Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

ΠΡΩΤΟΠΟΡΑ Η ΕΠΟΝ ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΓΙΑ ΜΑΤΑΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗΣ

Η ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης και η συμβολή της ΕΠΟΝ

Στις 30 Γενάρη του 1943 ο αντιστράτηγος Αλεξάντερ Λερ, στρατιωτικός διοικητής των γερμανικών στρατιωτικών Δυνάμεων ΝΑ Ευρώπης εξέδωσε μια διαταγή η οποία μεταξύ άλλων έγραφε1: «1... Κάθε κάτοικος της Ελλάδας ηλικίας από 16-45 χρονών είναι υποχρεωμένος, όταν το απαιτήσουν οι συνθήκες, να αναλάβει δουλιά για γερμανικές ή ιταλικές υπηρεσίες που του υποδείχθηκε. Ανδρικές εργατικές δυνάμεις είναι υποχρεωμένες να εργαστούν κι έξω από τον μόνιμο τόπο κατοικίας τους, αν χρειαστεί σε κοινότητες στρατοπέδευσης. 2. Η πρόσκληση για την ανάληψη της δουλιάς γίνεται άμεσα από τις γερμανικές υπηρεσίες ή μέσω των εντεταλμένων απ' αυτές ελληνικών υπηρεσιών, ιδιαίτερα των επιθεωρήσεων εργασίας και των δημάρχων... Οποιος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τις παραγράφους 1 και 2 τιμωρείται με χρηματική ποινή απεριορίστου ύψους, φυλάκιση ή ειρκτή ή με στρατόπεδο αναγκαστικής εργασίας»...

Το ζήτημα ήταν πάρα πολύ σοβαρό. Οι κάτοικοι της χώρας υποχρεώνονταν -εφόσον εφαρμοζόταν η διαταγή- να παρέχουν στις δυνάμεις κατοχής υπηρεσίες αδιευκρινίστου περιεχομένου χωρίς να αποκλείεται η χρησιμοποίησή τους για εργασίας εκτός Ελλάδας. Επρόκειτο για μια παλιά ιστορία που επανερχόταν στο προσκήνιο και είχε να κάνει με το φλέγον για τον ελληνικό λαό ζήτημα της πολιτικής επιστράτευσης, την οποία οι χιτλερικοί και ντόπιοι συνεργάτες τους επιθυμούσαν να πραγματοποιήσουν από τις πρώτες ημέρες της Κατοχής. Ο στρατηγός Μπάκος για παράδειγμα, «υπουργός άμυνας» στην κυβέρνηση των Κουίσλιγκς, από το 1941 είχε μιλήσει για την ανάγκη αποστολής ελληνικού εκστρατευτικού σώματος στο ανατολικό μέτωπο. Παρόμοιες αναφορές είχε κάνει και ο κατοχικός πρωθυπουργός Τσολάκογλου, ενώ δεν άργησαν να συγκροτηθούν και οι πρώτες φασιστικές οργανώσεις με σκοπό τη στρατολογία των Ελλήνων για τους πολεμικούς σκοπούς του φασισμού. Τέτοιες οργανώσεις ήταν η ΟΕΔΕ (Οργάνωσις Εθνικών Δυνάμεων Ελλάδος), ΕΣΠΟ (Εθνική Σοσιαλιστική Πολιτική Οργάνωσις) κ.ά.2 Ομως όλη αυτή η προσπάθεια δεν έγινε δυνατό να έχει αποτελέσματα αφού συντρίφτηκε πάνω στην αντίσταση του ελληνικού λαού κατά του κατακτητή, με την ανάπτυξη των ΕΑΜικών οργανώσεων και την πρόοδο του ένοπλου αντιστασιακού αγώνα του ΕΛΑΣ.
Η απειλή της επιστράτευσης επανέρχεται

Από τις αρχές του '43 το ζήτημα της επιστράτευσης απόκτησε επείγουσα σημασία για τους χιτλερικούς, δεδομένου ότι οι απώλειές τους στο σοβιετογερμανικό μέτωπο ήταν πολύ μεγάλες. Η χειμερινή επίθεση του Κόκκινου Στρατού είχε στεφθεί με επιτυχία και είχε κορυφωθεί με τη νίκη στο Στάλινγκραντ το Φλεβάρη του '43. Ετσι τα γερμανικά στρατεύματα χρειάζονταν νέες δυνάμεις που μπορούσαν να αναζητηθούν στις κατακτημένες χώρες.

Στις 19 Φλεβάρη ο Γκέμπελς δήλωνε: «Ο γερμανικός λαός δίνει το αίμα του, η υπόλοιπη Ευρώπη ας δώσει την εργασία της». Την επομένη, 20 του μηνός, στη γερμανική εκπομπή για την Ελλάδα υπήρχε η εξής ανακοίνωση: «Ο αρχηγός του τρίτου Ράιχ Αδόλφος Χίτλερ, εκτιμών τη γενναιότητα του ελληνικού λαού, την οποίαν επέδειξεν εις το πεδίον της μάχης, επιθυμεί να έχει τούτον συμπαραστάτην του εις την ιστορικήν πορείαν την οποίαν εχάραξεν διά τη δημιουργία ενός νέου κόσμου και ζητεί προς τούτο τη βοήθειάν του η οποία πρέπει να εκδηλωθεί κατά τρόπον ενεργητικόν και θετικόν»3.

Οι παραπάνω δηλώσεις φανέρωναν πως δεν ήταν πολύ μακριά η στιγμή που η επιστράτευση θα αποτελούσε, πλέον, γεγονός. Κι όντως δεν άργησε να γίνει κάτι τέτοιο. Το σχετικό διάταγμα της επιστρατεύσεως, στηριγμένο στη διαταγή του αντιστρατήγου Αλεξάντερ Λερ που προαναφέραμε, δόθηκε στη δημοσιότητα στις 23 Φλεβάρη του 1943, και προέβλεπε την επιστράτευση Ελλήνων πολιτών για εργασία στην υπηρεσία των κατακτητών. Επρόκειτο για την αποκαλούμενη εργατική επιστράτευση - συνέχεια της οποίας, φυσικά, θα ήταν η αποστολή επιστρατευμένων Ελλήνων εκτός συνόρων της Ελλάδας. Το διάταγμα, μεταξύ άλλων, έλεγε:

«Επί τη βάσει της υπό του Φύρερ και Ανωτάτου Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων χορηγηθείσης μοι εξουσιοδοτήσεως διατάσσω τα κάτωθι:

Αρθρον 1ον. Εκαστος κάτοικος της Ελλάδος, ηλικίας 16-45 ετών είναι υποχρεωμένος, εάν το απαιτήσουν αι περιστάσεις ν' αναλάβη υποδεικνυομένην εις αυτόν εργασίαν διά γερμανικάς ή ιταλικάς υπηρεσίας... Οι άνδρες είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται έξω του τόπου της μονίμου κατοικίας, συνεκροτημένοι εις συμβιωτικάς ομάδας στρατοπέδου, εάν απαιτηθή το τοιούτον.

Άρθρον 2ον. Η πρόσκλησις προς ανάληψιν εργασίας γίνεται υπό των γερμανικών υπηρεσιών ή απ' ευθείας υπό των εντεταλμένων προς τούτο ελληνικών υπηρεσιών, ιδίως επιθεωρήσεων εργασίας Δημάρχων...».

Για τους μη συμμορφούμενους προς τα ανωτέρω άρθρα προβλεπόταν: «...χρηματικήν ποινή ή φυλάκισιν ή ειρκτήν ή στρατόπεδον καταναγκαστικών έργων»4.
Η οργάνωση της αντίστασης - Το βάπτισμα του πυρός για την ΕΠΟΝ

Οταν το διάταγμα στάλθηκε, το βράδυ 22 Φλεβάρη, για να δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, οι οργανώσεις των εργατοϋπαλλήλων του Εθνικού Τυπογραφείου ειδοποίησαν την ηγεσία του ΕΑΜ και του ΚΚΕ5. Ετσι το ΕΑΜικό κίνημα βρέθηκε σε ετοιμότητα ούτως ώστε να αποτρέψει τον τεράστιο κίνδυνο που απειλούσε το λαό.

Ολες οι ΕΑΜικές εφημερίδες ξεκίνησαν καμπάνια ενημέρωσης, το ίδιο και οι ΕΑΜικές οργανώσεις, από τη νεο-ιδρυμένη ΕΠΟΝ ως το Εργατικό ΕΑΜ, που έπαιξε κορυφαίο ρόλο στην κινητοποίηση των εργαζομένων.

Η μάχη ενάντια στη χιτλερική επιστράτευση άρχισε με τη συντονισμένη απεργία και διαδήλωση στις 24 του Φλεβάρη, όταν οι εργατοϋπάλληλοι σταμάτησαν την εργασία τους και χιλιάδες λαού κατέβηκαν στο κέντρο της Αθήνας για να διαδηλώσουν μπροστά στο πολιτικό γραφείο του κατοχικού πρωθυπουργού Κ. Λογοθετόπουλου, στο Εργατικό Κέντρο και στο υπουργείο Εργασίας.

Η ορμή του λαού ήταν ασυγκράτητη εκείνη τη μέρα, όπως άλλωστε και τις επόμενες. Ομάδες διαδηλωτών εισέβαλαν στα παλαιά ανάκτορα και κατέκλυσαν τα κυβερνητικά γραφεία, ενώ ο κύριος όγκος της διαδήλωσης κατευθύνθηκε στο υπουργείο Εργασίας - που τότε ήταν στη διασταύρωση των οδών Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα. «Στη διαδήλωση - γράφει ο Β. Μπαρτζιώτας6- πήραν μέρος 60-70 χιλιάδες αθηναϊκού λαού. Οταν αυτή έφτασε έξω από το υπουργείο Εργασίας μίλησαν αντιπρόσωποι του ΕΑΜ. Ανάμεσά τους και η ΕΠΟΝίτισσα Νίκη (πριν μία μέρα είχε ιδρυθεί η ΕΠΟΝ), η πρώτη ομιλήτρια της ΕΠΟΝ, που ενθουσίασε τους νέους». Μετά τις ομιλίες οι διαδηλωτές κατέλαβαν το υπουργείο κι έβαλαν φωτιά στα αρχεία του με τους καταλόγους των υποψηφίων προς επιστράτευση. Αυτό ήταν η αρχή. Την άλλη ημέρα το πρωί ο «Ριζοσπάστης» σε έκτακτη έκδοσή του καλούσε το λαό να συνεχίσει τον αγώνα για να ματαιώσει τον κίνδυνο της πολιτικής επιστράτευσης7.

Τις επόμενες μέρες θα ακολουθήσουν απεργίες εργαζομένων, υπαλλήλων του Δημοσίου (όπως των υπαλλήλων της τηλεφωνικής εταιρίας), ενώ η νεολαία έδωσε το δικό της ξεχωριστό «παρών», με τους μαθητές στην πρώτη γραμμή που συνέχιζαν την πολυήμερη αποχή τους από τα σχολεία, που την είχαν αρχίσει στις 22 Φλεβάρη.

Στις 25 του Φλεβάρη8 συνεχίστηκαν οι συγκεντρώσεις κατά ομάδες σχολείων. Το απόγευμα μετά από συγκέντρωση 6-7 σχολείων στο λόφο του Παγκρατίου τα παιδιά ξεκίνησαν τραγουδώντας τον εθνικό ύμνο με συνθήματα κατά της επιστράτευσης, κρατώντας σε συναγερμό τη γειτονιά. Τότε τους ρίχτηκαν οι «γκλοριόζοι» με προτεταμένα τα περίστροφα και με φωνές - «via! via!». Μπροστά προχωρούσε ο μικρός μαθητής του 5ου Γυμνασίου Γιάννης Δρακόπουλος. Οι καραμπινιέροι ρίχτηκαν με λύσσα απάνω του μα το παιδί δε δείλιασε. Τότε τον πυροβόλησαν. Το αγόρι έπεσε στο δρόμο πληγωμένο βαριά. Τα άλλα παιδιά όρμησαν ασυγκράτητα πάνω στους Iταλούς φασίστες που το 'βαλαν στα πόδια ντροπιασμένοι. Το ίδιο βράδυ στο Πολιτικό Νοσοκομείο που τον είχαν μεταφέρει, ο μικρός αγωνιστής ξεψύχησε. Ο πρώτος νεκρός μαθητής της Αντίστασης. Στις 26 Φλεβάρη, μέρα Σάββατο, οι μαθήτριες της «Λεύτερης Νέας», ΕΠΟΝίτισσες τώρα, πήγαν συνταγμένες στο σπίτι του Δρακόπουλου στην οδό Ερεσού, κρατώντας στις αγκαλιές τους τα πρώτα λουλούδια της άνοιξης. Ο κόσμος είχε βγει στα παράθυρα κι έκλαιγε. Αλλοι μαθητές εκείνη τη μέρα έγραψαν σε πολλά σημεία της οδού Ερεσού: Οδός Γιάννη Δρακόπουλου.

