-48). Ακριβώς δε, αυτός ο αιφνιδιαστικός χαρακτήρας της αντάρτικης επίθεσης υποχρέωσε τους χωροφύλακες να υποχωρήσουν πολύ γρήγορα στο κτίριο της υποδιοίκησης, όπου κλείστηκαν και άρχισαν να προβάλλουν αντίσταση.

Στη μιάμιση το μεσημέρι, ολόκληρη η φρουρά, αν και δεν είχε υποστεί μεγάλη φθορά, όπως σημειώνει στην ίδια έκθεσή του ο Κατσαμπής, ενήργησε έξοδο, για να σπάσει τον κλοιό, αφού πρόβαλε σαν δικαιολογία - στο τελευταίο σήμα της, που απέστειλε στην Πάτρα - ότι δεν είχε πια πυρομαχικά. Η έξοδος, όμως, αυτή έγινε ανοργάνωτα, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε σφαγή. Από τους 68 άνδρες, που υπερασπίζονταν την υποδιοίκηση, σκοτώθηκαν - όπως αναφέρει έκθεση του αντισυνταγματάρχη Ιάκωβου Χανιώτη, αναπληρωτή ανώτερου διοικητή Χωροφυλακής - 17 μόνιμοι και 17 χωρίς θητεία χωροφύλακες, 6 υπενωμοτάρχες, 4 ενωμοτάρχες και ο διοικητής της φρουράς Κώστας Παπαδόπουλος, ενώ 16 τραυματίστηκαν και μόνο 7 διασώθηκαν (Απ. Δασκαλάκη. Ιστορία της Ελληνικής Χωροφυλακής, τ. Β`, σ. 731-732). Οι αντάρτες, εξάλλου, σε ολόκληρη την επιχείρηση είχαν 7 τραυματίες και τρεις νεκρούς - ανάμεσά τους και τον Χαλανδριτσάνο ΕΠΟΝίτη Θάνο Αργυρόπουλο.

Η επιχείρηση ολοκληρώνεται

Αμέσως, μόλις εκδηλώθηκε η επίθεση των ανταρτών κατά της Χαλανδρίτσας, στάλθηκαν από την Πάτρα ενισχύσεις, όπως φανερώνει και σχετικό τηλεγράφημα του Χανιώτη στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης (Ανωτέρα Διοίκησις Χωροφυλακής Δυτικής Ελλάδος. Αρ. πρ. 7/53/380/5-7-48). Οι ενισχύσεις, όμως, αυτές καθηλώθηκαν στη θέση "Κουμπάρες" από το λόχο του Μαινάλου, που είχε στο μεταξύ ναρκοθετήσει και την εκεί μικρή γέφυρα.

Για ενίσχυση των χωροφυλάκων της Χαλανδρίτσας στάλθηκε επίσης μια διλοχία του 618ου τάγματος πεζικού από το Αίγιο και η υπόλοιπη δύναμη του ίδιου τάγματος από την Αμαλιάδα, ενώ άλλες στρατιωτικές δυνάμεις, μαζί με τεθωρακισμένα κινήθηκαν από τα Καλάβρυτα προς την Κάτω Βλασία. Οι κυβερνητικοί ρίξανε στη μάχη και αεροπλάνα, τέσσερα από τα οποία χτυπήθηκαν από τα αντιαεροπορικά πυρά των ανταρτών, σύμφωνα με αναφορά του αντισυνταγματάρχη Μανώλη Χατζηθεοδώρου (Τακτικόν Στρατηγείον Πύργου. Αρ. πρ. 5844/Α1/9-7-48).

Οι κυβερνητικές ενισχύσεις, με επικεφαλής τον ταγματάρχη της Χωροφυλακής Μανώλη Βενιεράκη, έφτασαν στη Χαλανδρίτσα, αφού είχε ολοκληρωθεί η καταστροφή της αστυνομικής φρουράς και αφού οι αντάρτες είχαν αποχωρήσει με τάξη. Το μόνο, που τους απασχόλησε, ήταν η περισυλλογή των νεκρών χωροφυλάκων, που τάφηκαν το απόγευμα της άλλης μέρας στο πρώτο νεκροταφείο της Πάτρας. Οι ενισχύσεις, ωστόσο, αυτές δεν τόλμησαν να παραμείνουν για πολύ χρόνο στην κωμόπολη, που δεν πρόσφερε πια καμιά ασφάλεια στις κυβερνητικές δυνάμεις. Υστερα από μια βδομάδα υποχρεώθηκαν να αποχωρήσουν και οι μαχητές του ΔΣΕ ξαναγύρισαν στη Χαλανδρίτσα, όπου και εγκατέστησαν μόνιμα τις αρχές τους.

Βασίλης ΛΑΖΑΡΗΣ

Ιστορικός