Ο λαός αντί να κάμπτεται, μέρα με τη μέρα πολλαπλασίαζε τις εκδηλώσεις αντίδρασης κατά του μέτρου της πολιτικής επιστράτευσης. Ετσι ο κατοχικός υπουργός Εσωτερικών Α. Ταβουλάρης ανακοίνωσε ότι οι συγκεντρώσεις θα διαλύονται με τη χρήση όπλων, το ιταλικό φρουραρχείο προειδοποιούσε ότι οι διαδηλωτές θα τιμωρούνταν με βαρύτατες ποινές και η γερμανική διοίκηση σε μια προσπάθεια να σπείρει τον τρόμο πραγματοποιούσε στις 3 Μάρτη παρέλαση μιας θωρακισμένης ταξιαρχίας. Λίγες ώρες μετά ο λαός και η νεολαία θα έδιναν σ' όλους αυτούς ένα μοναδικό μάθημα. Η δυναμική αναμέτρηση πραγματοποιήθηκε στις 5 του Μάρτη.
Η 5η του Μάρτη

«Η Επιτροπή Πόλης της ΚΟΑ - γράφει ο Β. Μπαρτζιώτας9- είχε την πληροφορία ότι στις 5 του Μάρτη 1943 ο Λογοθετόπουλος θα αναγγείλει επίσημα από το ραδιοφωνικό σταθμό πως αποφασίστηκε η πολιτική επιστράτευση. Η ΕΠ της ΚΟΑ, που συνεδρίασε το πρωί της 4 του Μάρτη αποφάσισε να απαντήσει επίσημα στους κατακτητές με την παλλαϊκή πανεθνική διαδήλωση της Αθήνας. Ο Νίκος Πλουμπίδης, μέλος τότε του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, έκανε την εισήγηση - πρόταση στη συνεδρίαση αυτή της ΕΠ της ΚΟΑ και έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην οργάνωση και καθοδήγηση της ιστορικής διαδήλωσης της 5ης Μάρτη 1943». Χωρίς αργοπορία, τα όργανα του αντιστασιακού κινήματος, οι ΕΑΜικές οργανώσεις, οι οργανώσεις του Εργατικού ΕΑΜ, της Πανυπαλληλικής, οι οργανώσεις του ΚΚΕ και της ΕΠΟΝ κινητοποιήθηκαν για να ξεσηκώσουν το λαό. Ηδη από τις κινητοποιήσεις των προηγούμενων ημερών φαινόταν πως το σύνθημα της γενικής απεργίας είχε ωριμάσει σ' όλη την κατεχόμενη Ελλάδα και σε σύσκεψη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ με τους γραμματείς των οργανώσεων Αθήνας - Πειραιά, αφού έγιναν οι σχετικές με την κατάσταση διαπιστώσεις, δόθηκε η ανάλογη κατεύθυνση: Γενική Πολιτική Απεργία και Παλλαϊκή διαδήλωση για τις 5 Μάρτη με κεντρικό αίτημα τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης. «Από το μεσημέρι της Τρίτης 4 του Μάρτη - γράφει ο Ν. Πλουμπίδης σε σημείωμά του γραμμένο μέσα στη φυλακή στις 5/3/1954 - δεκάδες χιλιάδες λαϊκοί αγωνιστές βρίσκονταν σε πυρετώδη κίνηση. Τα τυπογραφεία και οι πολύγραφοι δούλευαν αδιάκοπα. Πλακάτ, σημαίες, συνθήματα ετοιμάστηκαν. Τα σχέδια πορείας του κάθε κλάδου καταστρώθηκαν. Χιλιάδες προκηρύξεις και τρυκ μοιράστηκαν. Οι συνδέσεις των διαφόρων κρίκων κανονίστηκαν. Τα ΧΩΝΙΑ τότε εφευρέθηκαν και τέθηκαν σε εφαρμογή. Ολοι οι τομείς, όλα τα γρανάζια της πολύπλοκης και πολύπλευρης μηχανής τέθηκαν σε κίνηση κι άρχισαν ταχύτατα και κανονικά»10.

Στις 5 του Μάρτη ξέσπασε η θύελλα. Η γενική απεργία υπήρξε καθολική. Ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά βρίσκεται στους δρόμους. Τα πλακάτ υψώνονται με σύνθημα «Κάτω η επιστράτευση!». Οι δρόμοι γεμίζουν με χιλιάδες προκηρύξεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Ο «Ριζοσπάστης» εκείνη τη μέρα θα κυκλοφορήσει δύο φορές καλώντας το λαό σε συναγερμό ως τη νίκη.

Οι διαδηλωτές, που υπολογίζονται πάνω από 300 χιλιάδες, κατέλαβαν και πάλι το υπουργείο Εργασίας κι έκαψαν τις καταστάσεις εργατών που ήταν για επιστράτευση. Ο εχθρός θα απαντήσει στη λαϊκή έκρηξη με τα όπλα. Ο «Ριζοσπάστης» την επομένη11, σε έκτακτη έκδοσή του μιλούσε για 12 νεκρούς και πάνω από εκατό τραυματίες, αλλά στην πραγματικότητα οι νεκροί υπερέβαιναν τους 18 και οι τραυματίες υπολογίζονταν σε 135.

Παρόμοιος λαϊκός ξεσηκωμός θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη, στο Βόλο, σε Καλαμάτα, Σπάρτη, Κόρινθο και αλλού. Η επιστράτευση τελικά θα ματαιωθεί!

Στη μάχη της 5ης του Μάρτη ξεχωριστή ήταν η παρουσία της ΕΠΟΝ, που της ανήκει μεγάλο μερίδιο από τη νίκη. «Στις διαδηλώσεις στις 5 του Μάρτη - γράφει η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ στο πρώτο της φύλλο12- είχαμε άπειρα παραδείγματα της μαχητικότητας του ηρωισμού, της αυτοθυσίας της νέας γενιάς». Στο ίδιο φύλλο της εφημερίδας αναφέρονται θύματα που είχε η ΕΠΟΝ στη διαδήλωση, ενώ εκφράζεται η εξής εκτίμηση για τη δράση της οργάνωσης σ' όλη τη διάρκεια του αγώνα κατά της πολιτικής επιστράτευσης: «24 Φλεβάρη και 5 Μάρτη! Να δύο ημερομηνίες που θα μείνουν ιστορικές. Κι αξέχαστες. Δυο μέρες που ο αθηναϊκός και πειραιώτικος λαός με τα νιάτα του αγωνίστηκε και σάρωσε τα σχέδια των καταχτητών και επέβαλλε τη θέλησή του. Η νέα γενιά συμμετείχε σε πρωτοφανή όγκο και μαχητικότητα σ' αυτές τις μάχες. Η 5 του Μάρτη ακόμα αποτέλεσε το πρώτο βάφτισμα της ''Ενιαίας Πανελλαδικής Οργάνωσης Νέων'' ΕΠΟΝ. Μια μεγάλη διαδήλωση νέων κοριτσιών και παιδιών διέσχισε τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας με κραυγές ''ΚΑΤΩ Η ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ - ΕΠΟΝ, ΕΠΟΝ"».

Στο ίδιο φύλλο της ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ, γράφονται ορισμένα στιγμιότυπα από τη δράση των νέων στη διαδήλωση.

«-- Στις διαδηλώσεις στις 5 του Μάρτη είχαμε άπειρα παραδείγματα της μαχητικότητας, του ηρωισμού και της αυτοθυσίας της νέας γενιάς.

-- Μια νέα εργάτρια ανεβαίνει πρώτη σε μια αντλία, αρπάζει το λάστιχο και προσπαθεί να καταβρέξει τους φασίστες. Αψηφώντας το πολυβόλο. Φωνάζει: "Αδέλφια μη φοβάστε. Ολοι μαζί, πάνω τους".

-- Τρεις Γερμανοί ορμούν να πιάσουν ένα νέο που κρατούσε σ' ένα κοντάρι μια επιγραφή. Ο νέος ξεκολλάει γρήγορα το πανί και με το κοντάρι ρίχνεται στα τρία χιτλερικά χτήνη και τους ξαπλώνει κάτω με σπασμένα κεφάλια.

-- Στη γωνιά Σοφοκλέους και Πολυκλήτου, μια κοπέλα ρίχνει βροχή από πέτρες στους φασίστες που την πυροβολούν. Σ' ένα σπίτι πηγαίνουν πατριώτες ένα νέο 17 χρονών βαριά τραυματισμένο με διαμπερές. Η σπιτονοικοκυρά κλαίει. Ο ήρωας την κοιτάζει στα μάτια και λέει: "Μην κάνεις έτσι... Δεν είναι τίποτα... Κι έπειτα κάθε αγώνας έχει και τα θύματά του... Είμαι υπερήφανος...". Πριν προφθάσει ν' αρθρώσει την τελευταία φράση ξεψύχησε σαν ήρωας που εχτελεί το καθήκον του ως την τελευταία του πνοή.

-- Ενας αστυνομικός ρωτήθηκε "χτύπησες κι εσύ"; Απάντησε "πού να προφθάσω; Αντί να χτυπήσω μ' έδειρε μια μαθήτρια".

-- Στη γωνία Αθηνάς και Λυκούργου Ιταλοί στρατιώτες κυνηγούν τρία κορίτσια. Μερικά πιτσιρίκια κάνουν αλυσίδα με τα χέρια τους και τους φράζουν το δρόμο. Οι γενναίοι του Ντούτσε χτύπησαν τα παιδάκια. Μα τα τρία κορίτσια βρήκαν την ευκαιρία και ξέφυγαν».

1. Μάρτιν Ζέκεντορφ: «Η Ελλάδα κάτω από τον αγκυλωτό σταυρό - Ντοκουμέντα από τα Γερμανικά Αρχεία», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 165

2. Π. Ρούσου: «Η Μεγάλη Πενταετία», τόμος Α' σελ. 277 κ.α.

3. «Ιστορία της Αντίστασης 1940-45», εκδόσεις ΑΥΛΟΣ, τόμος 2ος, σελ. 676

4. Τ. Βουρνά: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1940-1945», εκδόσεις Τολίδη, σελ. 264-265, Σ. Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας», τόμος Α' σελ. 292-293 κ.α.

5. Σπ. Κωτσάκη: «Εισφορά στο χρονικό της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Αθήνα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 106

6. Β. Μπαρτζιώτα: «Η Εθνική αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 122

7. «Ριζοσπάστης» 25/2/1943, («Ριζοσπάστης περίοδος 1941-1945 - Κατοχή - Δεκεμβριανά», Εκδόσεις «Ριζοσπάστης» - «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 63)

8. Πέτρος Ανταίος: «Συμβολή στην ιστορία της ΕΠΟΝ», εκδόσεις Καστανιώτης, τόμος β' σελ. 29

9. Β. Μπαρτζιώτα, στο ίδιο σελ. 123

10. «Ριζοσπάστης» 5/3/1978

11. «Ριζοσπάστης» 6/3/1943, σελ. 67

12. ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ, 22/3/1943, ανατύπωση «Ρ» 23/2/2003

Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΕΠΟΝ ΚΑΜΠΟΥ- ΑΜΑΛΙΑΔΑΣ

ΕΠΟΝ: ΜΕ ΤΗ ΧΡΥΣΗ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ ΠΑΝΟΠΛΙΑ…

Αφιερωμένο στο πατέρα μου Δημήτρη Καπετανόπουλο και τη γενιά του.


ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΚΑΠΕΤΑΝΟΠΟΥΛΟΥ
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥ-ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ


Συμπληρώνονται φέτος 68 χρόνια, από την ημέρα που ιδρύθηκε (23/2/1943) η Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων, η ηρωική ΕΠΟΝ.
Στη σύσκεψη για την ίδρυση της ΕΠΟΝ, που έγινε στην οδό Δουκίσσης Πλακεντίας στους Αμπελοκήπους, πήραν μέρος οι οργανώσεις: Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας (ΟΚΝΕ), Αγροτική Νεολαία Ελλάδος, Ενιαία Εθνικοαπελευθερωτική Εργατοϋπαλληλική Νεολαία, Ενιαία Μαθητική Νεολαία, Ένωση Νέων Αγωνιστών Ρούμελης, Θεσσαλικός Ιερός Λόχος, Λαϊκή Επαναστατική Νεολαία, Λεύτερη Νέα, Σοσιαλιστική Επαναστατική Πρωτοπορία Ελλάδος, Φιλική Εταιρεία Νέων, αντιπροσωπεία του ΕΑΜ Νέων Μακεδονίας, Πελοποννήσου και τα μέλη της Κ.Ε του ΕΑΜ Νέων, Αντιπροσωπεία του Εθνικού Συμβουλίου των φίλων της Νέας Γενιάς.
Η ΕΠΟΝ, ήταν γέννημα μιας δύσκολης και φλογερής εποχής. Δεν εξέφρασε μόνο την αναγκαιότητα της ιστορικής στιγμής για μια ανώτερη μορφή μαζικής πάλης των νέων ενάντια στον ξένο εισβολέα, αλλά συμπύκνωσε στην κοσμοθεωρία και τη δράση της τα ιδανικά, για τη δημιουργία μιας νέας, καλύτερης κοινωνίας.
Μέσα απ' την ΕΠΟΝ, η νεολαία ενώθηκε ενάντια στο φασισμό, αλλά και ενάντια σε κάθε μορφή κοινωνικής καταπίεσης. Πάλεψε για την εθνική, αλλά και για την κοινωνική απελευθέρωση. Η μαζική συμμετοχή της νεολαίας στην ΕΠΟΝ αποτελεί, μια χωρίς προηγούμενο, ιστορική παρακαταθήκη για το νεολαιίστικο κίνημα.
Μέσα στους 18 μήνες που μεσολάβησαν από την ίδρυση της έως την απελευθέρωση της χώρας από τον ξένο ζυγό, κατόρθωσε να ενώσει στις γραμμές της 700.000 νέους και νέες, που "πολεμούσαν και τραγουδούσαν" για μια καλύτερη ζωή, σε μια λεύτερη, ανεξάρτητη και δημοκρατική Ελλάδα, που θα κατοχύρωνε τα βασικά δικαιώματα της νεολαίας για ψωμί, δουλειά, μόρφωση και πολιτισμό.
Η ΕΠΟΝ μπόλιασε μια ολόκληρη γενιά, με το πνεύμα του πατριωτισμού, και της πάλης ενάντια στο φασισμό, για την εθνική απελευθέρωση και ανεξαρτησία, για ένα φωτεινό μέλλον.
Πρωτοπόρα στάθηκε η ΕΠΟΝ και στην πολιτιστική δράση, που σφράγισε ανεξίτηλα τη δράση της. Οι οργανώσεις της ΕΠΟΝ στα χωριά στάθηκαν ένα μεγάλο σχολείο που φανέρωσε, πόσα μπορούν ν' αλλάξουν για το καλύτερο στα χωριά μας με τη νεολαιίστικη δράση. Οι ΕΠΟΝίτες σκορπούσαν κείνα τα χρόνια της μαύρης σκλαβιάς το χαμόγελο, το τραγούδι, το θέατρο. Το ΕΠΟΝίτικο πνεύμα, αναμορφωτικό, δημιουργικό, αισιόδοξο, απλώθηκε παντού, έφτασε και στο πιο μικρό χωριό κι άνοιξαν οι κλειστές, μέχρι τότε για τους πολλούς, πόρτες του πολιτισμού και της μόρφωσης .
Η ΕΠΟΝ του Κάμπου
Στο κάμπο της Ηλείας, όπως και σε όλη την Ελλάδα, οι ΕΠΟΝίτικες οργανώσεις ανέπτυξαν ένα πλατύ δίκτυο πολιτιστικών δραστηριοτήτων, και σε πολλές περιπτώσεις σφράγισαν την πρωτοπόρα δράση τους, με την θυσία των νεαρών αγωνιστών.
Στην Αμαλιάδα, την Ανδραβίδα, τα Λεχαινά , τη Γαστούνη , το Σταφιδόκαμπο (Μπράτι), την Αγία Μαύρα (Σαμπάναγα), το Τραγανό και τα άλλα χωριά, η ΕΠΟΝ σημείωσε σπουδαία πολιτιστική και αντιστασιακή δραστηριότητα.
Στην Ανδραβίδα ο ΕΑΜίτης δάσκαλος Τάσος Παπαδάτος (δολοφονήθηκε από τον ταγματασφαλίτη Αετό το 1944) δημιούργησε τον πρώτο πυρήνα την ΕΠΟΝ, οργανώνοντας πρώτα δύο νεολαιους: το Ντίνο Βαρβαρέσο και Δημήτρη Καπετανόπουλο.
Σε λίγο σχηματίστηκε το πρώτο Γραφείο της ΕΠΟΝ Ανδραβίδας από τους: Ντίνο Βαρβαρέσο Α Γραμματέα, Δημήτρη Καπετανόπουλο Β Γραμματέα, Ντίνο Γώτη, Νίκο Δημάκη και Χρήστο Καπατσούλια.
Στις αναμνήσεις του από την Εθνική Αντίσταση ο Ντίνος Βαρβαρέσος Α Γραμματέας της ΕΠΟΝ Ανδραβίδας αναφέρει σχετικά με την ένταξη του στο αντιστασιακό κίνημα: « Η πρώτη στιγμή και η πρώτη αποκάλυψη, η πρώτη μύηση έγινε από το παλιό δάσκαλο μου Τάση Παπαδάτο. Μαζί με κάποιον άλλον, βρεθήκαμε στο γραφείο του Δημοτικού μας Σχολείου, νύχτα βέβαια, και εκεί έγινε το μυστήριο. Μυηθήκαμε στο κίνημα Εθνικής Αντίστασης. Ορκιστήκαμε. Και το καρδιοχτύπι, η συγκίνηση, τα καινούρια που μας εμπιστεύτηκε ο δάσκαλος μεσ’ στο σκοτάδι και τη σιωπή του περιβάλλοντος, μας μετέφεραν αιώνες πίσω, κι’ ένιωσα σαν …φιλικός».
Στο αδημοσίευτο αρχείο του ο αντιστασιακός Δημήτρης Καπετανόπουλος, Β Γραμματέας της ΕΠΟΝ Ανδραβίδας και στην απελευθέρωση φρούραρχος του ΕΛΑΣ, σημειώνει : «Η οργάνωση μας έγινε μια από τις καλύτερες οργανώσεις του νομού Ηλείας. Με πλούσια δράση σε όλους τους τομείς. Στις μαύρες εκείνες μέρες κάναμε ότι μπορούσαμε για να απαλύνουμε το πόνο και τη δυστυχία των συμπολιτών μας, οργανώνοντας λαϊκά συσσίτια και εράνους υπέρ των απόρων. Δημιουργήσαμε και θεατρικό τμήμα για την ψυχαγωγία. Ανεβάζαμε έργα πατριωτικά που να εμψυχώνουν τον κόσμο, στο καφενείο του Αλέξη Τσουραπά που είχε θεατρική σκηνή. Οι εισπράξεις πήγαιναν για τους φτωχούς. Όποιος δεν είχε λεφτά να πληρώσει το εισιτήριο, την άλλη μέρα γυρίζαμε στις γειτονιές και μας έδιναν αυγά-καλαμπόκι-στάρι-βρώμη και ότι είχε ο καθένας. Το θέατρο μας έδωσε πολλά στο χωριό μας και όλα αυτά χάρις στους ΕΠΟΝίτες ερασιτέχνες ηθοποιούς, ανάμεσα στους οποίους και οι : Ντίνος Βαρβαρέσος, Βασίλης Γρηγορόπουλος, Ντίνος Γώτης, Ντίνος Νταντής, Γιάννης Γκουτζουρής, Φώτης Γκουτζουρής…και φυσικά του λόγου μου, κάτω από την καθοδήγηση του γραμματέα του Δήμου Ανδραβίδας Μιχάλη Μαργαρίτη, που καταγόταν από την Πάτρα. Και αυτό γινόταν κυριολεχτικά κάτω από την μύτη των Γερμανών, που είχαν εγκατασταθεί στα Λεχαινά».
Η ΕΠΟΝ του Κάμπου κινήθηκε δραστήρια και προσέφερε πολλά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
Η εφημερίδα «ΣΑΛΠΙΣΜΑ» που κυκλοφορούσε το Νομαρχιακό Συμβούλιο της ΕΠΟΝ Ηλείας, στο φύλλο της 5 Νοέμβρη 1943, αναφέρεται στη συμβολή της ΕΠΟΝ, τόσο στην τιμωρία των εθνοπροδοτών, όσο και στην οικονομική ενίσχυση των ανταρτών του ΕΛΑΣ: «…Συνελήφθη στην Αμαλιάδα από άνδρες του εφεδρικού ΕΛΑΣ ένα από τα κεφάλια της αντίδρασης και οδηγήθηκε στην παρά πάνω ελεύθερη περιοχή. Από κει επονίτες τον τράβηξαν προς το Σύνταγμα όπου καθώς μαθαίνουμε έκανε έμπρακτη δήλωση μετανοίας. Στη σύλληψη του συνέβαλε και η ΕΠΟΝ.
-Στη Γαστούνη επονίτες εξυλοκόπησαν ένα ρουφιάνο των Ιταλών κι έναν λωποδύτη πούχε κλέψει έξη οκάδες στάρι. Κατάσχεσαν τα λεφτά πούχε πάρει απ’ το στάρι ο λωποδύτης και τα επέστρεψαν στον κάτοχο τους.
-Στου Σαμπάναγα και Μπουχιώτη έγινε στο πανηγύρι του Αγίου Δημητρίου πλατύς έρανος για την ενίσχυση των οικονομικών της ΕΠΟΝ Κάμπου.
-Η «Φλόγα» ρουφήχτηκε κυριολεχτικά στο Κάμπο. Πολλοί πατριώτες ζήτησαν να γραφτούν μόνιμοι συνδρομητές.
…Στη Γαστούνη συνελήφθη από επονίτες ύποπτος που βγήκε από το σπίτι κάποιου αντιδραστικού μ’ ‘ένα τράστο στον ώμο. Κατάσχεσαν ένα σημείωμα που βρήκαν απάνω του και τον ανάγκασαν να τους αποκαλύψει ορισμένα στοιχεία.»

Η εξαιρετικά δραστήρια οργάνωση της ΕΠΟΝ Ανδραβίδας-Κάμπου προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, την αντίδραση των Γερμανών και των ταγματασφαλιτών.
Έτσι άρχισαν τα μπλόκα, σε κάθε χωριό του Κάμπου με διπλό στόχο: Από τη μια την σύλληψη των στελεχών της Αντίστασης και από την άλλη την συγκέντρωση εργατών για καταναγκαστική εργασία στις πολεμικές οχυρώσεις των Γερμανών.

Η εφημερίδα «ΤΟ ΣΑΛΠΙΣΜΑ» στο φύλλο της 22 Μάη 1944 γραφεί:

«Μαθαίνουμε πως στον Κάμπο συνεχίζεται το παιδομάζωμα. Οι μπόγιδες για νάχουν περισσότερες επιτυχίες στην αρπαγή των νέων που τους προόριζαν για τα έργα εθέσπισαν έναν καινούργιο τρόπο στο μάζωμα.
Βγαίνουν το βράδυ, χωρίς να τους παίρνει χαμπάρι ο κόσμος και κάνουν αιφνιδιαστικές επιθέσεις στα καφενεία και σ΄όλα τα κέντρα που συχνάζουν νέοι.
Τους τσουβαλιάζουν σ’ αυτοκίνητα και τους τραβάνε για την Κυλλήνη. Εκεί οι νέοι εργάτες λιμοκτονούν κυριολεκτικά.
Ο λαός και η Νέα Γενιά δεν πρέπει να αντιδρά σ’αυτές τις αρπαγές αλλά να διαμαρτυρηθεί έντονα και να ζητήσει επίμονα να λήξει αυτή η κατάσταση.
Φωνάχτε όλοι να σταματήσει το παιδομάζωμα.
Παράλληλα συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό οι επιδρομές ταγματασφαλιτών, σε Τραγανό, Ανδραβίδα, Λεχαινά, Καβάσιλα και Αμαλιάδα».

Και κάποτε, μετά από πολλές μάχες και θυσίες, έφτασε η ώρα της χιλιάκριβης λευτεριάς, που κράτησε όμως τόσο λίγο…
Να πως περιγράφονται στις εφημερίδες της εποχής εκείνης οι εκδηλώσεις της απελευθέρωσης που συνέπεσαν με τον εορτασμό των τρίχρονων του ΕΑΜ :

«1 Οχτώβρη 1944 – ΜΑΧΗΤΗΣ

Λεχαινά (Ανταπόκριση).

Τα Λεχαινά γιόρτασαν προχθές τα τρίχρονα της ίδρυσης της Οργάνωσης του Ε.Α.Μ.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα στις 10 το πρωί γίνηκε δοξολογία στην εκκλησία του Αγ. Δημητρίου που πήραν μέρος όλες οι Οργανώσεις και ο Λαός των Λεχαινών.
Ο συν. Καστρινός ανάπτυξε σε αδρές γραμμές τους σκοπούς του ΕΑΜ τις θυσίες, τους κόπους και τα αίματα του αγωνιζόμενου Έθνους, μα και τις προοπτικές για το Μέλλον της Ελεύθερης Πατρίδας.
Επακολούθησε η κατάθεση στεφάνων στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη.
Το απόγευμα διοργανώθηκε από την ΕΠΟΝ εύθυμη μουσικοφιλολογική βραδιά
Που εξακολούθησε μέχρι τη νύχτα με απαγγελίες, χορούς, και γενικά κέφι και ενθουσιασμό.

Ανδραβίδα

-Στην Ανδραβίδα γιορτάστηκαν τα τρίχρονα του ΕΑΜ με μεγάλο ενθουσιασμό, που τον μεγάλωσε και η παρουσία δύο Άγγλων αεροπόρων που φιλοξενηθήκανε εκεί. Μίλησε ενθουσιώδικα για την ίδρυση και τους σκοπούς του ΕΑΜ ο συν. Οθωνας. Έγινε εύθυμη βραδιά με μεγάλη συμμετοχή του Λαού.

Τραγανό

-Στο ξακουσμένο Τραγανό το γιορτάσι των τρίχρονων της Οργάνωσης μας πήρε μορφή πανηγυρική με την συμμετοχή και του εμπέδου των εφεδροελασιτών.
Γίνηκε δοξολογία και μίλησαν οι συναγωνιστές Μαραζώτης, Αλεβιζόπουλος και άλλοι. Το απόγευμα ο κόσμος χόρεψε με βιολιά και ταβούλια μέχρι αργά το βράδυ.

Το εκπολιτιστικό έργο της ΕΠΟΝ συνεχίστηκε και μετά την απελευθέρωση.
Τώρα το σύνθημα « Πολεμάμε και Τραγουδάμε» αντικαταστάθηκε από το σύνθημα «Χτίζουμε και Τραγουδάμε».


Σε ρεπορτάζ της εφημερίδας ΤΟ ΣΑΛΠΙΣΜΑ» αναφέρεται χαρακτηριστικά :

«ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΜΌΣ

Στην Αμαλιάδα οι εύθυμες βραδιές και τα τραγούδια στις γειτονιές είναι από τις συχνές και ευγενέστερες ενασχολήσεις της Νεολαίας.
Στη Γαστούνη, στου Σαμπάναγα, στην Αντραβίδα, τελευταία δίπλα στο θέατρο ξεχωριστή θέση είχαν και τα εύθυμα βράδια της ΕΠΟΝ.
Στο Τραγανό η ΕΠΟΝ αποτελεί τον εκπολιτιστικό παράγοντα μέσα στο χωριό.
Έδωσε δυο εύθυμες βραδιές με τη συμμετοχή της Φιλαρμονικής των Λεχαινών.

ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

…Στην Αντραβίδα οι επονίτες εξασκούνται στο ακόντιο και στη σφαίρα.
Έχει δημιουργηθεί και ομάδα Βόλευ Μπώλ.

ΘΕΑΤΡΟ

Στην Αμαλιάδα ανεβάστηκε « Ο Δρόμος του Λυτρωμού» που εσημείωσε εξαιρετική επιτυχία.
Στα Καβάσιλα, στου Μπράτι, στην Αντραβίδα, ο κόσμος παρακολούθησε με πολύ ενδιαφέρον τις θεατρικές παραστάσεις της ΕΠΟΝ.
Στην Αντραβίδα η ΕΠΟΝ διατηρεί μόνιμη σκηνή και θεατρικό όμιλο που ψυχαγωγεί συχνά το λαό και τη νεολαία.»



Και μετά ήρθε ο Δεκεμβρης και η Βαρκιζα. Και ακολούθησαν οι δύσκολες μέρες του 45-46, τα χρόνια της «Λευκής Τρομοκρατίας» κι άρχισαν να γεμίζουν τα ξερονήσια και οι φυλακές από αγωνιστές και ανάμεσα τους πολλοί φλογεροί ΕΠΟΝίτες:


(ΜΑΧΗΤΗΣ Όργανο του πολιτικού συνασπισμού των κομμάτων του ΕΑΜ Ηλείας. 21 ΙΟΥΛΙΟΥ 1946).
«ΑΜΑΛΙΑΔΑ-ΚΑΜΠΟΣ
20 Ιουλίου 1946
Η απόφαση
ΕΚΤΟΠΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΓΑΥΔΟ
Στην Αμαλιάδα
Σύμφωνα με πληροφορίες μας από την Αμαλιάδα το κύμα των συλλήψεων επεκτάθηκε και κεί. Η χωροφυλακή συνέλαβε τους Αντ.Πετραλιά ιατρό, Βασ.Φιλοσοφόπουλο δικηγόρο, Νικολ.Κοντογιαννόπουλο δικηγόρο, μέλη της διακομματικής επιτροπής του ΕΑΜ, το συναγ. Ανδρ.Ραμπαβίλα του ΚΚΕ, τον Στράτο Τεμπέλογλου πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου, τον Διον.Αρβανιτάκη της Διοικήσεως του Εργατικού Κέντρου, τον Γ.Ρετσινά φοιτητή, τον Άγγελο Αλτούνη.
Στον κύκλο περιλαμβάνονταν και ο συν. Γιάννης Παπαντωνόπουλος του ΣΚ-ΕΛΔ που ασθενεί και φρουρείται στο σπίτι του. Αργά χθες μεταδόθηκε η είδηση πως μεταφέρθηκαν στο Πύργο. Πάντως οι αρχές δεν ανακοίνωσαν τίποτα.



Πού στέλνουν τα παιδιά μας
ΓΑΥΔΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΦΗ
Τα νησιά του πόνου και θανάτου

.Η Επιτροπή Ασφαλείας Ηλείας αποφάσισε την εκτόπιση επί εξάμηνο των εξής ηγετών και οπαδών του ΕΑΜ της Επαρχίας μας
…Για την Ανάφη. Απ’την Αμαλιάδα: Β.Φιλοσοφόπουλος, Ν.Κοντογιαννόπουλος, Αντ.Πετραλιάς, Αγγ.Αλτούνης, Ν.Καρακούλης, Ανδρ.Ραμπαβίλας, Στ.Τεμπέλογλου, Κ.Αποστολόπουλος, Ιωαν.Παπαντωνόπουλος.
Γαστούνη: Ανδρ.Βερτζάντος, Κ.Ρηγάτος, Χρ.Παπαδόπουλος.
Λεχαινά: Π.Καζάζης, Ν.Λάζαρης, Αυγ.Σουρανής, Ν.Σεφερλής
Γ.Κατσούφης, Π.Κεφάλας, Σπ.Σεφερλής, Β.Καλμπούρος.
Τραγανό: Κ.Κλαμπάνος.
Ανδραβίδα: Ν.Σταθόπουλος
Σταφιδόκαμπος: Πασπαλιάρης
Ρετούνη: Τσέλος
Δόθηκε ολιγόχρονη προθεσμία στους εκτοπιζόμενους να κάμουν έφεση για αναθεώρηση της απόφασης.
Η είδηση του εκτοπισμού αναστάτωσε όλον γενικά τον κόσμο γιατί κανείς δεν περίμενε μια τέτοια απόφαση για ανθρώπους που τόσο ψηλά στέκονται όλης γενικά της κοινής γνώμης.
Κι’ ακόμα κανένας δεν μπορεί να πιστέψει πως τελικά θα εξοριστούν.
Λαικές επιτροπές θα διαμαρτύρονταν χθες στις αρχές αλλά κατά ανεξήγητη σύμπτωση απουσίαζαν και ο κ.Νομάρχης και ο κ.Εισαγγελέας.







Επεσαν για την Ελλάδα
Οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης της Ανδραβίδας πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος, για την συμμετοχή τους στην Εθνική Αντίσταση για την απελευθέρωση της πατρίδας μας από το ξένο φασιστικό ζυγό. Σύμφωνα με τα στοιχεία του αρχείου της ΕΠΟΝ Κάμπου, εκτελέστηκαν η έπεσαν σε μάχες με τους Γερμανούς οι παρακάτω :

1.Γιαννακούλιας Νιόνιος, στέλεχος του ΕΑΜ και του ΚΚΕ.
2.Συνοδινός Τάκης ΕΠΟΝ
3. Μπάτικας Παναγιώτης ΕΑΜ
Οι τρεις προαναφερθέντες πατριώτες εκτελέστηκαν στο μπλόκο της Ανδραβίδας που έγινε από τους Γερμανούς και τους ταγματασφαλίτες του Βαρθολομιού, στις 12 Ιούλη του 1944.
4.Παπαδάτος Τάσος, δάσκαλος. Από τους πρωτοπόρους ΕΑΜίτες της Ηλείας. Δολοφονήθηκε από τους ταγματασφαλίτες του Αετού το 1944.
5.Τσουραπάς Μανώλης. Μέλος του ΕΑΜ. Συνελήφθη σε επιδρομή των ταγματασφαλιτών στην Ανδραβίδα και απαγχονίστηκε από τον Αετό στο Βαρθολομιό το 1944.
6.Τσάκωνας Παναγιώτης . Ανταρτοεπονίτης της υποδειγματικής ομάδας του 3ου Τάγματος του 12ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Σκοτώθηκε σε ενέδρα Γερμανών και ταγματασφαλιτών στο Χελιδόνι Ηλείας στις 8 Ιούλη 1944.
7.Σκαμνάκης Αλέξιος(Καπετάν Ελατος). Καπετάνιος Διμοιρίας στο 3ο Τάγμα του 12ο Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Καταγόταν από την Ανδραβίδα και έμενε στα Λεχαινά. Συνελήφθη από ταγματασφαλίτες αιχμάλωτος στη μάχη των Δεμεστίχων στο χάνι Καρελιά-Κατσατέικα, ανακρίθηκε από χωροφύλακες και παραδόθηκε στους Γερμανούς οι οποίοι τον εκτέλεσαν επί τόπου στις 23-3-1944.
8.Γκουτζουρής Μάκης, πέθανε όμηρος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία το 1945.
9.Γαλούσης Ανδρέας από το Σταφιδόκαμπο (Μπράτι). Δολοφονήθηκε από τους ταγματασφαλίτες το 1944.
Ανταρτοεπονίτες:Πολεμάμε και τραγουδάμε
Πολύτιμη ήταν η συνεισφορά των ανταρτοεπονιτών μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ. Σε 32.000 υπολογίζονται οι επονίτες που βγήκαν στα βουνά και πολέμησαν τους χιτλεροφασίστες κατακτητές. Σε 35.000 ανέρχονται οι επονίτες που εντάχθηκαν στον ΕΛΑΣ της Αθήνας και τα εφεδρικά τμήματα του ΕΛΑΣ. Και σ' αυτή τη μαχητική έξοδο, η νέα γενιά έδωσε πάνω από 1.300 νεκρούς, που πέσανε στις μάχες με τους Γερμανούς και τους ντόπιους συνεργάτες τους.
Το κίνημα της Εθνικής Αντίστασης, από το ζυμάρι της ΕΠΟΝίτικης νεολαίας, έπλασε μέσα στις γραμμές του λαϊκού στρατού, ένα νέο τύπο μαχητή, τον Ανταρτοεπονίτη του βουνού, τον ΕΠΟΝίτη-εφεδροελασίτη της πόλης. Αυτόν, που πολεμάει και τραγουδάει. Αυτόν, που ξέρει να μάχεται και να πεθαίνει για μια Ελλάδα Λεύτερη, Ανεξάρτητη και Δημοκρατική.
Τέτοιοι αγωνιστές ήταν και οι έξη ανταρτοεπονίτες της υποδειγματικής ομάδας του 3ου τάγματος του 12ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, που στις 8 Ιουλίου 1944 σκοτώθηκαν σε ενέδρα Γερμανών και ταγματασφαλιτών στο Χελιδόνι Ηλείας . Αναφέρω για την ιστορία τα ονόματα τους :
1.Λοχίας Διονύσιος Κολόκας από το Λαμπέτι
2. Παναγιώτης Τσάκωνας από την Ανδραβίδα Ηλείας
3. Σόλων Παπαδάτος από το Βούναργο
4. Ξενοφών Πατήρης από το Πύργο
5. Ανδρέας Μπιλάλης από τη Μυρτιά
6. Δημήτρης Ζορμπάς από το Καράτουλα.
Στα Λεχαινά υπήρχε γερμανική στρατιωτική δύναμη μόνιμα εγκατεστημένη. Κάτω από τη μύτη των κατακτητών οι ΕΠΟΝίτες των Λεχαινών ανέπτυξαν σημαντική δράση. Αρκετοί πήραν το δρόμο του βουνού και εντάχθηκαν στον μόνιμο ΕΛΑΣ. Ανάμεσα τους και ο Γιάννης Πονήρης (Καπετάν Ξάνθος). Τέσσερις λεχαινίτες ΕΠΟΝίτες που συμμετείχαν στη θεατρική ομάδα του Επαρχιακού Συμβουλίου της ΕΠΟΝ Κάμπου συνελήφθησαν στη Γαστούνη(όπου είχαν πάει για να δώσουν παράσταση) και εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς και τους ταγματασφαλίτες στις 21 Ιουνίου 1944 στη Λάκα του Χρέπα. Πρόκειται για τους :
1.Άγγελο Ανδρουτσόπουλο
2. Θανάση Γενοβέζο
3.Ζωή Σουρανή
4. Βασίλη Τσαγκαράκη.
Επίσης σκοτώθηκε πολεμώντας μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ, ο Σπύρος Γαίτσης, λοχίας του 2ου Ανεξάρτητου Ταγματος Ηλείας του 12ου Συνταγματος του ΕΛΑΣ.
Αντιστασιακος τυπος
Η Επαρχιακή Επιτροπή της ΕΠΟΝ Αμαλιαδας-Κάμπου εβγαζε την εφημεριδα «ΦΛΟΓΑ» σε μικρό σχήμα. Το 1ο φύλλο κυκλοφόρησε στις 20 Οκτωβρίου 1943.
Το Νομαρχιακό Συμβούλιο της ΕΠΟΝ Ηλείας είχε τη δική του φωνή, την εφημερίδα «ΣΑΛΠΙΣΜΑ», που έβγαινε σε διαστάσεις 31χ23. Το πρώτο φύλλο κυκλοφόρησε το Γενάρη του 1944 και ήταν όργανο του Νομαρχιακού Συμβουλίου της ΕΠΟΝ.
Σε ρεπορτάζ της εφημερίδας «ΣΑΛΠΙΣΜΑ», (23 Φλεβάρη 1945, Αρ.φύλλου 15) υπάρχει αναλυτική αναφορά στις δραστηριότητες των ΕΠΟΝιτών του Κάμπου.

τίτλος στήλης ΜΕ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΛΙΟ
«ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ.
Με το τραγούδι, τη χαρά και το γέλιο, με όλα τα καθαρά ψυχικά και πνευματικά γυμνάσματα, η ΕΠΟΝ χαλκεύει με ευθύτητα το χαρακτήρα της Νεολαίας.
Της δείχνει όλη την ξαστεριά και την αξία της ζωής. Την οπλίζει με χαρούμενη διάθεση και αισιοδοξία για το μέλλον.
Σε όλο το νομό μας αντηχεί το τραγούδι με τη φλογερότητα και τον ενθουσιασμό της νιότης.
Τα λαϊκά γλέντια, οι γιορτές, οι προοδευτικές εξορμήσεις, οι καλλιτεχνικές προσπάθειες, τα ομαδικά ξεσπάσματα, περικλείουν μέσα τους το ζωντανό παλμό της νέας γενιάς.
Είναι τα εφόδια που συγκεντρώνει για τη χαρούμενη αντιμετώπιση της ζωής.
Τα ίχνη αυτής της ζωντανής και σπαρταριστής δράσης, πυκνώνουν ολοένα μέσα στο νομό μας.
Στην Αμαλιάδα οι εύθυμες βραδιές και τα τραγούδια στις γειτονιές, είναι μια από τις πιο συχνές και ευγενέστερες ενασχολήσεις της νεολαίας.
Στη Γαστούνη, στου Σαμπάναγα, στην Ανδραβίδα, τελευταία δίπλα στο Θέατρο ξεχωριστή θέση είχαν και τα εύθυμα βράδια της ΕΠΟΝ.
Στο Τραγανό η ΕΠΟΝ αποτελεί τον εκπολιτιστικό παράγοντα μέσα στο χωριό. Έδωσε δυο εύθυμες βραδιές με τη συμμετοχή της Φιλαρμονικής των Λεχαινών…
ΘΕΑΤΡΟ…Πολύμορφες είναι οι προσφορές της νεολαίας μας. Το θέατρο πήρε και ζωντανεύει. Με δημιουργική δουλειά, με δραστηριότητα, με φιλότιμες προσπάθειες η ΕΠΟΝ τραβάει να ανοίξει καινούργιους ορίζοντες στη θεατρική δράση που θα αποτελέσει ένα βασικό παράγοντα εκπολιτισμού στις μέρες που έρχονται.
Στην Αμαλιάδα ανεβάστηκε « Ο Δρόμος του Λυτρωμού» που σημείωσε εξαιρετική επιτυχία. Στα Καβάσιλα, στου Μπράτι, στην Αντραβίδα τον τελευταίο καιρό ο κόσμος παρακολούθησε με πολύ ενδιαφέρον τις θεατρικές παραστάσεις της ΕΠΟΝ.
Στην Αντραβίδα η ΕΠΟΝ διατηρεί μόνιμη σκηνή και θεατρικό όμιλο που ψυχαγωγεί συχνά το λαό και τη νεολαία…Το θέατρο πραγματικά θα πάρει νέα φτερά στο κοντινό γιατί δεν αποτελεί μονάχα την αντανάκλαση της κοινωνικής ζωής, αλλά πλαταίνει τους πνευματικούς ορίζοντες του λαού, τον οπλίζει με πνευματικά και ηθικά εφόδια για την ψύχραιμη και ρεαλιστική αντιμετώπιση της ζωής. Η Νεολαία ένοιωσε τη σημασία του και την αποστολή του. Ο λαός διψάει για ψυχαγωγία μα έχει κι’ ανάγκη από ξεκούραση και ψυχική ανάταση. Η ΕΠΟΝ δε θα σταματήσει ούτε στιγμή τις προσπάθειες της.»

Πέτρινα χρόνια
Τα χρόνια που ακολούθησαν μετά την απελευθέρωση στάθηκαν πέτρινα για το κόσμο της Αντίστασης. Ο ΕΠΟΝίτης ποιητής Κώστας Γιαννόπουλος, μετά την απελευθέρωση έγραψε μια ποιητική τριλογία: «Το τελευταίο τραγούδι», «Νύχτες», «Από την απομόνωση». Η τριλογία βραβεύτηκε στο 3ο Παγκόσμιο Φεστιβάλ της Νεολαίας (1951), αλλά ο ποιητής δεν ζούσε για να παραλάβει το βραβείο του. Εκτελέστηκε στην Αίγινα το 1948, για τη συμμετοχή του στην Εθνική Αντίσταση. Στο τελευταίο γράμμα του από το κελί της απομόνωσης των μελλοθανάτων ο Κώστας Γιαννόπουλος έγραψε το «Τελευταίο τραγούδι», που ήταν η συνέχεια της ΕΠΟΝ: «Διάπλατα, νιότη, τίναξε και σήκωσέ μας/, τέτοιοι ουρανοί, βαθιοί ουρανοί, δεν είδαμε ποτέ μας./ Ω! τώρα πια δεν είμαστε οι ανήμποροι κι αδύναμοι/ κι ούτε ένα σφίξιμο κανείς δε νιώθει στην καρδιά του./ Γυρτός κανείς, δειλός κανείς/ μονάχα ψηλομέτωποι,/ αγέρωχοι ανοίγουμε τα κάστρα του θανάτου./ Κι έτσι σεμνοί και αγέρωχοι σε μια καρδιά και δύναμη/ τα κάστρα του γκρεμίσαμε και σαν αϊτοί περνάμε./ Κι αφού στη φλόγα λιώσαμε κι όλοι μας σβήσαν οι καημοί, να με τον ίδιο θάνατο - το θάνατο πατάμε».
ΑΙΩΝΙΑ ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΗΝ ΗΡΩΙΚΗ ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΕΠΟΝ!
Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΟΝ
Με τη χρυσή της νιότης πανοπλία,
το θάρρος, την ορμή, τη λεβεντιά,
πετάμε στον αγώνα, στη θυσία,
για την Ελλάδα, για τη λευτεριά.
Καμαρωτά, χαρούμενα τα νιάτα,
σαν σε χορό, βαδίζουν πάντα εμπρός,
φλόγα, ζωή και θέληση γιομάτα,
κ' είναι το πέρασμα τους όλο φως.
Τα νιάτα είμαστε μείς, της γης η ελπίδα,
αλί του π' αντικρύ μας θα σταθεί.
Μελίσσι από την κάθε μια πατρίδα,
κινάμε να λυτρώσουμε τη γη.
Στο φράχτη της σκλαβιάς, το πέρασμά μας
μια καταλύτρα θάν, νεροσυρμή.
Το δίκιο, η λευτεριά, για σύνθημά μας,
ποιος θα μας αντικόψει την ορμή;
Των ταπεινών τον πόνο και τη θλίψη
του σκλάβου τη βαθιά την οιμωγή
από τη γη, θα κάμουμε να λείψει
για να γενεί χιλιόμορφη η ζωή.
Καμαρωτά, χαρούμενα τα νιάτα,
σαν σε χορό, βαδίζουν πάντα εμπρός,
φλόγα, ζωή και θέληση γιομάτα,
κ' είναι το πέρασμα τους όλο φως.
Αύγουστος 1943.

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

ΜΕΤΑ ΤΗ ΒΑΡΚΙΖΑ, ΗΡΘΕ ΤΟ ΚΟΛΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΥ...

ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ Μαρτυρικός – Ιστορικός Τόπος

Στις 3 Απρίλη του 1949, στο στρατόπεδο της Μακρονήσου οι έγκλειστοι φαντάροι πληροφορούνταν ότι εκείνη η ημέρα ήταν … γιορτινή. Στην αναφορά διαβάστηκε η ημερήσια διαταγή του διοικητή του Στρατοπέδου Συνταγματάρχη Πυροβολικού Γ. Μπαϊρακτάρη η οποία, ανάμεσα στα άλλα, έλεγε1:

«Η σημερινή ημέρα είνε η δευτέρα επέτειος της Ιδρύσεως της Δ)σεως ΓΕΣ)ΒΧΙ. Σαν σήμερα (3.4.47) ο τότε Αρχηγός ΓΕΣ και Γενικός Επιθεωρητής του Στρατού Στρατηγός κ. Βεντήρης με εκάλεσε και μου έδωσε την εξής επί λέξει Διαταγήν: “θά μου συγκρότησης μίαν Διεύθυνσιν του ΓΕΣ η οποία θα ασχοληθή με τα εξής θέματα: α) Συγκέντρωσις και οργάνωσις Ταγμάτων Σκαπανέων, διάθεσις των ανδρών αυτών εις διαφόρους επωφελείς απασχολήσεις και προσπάθεια επαναφοράς αυτών εις τους σκοπούς της Φιλτάτης Πατρίδος. β) Συνεννόησις μετά των αρμοδίων πολιτικών αρχών επί της σκοπιμότητος αποσυμφορήσεως των πολιτικών φυλακών, ιδία των ζωνών επιχειρήσεων” Δεν είχα ακόμη αρχίσει την προεργασία όταν, δύο ημέρας, με εκάλεσε o τότε Υπουργός των Στρατιωτικών κ. Γ. Στράτος και μου είπε τα εξής: “Ελάβατε μίαν διαταγήν από τον Στρατηγόν κ. Βεντήρην. Πάνω σ’ αυτό αποδίδω εξαιρετικήν σημασίαν”. “Ο,τι μου ζητήσετε θα το έχετε” Το τι έγινε μέσα στο βραχύ διάστημα της διετίας, που διέρρευσε δεν είνε εύκολον να συνοψισθή μέσα σε λίγες γραμμές. Βέβαιον είνε ότι η Μακρόνησος υπερέβη τας προσδοκίας και ελπίδας ακόμη εκείνων που την οραματίσθηκαν…».
Σκίτσο για τη Μακρόνησο.(Ο ΡΙΖΟΣ της Δευτέρας αρ. 51 6/10/1947)

Από το ντοκουμέντο αυτό προκύπτουν ορισμένα ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία, τα οποία δεν μπορούν να αναζητηθούν στην ολοκληρωμένη τους μορφή στα λογοκριμένα – ελεύθερα προς τους ερευνητές – αρχεία του στρατού. Το πρώτο στοιχείο είναι ότι η απόφαση για τη δημιουργία του στρατοπέδου της Μακρονήσου, τέθηκε σε εφαρμογή στις 3 Απριλίου του 1947. Για την απόφαση αυτή καθαυτή, το χρόνο που λήφθηκε και το ολοκληρωμένο σκεπτικό που τη συνόδευε επικρατεί σκοτάδι. Το δεύτερο στοιχείο, αφορά το σκοπό του στρατοπέδου, που δεν ήταν άλλος από τη συγκέντρωση των κομμουνιστών, αριστερών και προοδευτικών νέων με στόχο την αναμόρφωσή τους σε εθνικόφρονες πολίτες και πειθήνια όργανα του καθεστώτος. Παράλληλα, η Μακρόνησος θα λειτουργούσε και ως χώρος συγκέντρωσης των πολιτικών κρατουμένων, ιδιαίτερα των πιο επικίνδυνων για το καθεστώς, με πρώτη προτεραιότητα αυτούς που κρατούνταν σε φυλακές οι οποίες βρίσκονταν κοντά στις εμπόλεμες περιοχές. Μια τρίτη, εξίσου ενδιαφέρουσα, πληροφορία είναι πως η διοικούσα αρχή του στρατοπέδου ήταν η BXI Διεύθυνση του ΓΕΣ, τα ίχνη της οποίας έχουν επιμελώς σβηστεί από τα στρατιωτικά αρχεία. Το παντελώς σκοτεινό κομμάτι της ιστορίας της Μακρονήσου είναι ότι το εν λόγω στρατόπεδο φτιάχτηκε με τη βοήθεια και καθ’ υπόδειξη του «συμμαχικού» παράγοντα, δηλαδή των Αμερικανών και των Βρετανών. Ισως αυτός είναι και ο λόγος που ενώ έχουν περάσει από τότε πάνω από 60 χρόνια, το ουσιώδες αρχειακό υλικό που συνόδευε τη ζωή του στρατοπέδου παραμένει επτασφράγιστο2. Ας δούμε όμως εν συντομία πώς συγκροτήθηκε το στρατόπεδο.
Η Μακρόνησος τίθεται σε λειτουργία – οι αντιδράσεις.

Η Μακρόνησος άνοιξε τις πύλες της στις 26 Μάη 1947, όταν άρχισαν να μεταφέρονται εκεί, από άλλες στρατιωτικές μονάδες, οι πρώτοι «επικίνδυνοι» στρατιώτες. Σιγά σιγά δημιουργήθηκαν τρία Ειδικά Τάγματα Οπλιτών (Α’ ΕΤΟ, Β’ ΕΤΟ και Γ’ ΕΤΟ) ενώ οι ύποπτοι για το καθεστώς έφεδροι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί σχημάτισαν ξεχωριστό τάγμα. Στη συνέχεια μεταφέρθηκαν εκεί και οι Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών (ΣΦΑ) όπου κρατούνταν οι υπόδικοι στρατοδικείων, οι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ καθώς και οι αξιωματικοί που έλαβαν μέρος στο κίνημα της Μέσης Ανατολής. Βαθμηδόν η Μακρόνησος έγινε το υπ’ αριθμόν 1 κέντρο μέσα από το οποίο το μοναρχοφασιστικό καθεστώς επιχειρούσε με πρωτοφανή βασανιστήρια να σπάσει το ηθικό των δεσμωτών αγωνιστών, να τους επιβάλει να αποκηρύξουν το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, τις άλλες οργανώσεις της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης και φυσικά το ΚΚΕ, να τους μετατρέψει, εφόσον ήταν δυνατόν, σε πειθήνια όργανά του ή να τους εξοντώσει ηθικά και σωματικά. Από τον Ιούλη του 1948 άρχισαν να μεταφέρονται στη Μακρόνησο και πολιτικοί εξόριστοι που κρατούνταν στα νησιά του Αιγαίου. Εστάλησαν εκεί ακόμη και έφηβοι, ανήλικοι, τρόφιμοι αναμορφωτηρίων όπως αυτού της Κηφισιάς. Λίγο αργότερα το νησί έγινε τόπος συγκέντρωσης και για τις εξόριστες γυναίκες.

Η πρώτη είδηση για το άνοιγμα της Μακρονήσου δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη», στις 4 Ιούνη 1947, με τίτλο «Εξόριστοι Φαντάροι». Ηταν μια σύντομη είδηση που αξίζει να την παραθέσουμε ολόκληρη:

«Οικογένειες δημοκρατικών στρατιωτών, που μεταφέρθηκαν από το Στρατόπεδο Συγκέντρωσης του Πόρτο Ράφτη στο βράχο που λέγεται Μακρονήσι, πήραν από κει δραματικές εκκλήσεις των παιδιών τους. Οι φαντάροι ζητούν να τους στείλουν έστω και λίγη σταφίδα ή λίγο ψωμί. Αυτό δείχνει πως εκτός από τα άλλα κινδυνεύουν άμεσα από την πείνα. Θα φτάσει στο σημείο η κυβέρνηση του αίματος να εξοντώσει με την πείνα ομαδικά εκατοντάδες στρατευμένα παιδιά του λαού; Ο υπουργός των Στρατιωτικών που ευθύνεται ιδιαίτερα για τη ζωή των εξορίστων στρατιωτών έχει υποχρέωση να διατάξει ανακρίσεις για το καθεστώς που έχει επιβληθεί στο Μακρονήσι».
Ο παράνομος ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 12/3/1948 αποκαλύπτει τους πραγματικούς στόχους του μακελειού

Είκοσι μέρες μετά τη δημοσίευση της παραπάνω είδησης, στις 25 Ιούνη, πάλι από τις στήλες του «Ριζοσπάστη», δημοσιεύτηκε επιστολή φαντάρων της Μακρονήσου οι οποίοι περιέγραφαν πώς μεταφέρθηκαν στο κάτεργο, τα μαρτύριά που υπέστησαν εκεί, το καθεστώς τρομοκρατίας που επικρατούσε. Στο δημοσίευμα συμπεριλαμβανόταν επίσης το κείμενο της δήλωσης μετανοίας, που το καθεστώς ζητούσε να υπογράψουν οι εξόριστοι στρατευμένοι. Παραθέτουμε ολόκληρο το δημοσίευμα της 25/6/1947 του «Ριζοσπάστη» γιατί θεωρούμε ότι αποτελεί πραγματικό ιστορικό ντοκουμέντο:

«Αγαπητέ Ριζοσπάστη

Σου γράφουμε από το απαίσιο στρατόπεδο του Μακρονησιού – Λαυρίου («Β’ Τάγμα Σκαπανέων» το ονομάζουν οι δήμιοί μας για να ρίξουν στάχτη στα μάτια του κόσμου). Στο στρατόπεδο αυτό μας μετέφεραν για να μας ξεκάνουν. Μακριά από τον κόσμο, ανενόχλητοι και μεθοδικά βάλθηκαν να μας εξοντώσουν.

Ξεκινήσαμε για τον καταραμένο αυτό τόπο από το Πόρτο – Ράφτη τα ξημερώματα της 26 Μαΐου κατά λόχους. Τρεις μέρες χρειάσθηκαν για να μεταφερθούμε, 1.500 δημοκρατικοί φαντάροι, σαν πρόβατα επί σφαγήν, στο απαίσιο στρατόπεδο του Μακρονησιού. Πριν μας μεταφέρουν έψαχναν φαίνεται να βρουν τον τόπο που σίγουρα προορίζουν για τάφο μας. Και δεν άργησαν. Πρόκειται για ένα άνυδρο νησί που ούτε κατσίκια δε φιλοξενεί. Είναι ολόγυμνο. Ιχνος δένδρου δεν υπάρχει. Μερικά σκίνα αποτελούν το μόνο διάκοσμό του.

Μόλις πατήσαμε το πόδι μας ζαλισμένοι, νηστικοί και διψασμένοι, το πρώτο πράγμα που αντικρίσαμε ήταν μια ατέλειωτη σειρά από τάφους και μνήματα Τούρκων και Βουλγάρων αιχμαλώτων του πολέμου 1912-13.

Από την πρώτη μέρα άρχισε το μαρτύριό μας. Μας βάζουν να γκρεμίζουμε αυτούς τους τάφους. Ολημερίς πνιγμένοι στον ιδρώτα και τη σκόνη, κατάκοποι, πεινασμένοι και τρισάθλιοι με το μαστίγιο πάνω από τα κεφάλια μας, δίχως νερό σκάβουμε. Τα μνήματα και οι τάφοι γκρεμίζονται από τις σκαπάνες μας που ανεβοκατεβαίνουν ρυθμικά για να ξεχώνουν πολλές φορές και τα κόκαλα. Ατέλειωτες φάλαγγες σχηματίζουμε καθώς πηγαινοερχόμαστε κουβαλώντας πέτρα και χαλίκι. Τα σώματά μας γέρνουν από την κούραση μα δεν τολμούμε να αφήσουμε τις σκαπάνες, γιατί βαρύς πέφτει πάνω μας ο βούρδουλας των αλφαμιτών (Αστυνομία Μονάδος).
«ΣΚΑΠΑΝΕΥΣ Γ’ ΤΑΓΜΑ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΥ». Εντυπο που έβγαζε η διοίκηση του στρατοπέδου

Οι μέρες μας μία – μία έτσι δραματικές, απαίσιες κυλούν. Και όσο βλέπουν ότι δε λυγάμε, τόσο λυσσούν. Εχουν όμως διδαχθεί πάρα πολλά οι μαθητές του Χίτλερ.

Και αφού είδαν και απόειδαν, άλλαξαν τακτική. Βάζουν τώρα μπροστά από τη φάλαγγα Χίτες με τα κλαρίνα και τα βιολιά μερικών συναδέλφων που τάχουν φέρει μαζί τους και ξεκινάμε για το σκάψιμο “εν χορδαίς και οργάνοις”. Εως ότου φτάσουμε στο καθημερινό μαρτύριο βιολιά και κλαρίνα χτυπούν ακατάπαυστα κι εκνευριστικά. Πίσω σχηματίζεται μια αληθινή νεκρική πομπή. Τα κορμιά λυγίζουν από το βάρος που φέρνουν στις πλάτες. Η πείνα έχει αρχίσει να θερίζει τα αδειανά στομάχια μας. Τα πόδια σούρνονται στο χώμα. Μα τα κεφάλια στέκουν ψηλά για να συμβολίζουν τις αδούλωτες ψυχές των ζωντανών σκελετών και να θυμίζουν στους δήμιους ότι τίποτα δεν είναι ικανό να μας γονατίσει.

Το συσσίτιο είναι απαίσιο (μια κουταλιά νερό με 2- 3 όσπρια μέσα). Και αν τολμήσεις να μιλήσεις, αμέσως ο λοχαγός σε στέλνει στο “σιδηρωτήριο” (θάλαμος βασανιστηρίων της Αστυνομίας Μονάδος). Και όταν πας εκεί φεύγεις άρρωστος, ανίκανος να σταθείς στα πόδια σου για 2 βδομάδες. Αν πεις για το νερό… κουβαλιέται μέσα σε δοχεία βενζίνης και πετρελαίου από το Λαύριο. Πολλές φορές δεν τολμάς όχι να το δοκιμάσεις, αλλά ούτε και να το μυρίσεις.

Στις 11 Ιουνίου η σάλπιγγα χτύπησε συγκέντρωση τάγματος. Πάλι πέτρα σκεφτήκαμε όλοι μας. Αυτή τη φορά όμως γελασθήκαμε. Δε μας ήθελαν για πέτρα. Μας μίλησαν με το καλό. Μας είπαν ότι είμαστε καλοί και πειθαρχικοί στρατιώτες και όχι απείθαρχοι όπως αυτοί της Κρήτης. Υστερα ο υπασπιστής του τάγματος μας διάβασε τη διαταγή του διοικητή. Αρχιζε αυτή από τον αναρχοκομμουνισμό και κατέληγε ούτε λίγο, ούτε πολύ, με τρόπο εύσχημο στην παρότρυνση για υπογραφή δηλώσεων “παντός εντίμου Ελληνος πατριώτου”… Την άλλη μέρα οι διοικητές των λόχων καλούσαν ένα – ένα φαντάρο χωριστά και τον επίεζαν με όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα να υπογράψει την εξής δήλωση:

“Ο κάτωθι υπογεγραμμένος… κλάσεως… εκ… και διαμένων εις… δηλώ υπευθύνως και εν γνώσει των συνεπειών του νόμου περί ψευδούς δηλώσεως και χωρίς να ασκηθή βία τα κάτωθι:

Ουδέποτε υπήρξα κομμουνιστής και ουδεμίαν σχέσιν έχω με το συνωμοτικόν ΚΚΕ. Προσεχώρησα εις το ΕΑΜ με σκοπόν να απελευθερώσω την πατρίδα μου από τους κατακτητάς.. Μετ’ ολίγον καιρόν αντελήφθην ότι όπισθεν του ΕΑΜ ήτο το ΚΚΕ το οποίο ήτο η πηγή πάσης ενεργείας και πράξεως του ΕΑΜ.

Επειδή είμαι γνήσιο Ελληνόπουλο καταδικάζω και αποκηρύσσω μετά βδελυγμίας όλας τας αναρχοβουλγαροκομμουνιστικάς οργανώσεις: ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ΕΑ, αίτινες αποτελούν τα εγκληματικά σλαυόβουλα και αντεθνικά συγκροτήματα, σκοπός των οποίων είναι η κατασκόπευσις παντός ό,τι αφορά το κράτος και ιδία τον στρατόν και η υποδούλωσις της φυλής μας εις τους προαιώνιους εχθρούς μας Βουλγάρους – Σέρβους και γενικώς σλαύους οίτινες πάντοτε ατίμως και υπούλως είτε διά της πανσλαυιστικής ιδέας, προσπαθούν να αποσπάσουν εδάφη άτινα είναι ποτισμένα με ιδρώτα και αίμα των προγόνων μας. Τίθεμαι πολέμιος των άνω σλαβοδούλων και ανθελληνικών συγκροτημάτων μέχρι της τελικής εξαλείψεως των.
Οι Γ. Μπαϊρακτάρης και Α. Βασιλόπουλος επιθεωρούν τη φάλαγγα των κρατουμένων. Ανάμεσά τους και 10χρονα παιδιά

Η παρούσα μου επιθυμώ να δημοσιευθή εις τον τύπον και αναγνωσθή εις την εκκλησίαν της ενορίας μου.

Β. Σ. Γ. 802 τη…

Ο Δηλών…..”.

Ας το μάθη ο ελληνικός λαός, ο κόσμος ολόκληρος πως ποτέ τα 1500 στρατευμένα παιδιά του λαού δε θα υπογράψουν μια τέτοια δήλωση. Είμαστε δημοκράτες και πιστεύουμε ακράδαντα στη Δημοκρατία. Εχουμε κλεισμένη μέσα μας την Ελλάδα και το Λαό της. Είμαστε διατεθειμένοι να γεμίσουμε τους τάφους και τα μνήματα, που τώρα σκάβουμε, με τα δικά μας κορμιά, βέβαιοι πως κάποτε, πολύ σύντομα ο ελληνικός λαός θα στήσει εκεί ανδριάντες ηρωισμού και παλικαριάς.

Εμείς οι 1.500 δεσμώτες του “Β’ τάγματος Σκαπανέων” από το ξερόνησο Μακρονήσι, με μια φωνή βροντοφωνάζουμε: Δεν υπογράφουμε την εξευτελιστική δήλωση που μας ζητάνε. Αυτή είναι η τελευταία μας λέξη. Δεν έχουμε να πούμε τίποτα άλλο».

Τα δημοσιεύματα του «Ριζοσπάστη», του ΕΑΜικού γενικότερα Τύπου και στη συνέχεια των κεντρώων αστικών εφημερίδων, υποχρέωσαν τους ιθύνοντες σε μια προσπάθεια συγκάλυψης της πραγματικότητας. Ετσι με τον τρόπο που οργανώνονται οι στρατιωτικές παράτες, επιχειρήθηκε ένας εξωραϊσμός της πραγματικότητας, με επισκέψεις δημοσιογράφων αλλά και υπουργών στο νησί, χωρίς φυσικά να γίνει κατορθωτό η στρατιωτική βιτρίνα να κρύψει τη σκληρή αλήθεια3. Την ίδια ώρα, το αστικό πολιτικό καθεστώς, μπροστά στον κοινό εχθρό, δηλαδή το λαϊκό κίνημα και το ένοπλο τμήμα του το ΔΣΕ, αποκτούσε εσωτερική πειθαρχία και ενότητα. Ετσι στις 7 Σεπτέμβρη 1947 – με πρωτοβουλία και πίεση των Αμερικανών – συντελέστηκε στη χώρα κυβερνητική αλλαγή η οποία αποκρυσταλλώθηκε στη συνεργασία του Κέντρου και της Δεξιάς. Πρωθυπουργός ορίστηκε ο γηραιός κεντρώος πολιτικός – αρχηγός του κόμματος των Φιλελευθέρων – Θ. Σοφούλης. Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ανέλαβε ο αρχηγός του δεξιού «Λαϊκού κόμματος» Κ. Τσαλδάρης, ο οποίος κρατούσε και το υπουργείο των Εξωτερικών. Στο κυβερνητικό σχήμα συμμετείχαν 10 στελέχη του κόμματος των Φιλελευθέρων και 14 από το «Λαϊκό κόμμα». Ο Σοφούλης μόλις ανέλαβε την πρωθυπουργία διακήρυξε ότι θα ακολουθήσει πολιτική «κατευνασμού». Στην πραγματικότητα όμως συνέχισε και ενέτεινε την αντιλαϊκή πολιτική των προκατόχων του, που αν μη τι άλλο έσπρωχνε πιο βαθιά στη δίνη του εμφυλίου πολέμου. Ετσι στα πλαίσια αυτής της πολιτικής συνεχίστηκαν και εντάθηκαν οι διώξεις κατά των ΕΑΜιτών, των κομμουνιστών – αριστερών και δημοκρατικών πολιτών οι οποίοι γέμιζαν καθημερινά τις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το κάτεργο της Μακρονήσου συνέχιζε να «αλέθει» ψυχές και σώματα αγωνιστών. Λίγο αργότερα ήρθε η απαγόρευση του ΕΑΜικού και του κομμουνιστικού Τύπου και στο τέλος, με τον Α.Ν. 509/1947, η εκτός νόμου τοποθέτηση του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Τώρα πια η Μακρόνησος έπαιρνε τα πιο ολοκληρωμένα και φυσικά τα πιο ολοκληρωτικά της χαρακτηριστικά. Ετσι φτάσαμε στη μελανότερη σελίδα της ιστορίας της, στο μακελειό της 29ης Φλεβάρη – 1ης Μάρτη 1948.
Η μεγάλη σφαγή – η εκδοχή των αρχών
Από τα πιο τρυφερά του χρόνια, έζησε κι ο πιτσιρικάς τη φρίκη της Μακρονήσου

Το απόγευμα της Κυριακής 29 Φλεβάρη 1948 οι διαπιστευμένοι συντάκτες στο υπουργείο Στρατιωτικών πληροφορούνταν ότι στο στρατόπεδο της Μακρονήσου είχαν ξεσπάσει αιματηρά επεισόδια με πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Την επόμενη, 1η Μάρτη του 1948, στα γραφεία των εφημερίδων έφτασε μία ανακοίνωση του υπουργείου Στρατιωτικών που με εντελώς κυνικό τρόπο επιβεβαίωνε το γεγονός που έμελλε να μείνει στην ιστορία ως η φρικιαστικότερη και τραγικότερη, ίσως, σελίδα του εμφυλίου πολέμου. «Την 29 Φεβρουαρίου – έλεγε η ανακοίνωση4 - άνδρες του Στρατοπέδου Μακρονήσου εις το οποίον υπηρετούν οι επικίνδυνοι κομμουνισταί κατά την διάρκειαν της θρησκευτικής τελετής επετέθησαν κατά της φρουράς του Στρατοπέδου προς αφοπλισμόν της. Η τελευταία αμυνομένη έκαμε χρήσιν των όπλων και η τάξις απεκατεστάθη. Απώλειαι στασιαστών 17 νεκροί και 61 τραυματίες. Εκ των ημετέρων 4 τραυματίαι διά λιθοβολισμού. Οι τραυματίαι μεταφέρονται εις το Στρατιωτικόν Νοσοκομείον».

Πέρα από το προαναφερόμενο επίσημο ανακοινωθέν, στον Τύπο της εποχής υπάρχει δημοσιευμένη, πιο ολοκληρωμένη η επίσημη εκδοχή, στην οποία αξίζει να σταθούμε όχι μόνο γιατί έρχεται σε αντίθεση με το ανακοινωθέν αλλά και γιατί περιέχει ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία. Οφείλουμε όμως να σημειώσουμε ότι μέχρι σήμερα δεν έχει δει το φως της δημοσιότητας καμία επίσημη αναφορά – για όσα συνέβησαν – του επικεφαλής του στρατοπέδου, η οποία όμως δόθηκε τότε στους ανωτέρους του.

Η επίσημη εκδοχή των αρχών, που δημοσιεύτηκε στον Τύπο των Αθηνών στις 3 Μάρτη του 1948 έχει – στα βασικά της σημεία – ως εξής5: «Εξ αρμοδίας πηγής ανεκοινώθησαν χθες τα εξής διά την στάσιν εις Μακρόνησον. Αργά χθες την εσπέραν επέστρεψεν εκ Μακρονήσου ο συν/χης του Γενικού Επιτελείου Στρατού κ. Μπαϊρακτάρης, όστις είχε μεταβή εκεί από της παρελθούσης Κυριακής, ευθύς μόλις εγνώσθη η πρώτη στασιαστική εκδήλωσις των κομμουνιστών του Α’ Τάγματος Μακρονήσου. Ο κ. Μπαϊρακτάρης παρουσιασθείς αμέσως εις τον υπουργόν των Στρατιωτικών ανέφερεν εις αυτόν τα γεγονότα εκθέσας εν λεπτομερεία τα της στάσεως της Κυριακής και τα της επακολουθησάσης ταύτης στάσεως της Δευτέρας.

Συμφώνως προς την αναφοράν του κ. Μπαϊρακτάρη, εις το Α’ Τάγμα Σκαπανέων εν Μακρονήσω είχον συγκεντρωθή υπό της υπηρεσίας οι αποδεδειγμένως ακραιφνείς αναρχικοί και εκείνοι διά τους οποίους τα συγκεντρωθέντα επιβαρυντικά στοιχεία παρουσίαζον ως τοιούτους. Το σύνολον των εις το τάγμα τούτο συγκεντρωμένων ανήρχετο εις 4 περίπου χιλιάδας, εκ των οποίων οι 700 περίπου εδήλωσαν μετάνοιαν και επρόκειτο να μεταχθώσιν εις το 3ον Τάγμα ίνα υποστούν την αναγκαίαν εκπαίδευσιν και να ενταχθούν κατόπιν εις τας μαχίμους μονάδας. Η μεταφορά αυτών εις το 3ον Τάγμα επρόκειτο να γίνη το παρελθόν Σάββατον, αλλά οι εναπομείναντες αναρχικοί προσεπάθησαν παντοιοτρόπως να αντιδράσουν εις τούτο. Την πρωίαν της Κυριακής, αφού προηγουμένως εδημιούργησαν μίαν ατμόσφαιραν αντιδράσεως κατά των διαταγών της διοικήσεως και εξήψαν επαναστατικώς τα πνεύματα, εξεδηλώθη επίθεσις προς αφοπλισμόν της αστυνομικής μονάδος του τάγματος, καθ’ ην στιγμήν αύτη προσεπάθει να συλλάβη μερικούς οι οποίοι επεζήτουν παντοιοτρόπως όπως ματαιώσουν την διαταγή του τάγματος να παρακολουθήσουν οι άνδρες την σχετικήν ομιλίαν. Ολοι οι αναρχικοί τότε εκκινήθησαν να αφοπλίσουν την φρουράν και διά των γνωστών κομμουνιστικών συνθημάτων επεχείρησαν να κακοποιήσουν τον υπολοχαγόν Καρδαράν, προβαίνοντες ταυτοχρόνως εις παντός είδους στασιαστικάς πράξεις. Η φρουρά, η οποία ας σημειωθή αποτελείτο εξ ανδρών του 3ου τάγματος, ήτοι εκ κομμουνιστών οι οποίοι μετενόησαν, προσεπάθησε να αποφύγη την σύγκρουσιν και συνεπτύχθη μέχρι των οικημάτων του διοικητηρίου, οπότε ευρεθείσα πλέον προ διαθέσεων των στασιαστών να την αφοπλίσουν, ηναγκάσθη να κάμη χρήσιν των όπλων με αποτέλεσμα τον φόνον 5 στασιαστών και τον τραυματισμόν 10….

Η υπόλοιπος ημέρα διέρρευσεν, αποκλεισθέντων των στασιαστών, υπό καταφθασασών ετέρων ενισχύσεων εκ των Β’ και Γ’ ταγμάτων Σκαπανέων.

Την πρωίαν της επομένης εκλήθησαν διά μεγαφώνου οι στασιασταί υπό του σταλέντος επί τόπου συνταγματάρχου πυροβολικού του Γενικού Επιτελείου Στρατού κ. Μπαϊρακτάρη ίνα συνέλθωσι και συγκεντρωθώσιν εις ορισθέντα χώρον. Παρά τας επανειλημμένας επί μίαν ώραν προσκλήσεις του ως άνω συνταγματάρχου, οι στασιασταί εξηκολούθουν υβρίζοντες, μη συμμορφούμενοι προς ταύτας, πλην ελαχίστων, οίτινες διαφεύγοντες την προσοχήν και την απειλήν των διευθυνόντων τη στάσιν καθοδηγητών προσέτρεχον προς τον καθορισθέντα χώρον. Η φρουρά πειραθείσα να διευκολύνη την διαρροήν των μετανοούντων εδέχθη επίθεσιν εκ μέρους των στασιαστών διά λίθων τραυματισθέντων 31 φρουρών. Προ τοιαύτης καταστάσεως, η φρουρά ηναγκάσθη να κάμη χρήσιν των όπλων, η οποία επέφερε την καταστολήν της στάσεως, συλληφθέντων 155 πρωταιτίων και αποσταλέντων εις το Γ’ τάγμα σκαπανέων 700 οπλιτών εκ των μετανοούντων».

Διά γυμνού οφθαλμού, από την επίσημη αυτή ανακοίνωση, φαίνεται καθαρά πως οι αρχές – με παιδαριώδη επιχειρήματα – προσπαθούσαν να κουκουλώσουν τα πραγματικά γεγονότα. Αν όμως κάτι διαπερνά ως κόκκινη κλωστή όλη αυτή την ανακοίνωση είναι πως η πραγματική αιτία των γεγονότων ήταν οι δηλωσίες, τους οποίους η διοίκηση του στρατοπέδου ήθελε να μεταθέσει στο τρίτο τάγμα και οι μη μετανοούντες φαντάροι του Α’ τάγματος δεν άφηναν. Στην πραγματικότητα βέβαια το όλο πρόβλημα ήταν η λειτουργία του στρατοπέδου ως αναμορφωτηρίου συνειδήσεων και η προσπάθεια των αρχών πάση θυσία να κάμψουν το φρόνημα των οπλιτών, να τους γονατίσουν και να αποσπάσουν τις περιβόητες δηλώσεις. Ο προσεκτικός αναγνώστης της προαναφερόμενης ανακοίνωσης θα έχει προσέξει πως οι αρχές παραδέχονται ότι από τους 4.000 «ακραιφνείς αναρχικούς» – δηλαδή κομμουνιστές που είχαν επιλεγεί με προσοχή ως τέτοιοι γιατί είχαν παρελθόν με έντονη δράση στο κίνημα – μόνο 700 είχαν υπογράψει δήλωση.

Ακόμη κι αν δεχτούμε αυτό το νούμερο ως αληθινό, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα πως οι αρχές του στρατοπέδου – όπως επισήμως παραδέχονται – είχαν αποτύχει να κάμψουν το ηθικό της μεγάλης πλειοψηφίας των οπλιτών του Α’ τάγματος. Δηλαδή, δεν είχαν καταφέρει να ανταποκριθούν στο σκοπό για τον οποίο το στρατόπεδο υπήρχε. Κι αν μέχρι τότε δεν είχαν αποδώσει τα σκληρά μεν αλλά «ειρηνικά» μέσα, τι ήταν εκείνο που θα εμπόδιζε τη χρήση των όπλων; Χωρίς αμφιβολία η επίσημη ανακοίνωση των αρχών επιβεβαιώνει με τον πιο σαφή τρόπο ότι η σφαγή της Μακρονήσου στις 29 Φλεβάρη- 1 Μάρτη του 1948 ήταν μια προσχεδιασμένη επιχείρηση κάμψης του ηθικού των αμετανόητων οπλιτών του Α’ Τάγματος με το μόνο μέσο που είχε απομείνει: τα όπλα. Διαφορετικά, το στρατόπεδο δεν μπορούσε να δικαιολογεί την ύπαρξή του. Δεν ήταν φυλακή. Ηταν κάτι χειρότερο. Ηταν αναμορφωτήριο.

Την αλήθεια αυτή επισήμανε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο και ο παράνομος «Ριζοσπάστης» της εποχής, που έβγαινε στην Αθήνα, ο οποίος έγραφε6: «Πάνω από 10.000 δημοκρατικοί αξιωματικοί και στρατιώτες στάλθηκαν στο μεσαιωνικό κάτεργο της Μακρονήσου για να “σωφρονιστούν” ή να εξοντωθούν. Οταν όμως ο μοναρχοφασισμός είδε πως δεν κατάφερε να λυγίσει το δημοκρατικό φρόνημα των αξιωματικών και φαντάρων σκηνοθέτησε μια πρόκληση και ματοκύλισε με τον πιο απάνθρωπο τρόπο τα άοπλα στρατευμένα παιδιά του λαού. Στην αρχή είπαν πως την Κυριακή 29/2 οι κομμουνιστές προσπάθησαν να προκαλέσουν ταραχές την ώρα της θρησκευτικής λειτουργίας, έπειτα όμως είδαν πως είναι πολύ χοντρό το παραμύθι και ανακοίνωσαν πως οι στρατιώτες του Α’ Τάγματος, που ανέρχονταν σε 4.000, θέλησαν να εμποδίσουν την μετάταξη 700 ανδρών στ Γ’ Τάγμα και πως έτσι δημιουργήθηκαν τα γεγονότα που εξελίχθηκαν σε απόπειρα αφοπλισμού της φρουράς. Είναι ολοφάνερο πως πρόκειται για προσπάθεια συγκάλυψης μιας προμελετημένης μαζικής δολοφονίας δεκάδων δημοκρατικών φαντάρων, που είχε για σκοπό να λυγίσει το δημοκρατικό τους φρόνημα και που οργανώθηκε από το μοναρχοφασισμό και τους Αμερικανούς συμβούλους του. Γιατί είναι ολοφάνερο για όποιον ξέρει τη Μακρόνησο, πως μονάχα τρελοί θα έκαναν απόπειρα αφοπλισμού της φρουράς τη στιγμή που πρόκειται για έναν απομονωμένο ξερόβραχο στη μέση της θάλασσας αντίκρυ στο Λαύριο, απ’ όπου σε κάθε στιγμή μπορούν να σταλούν ενισχύσεις και πολεμικά του στόλου».

Ας δώσουμε όμως μια συνθετική – συνοπτική εικόνα των γεγονότων, όπως την περιγράφουν οι ίδιοι οι μακρονησιώτες στις πολλές καταγεγραμμένες μαρτυρίες τους7
Η μεγάλη σφαγή όπως την περιγράφουν οι αγωνιστές Μακρονησιώτες

Ολες οι σχετικές μαρτυρίες κάνουν λόγο για μια αναίτια σφαγή, που προκλήθηκε χωρίς καν να υπάρχει ένα τυπικό πρόσχημα. Πολύ περισσότερο, κάνουν λόγο για σφαγή που σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε με πρωτόγνωρη ωμότητα. Ετσι, το πρωί της Κυριακής 29 Φεβρουαρίου του 1948, το προσκλητήριο στο Α΄ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών Μακρονήσου έγινε κανονικά και οι περίπου 4.500 σκαπανείς άρχισαν να συγκεντρώνονται στο γήπεδο. Στους λόχους είχαν μείνει, όπως συνηθιζόταν, οι ασθενείς, οι νερουλάδες, οι γραφιάδες και οι μάγειροι. Μετά την έπαρση της σημαίας οι στρατιώτες διατάχτηκαν να κινηθούν προς το θέατρο για να ακούσουν «θρησκευτική ομιλία», πράγμα που έκαμαν.

Τη στιγμή που είχαν φτάσει στο Θέατρο ο 7ος, ο 6ος, ο 4ος, και ο 3ος λόχος κατά σειρά, ενώ ο 2ος ήταν καθ’ οδόν και ο 1ος έτοιμος προς εκκίνηση (ο 5ος θα έμενε πίσω ως λόχος αγγαρείας), οι αλφαμήτες έφεραν προς τη συγκέντρωση σπρώχνοντας και δέρνοντας φαντάρους που ήταν ελεύθεροι υπηρεσίας λόγω ασθένειας. Το γεγονός αυτό, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε την οργή των υπολοίπων φαντάρων που άρχισαν να διαμαρτύρονται.

Ο Διοικητής του τάγματος Α. Βασιλόπουλος εκείνη τη μέρα έλειπε για δουλειά στη ΣΦΑ και χρέη διοικητού είχε αναλάβει ο ανθυπολοχαγός Μπέσκος Κωνσταντίνος, αν και υπερδιοικητής ήταν ο υπασπιστής Καρδαράς ο οποίος, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, ανταπάντησε στις διαμαρτυρίες των φαντάρων με πυροβολισμό στον αέρα που, απ’ ό,τι φαίνεται ήταν το σύνθημα για να ξεκινήσει η αιματοχυσία. Αμέσως, ο λόχος ασφαλείας που ήταν ακροβολισμένος άρχισε να πυροβολεί στον ψαχνό. Το στρατόπεδο έγινε κόλαση. Οι νεκροί και οι τραυματίες έπεφταν σωρό αν και κανείς δεν ξέρει τον ακριβή αριθμό τους8.

Εν πάση περιπτώσει, μετά το μακελειό και με την επέμβαση στρατιωτικών που ενέπνεαν κάποιο σεβασμό στους φαντάρους (όπως ο ταγματάρχης Καραμπέκιος) τα πράγματα ηρέμησαν κάπως. Ο Βασιλόπουλος που εν τω μεταξύ επέστρεψε στο τάγμα επιχείρησε να κερδίσει χρόνο παραπλανώντας τους φαντάρους: εγγυήθηκε προσωπικά την ασφάλειά τους και δέχτηκε τα αιτήματά τους, που, ανάμεσα σε άλλα, ήταν να εξεταστεί η υπόθεση από διακομματική επιτροπή, να διαλευκανθεί πλήρως και να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι ένοχοι.

Ετσι κύλησε το υπόλοιπο της τελευταίας μέρας και νύχτας εκείνου του μαύρου Φλεβάρη: με την οσμή του θανάτου απλωμένη παντού, μέσα στο πένθος και στη λύπη, με την ανησυχία της αβεβαιότητας, αλλά και με την ελπίδα πως τα χειρότερα είχαν τελειώσει.

Οταν ξημέρωσε η 1η Μαρτίου, νεκρική σιγή επικρατούσε σ’ ολόκληρο το στρατόπεδο. Τα νεύρα των στρατιωτών τεντωμένα κι οι καρδιές τους στο αποκορύφωμα της αγωνίας. Τι έμελλε να επακολουθήσει; Σε λίγο δεν θα υπήρχαν ερωτηματικά.

Θα ‘ταν δε θα ‘ταν 9 η ώρα το πρωί όταν στις ακτές του Α΄ Τάγματος εμφανίστηκε να περιπλέει ένα περιπολικό του Πολεμικού Ναυτικού. Το περιπολικό πλησίασε σχεδόν ξυστά στην ακτή. Στο κατάστρωμά του είχαν παραταχθεί ένοπλοι και δίπλα στα κανόνια του οι πυροβολητές ήταν έτοιμοι. Λίγα λεπτά αργότερα μια φωνή ακούστηκε από τον τηλεβόα9:

«Στρατιώται, σας μιλεί ο συνταγματάρχης Μπαϊρακτάρης! Συλλάβατε και απομονώσατε τους δολοφόνους που δημιούργησαν τα χθεσινά γεγονότα! Αποδοκιμάσατε τους αρχηγούς σας και συγκεντρωθείτε εις τον 7ον λόχον». Το μήνυμα αυτό επαναλήφθηκε μερικές φορές ακόμα, κάθε φορά περισσότερο απειλητικό: «Σας δίνω – απειλούσε ο Μπαϊρακτάρης – 5 λεπτά προθεσμία ν’ αποχωριστείτε από τους κομμουνιστάς…». Και στη συνέχεια άρχισε να μετρά αντίστροφα: «τρία λεπτά… δύο λεπτά».10

Την ίδια ώρα, περίπου 250 ένοπλοι και ροπαλοφόροι από το Γ΄ Τάγμα, κύκλωσαν τους σκαπανείς του πρώτου τάγματος από αριστερά με επικεφαλής τους Μιχ. Μπαρούχο και Μιχ. Σφακιανό11 ενώ το κέντρο και τη δεξιά πλευρά κάλυψε η μονάδα Ασφαλείας. Τέσσερα πολυβόλα έτοιμα να βάλουν ανά πάσα στιγμή δεν άφηναν το παραμικρό περιθώριο διαφυγής στους στρατιώτες του Α΄ τάγματος.

Σε λίγο, άρχισε η επίθεση με εντολή του Μπαϊρακτάρη. Τα πρωτοπαλίκαρα του Μπαρούχου και του Σφακιανού, μαζί με τους Αλφαμήτες, ρίχτηκαν πάνω στους άοπλους σκαπανείς, στην αρχή με τα ρόπαλα και στη συνέχεια με τα όπλα. Οι νεκροί έπεφταν σωρό δίπλα στους ζωντανούς που είχαν ξαπλώσει κάτω παρακινούμενοι από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.

Ορισμένοι από τους πιο τολμηρούς του άοπλου τάγματος άρχισαν να αμύνονται απαντώντας στις σφαίρες με πέτρες. Υστερα, γίνηκαν περισσότεροι και σε λίγο όλο το τάγμα ξεκίνησε μια μάχη χωρίς ελπίδα πετώντας βροχή από πέτρες στους πραιτοριανούς δολοφόνους του και υποχωρώντας συνεχώς προς τη μεριά της θάλασσας. Οταν οι άοπλοι στρατιώτες έφτασαν στη θάλασσα αρκετοί έπεσαν στο νερό12 με την ελπίδα ότι εκεί θα έβρισκαν σωτηρία. Και τότε συνέβηκε κάτι που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί. Το περιπολικό του πολεμικού ναυτικού άρχισε να πυροβολεί εναντίον όσων βρίσκονταν στο νερό «Εκεί – γράφει ένας αυτόπτης μάρτυρας13- γίναμε όλοι ένα κουβάρι. Κάποιος φώναξε να ψάλουμε τον Εθνικό Υμνο. Δε θα ξεχάσω τις φωνές μας. Εκοβαν τις λέξεις μια μια με μια φωνή σα μαχαίρι. Στεκόμαστε όλοι προσοχή, αλληλοβασταζόμενοι με τους τραυματίες. Δυστυχώς, ούτε και με τον Εθνικό Υμνο έπαψαν οι πυροβολισμοί».

Οταν κάποια στιγμή το μακελειό πήρε τέλος, ένα νέο μαρτύριο ξεκίνησε για τους φαντάρους του Α΄ τάγματος: βασανιστήρια, βρισιές εξευτελισμοί, αλλά και λαφυραγωγία από μέρους των «νικητών». Ολα αυτά και άλλα πολλά ενταγμένα σ’ ένα σκοπό: στην πλήρη υποταγή των συνειδήσεων που ξεκινούσε από την απλή δήλωση μετανοίας. Η Μακρόνησος ήταν ένα αναμορφωτήριο συνειδήσεων που έπρεπε να δικαιώσει το σκοπό για τον οποίο υπήρχε.

Στο μεταξύ, άρχισε και η «συγκομιδή» των νεκρών, ενώ 12 σκαπανείς συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στις στρατιωτικές φυλακές ως αρχηγοί της δήθεν εξέγερσης που προκάλεσε τα γεγονότα και 142 συνάδελφοί τους συνελήφθησαν ως πρωταίτιοι. Τέλος, 700 μετατέθηκαν στο Γ΄ Τάγμα.
Η διάσταση του εγκλήματος

Η είδηση για τη σφαγή των δημοκρατικών, αριστερών και κομμουνιστών φαντάρων στη Μακρόνησο, όπως προαναφέραμε, στον Αθηναϊκό Τύπο πέρασε με την εκδοχή του επίσημου καθεστώτος. Ορισμένα από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων είναι ενδεικτικά: «Οι κομμουνισταί προκάλεσαν ταραχάς εις την Μακρόνησον» έγραψαν τα ΝΕΑ.14 Και η «ΒΡΑΔΥΝΗ» συμπλήρωσε: «… οι κομμουνισταί του 1ου Τάγματος επιχείρησαν να δημιουργήσουν ταραχάς. Η φρουρά της νήσου επεμβάσα αποκατέστησε την τάξιν εξαναγκάσασα διά των όπλων τους κομμουνιστάς να αποσυρθούν εις τας θέσεις των».15 Η ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ ισχυριζόταν πως «μη “αποτοξινωθέντες” ακόμη κομμουνισταί στρατιώται έκαμαν στάσιν»16, ενώ η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ δε δίσταζε να ισχυριστεί με φασίζουσα ρητορική πως «Μερικά μολυσμένα από το κομμουνιστικόν μικρόβιον και αθεραπεύτως νοσούντα άτομα εστασίασαν πριν επενεργηθή η θεραπεία, η οποία συντελείται εκεί, με μεγάλην υπομονήν και πάσαν φροντίδαν. Εστασίασαν και επατάχθησαν».17

Για τη σφαγή στη Μακρόνησο, έγραψε και ο Τύπος του Δημοκρατικού Στρατού. Το «Δελτίο Ειδήσεων του ΔΣΕ» μια μέρα μετά το μακελειό στο κύριο θέμα του με τίτλο «Μοναρχοφασιστικό έγκλημα στο Μακρονήσι» γράφει μεταξύ άλλων ότι «καμιά δικαιολογία δεν μπορεί να σκεπάσει τη θηριωδία των μοναρχοφασιστών δολοφόνων που με την καθοδήγηση των Αμερικανών Γκάγκστερς που βρίσκονται στην Ελλάδα ξεπέρασαν και τους χιτλερικούς εγκληματίες».18 Τις επόμενες ημέρες το «Δελτίο Ειδήσεων» σημειώνει ότι «Τέτοια εγκλήματα σαν το Μακρονήσι δεν τα έκαναν ούτε οι Γερμανοί».19 Κι ακόμη ότι: «Οι αμερικανοί κατακτητές εμπνευστές του εγκλήματος στο Μακρονήσι».20

Η σύγκριση της σφαγής στο Μακρονήσι με τα εγκλήματα των χιτλερικών δεν ήταν τυχαία. Ηταν μια πραγματικότητα που δεν μπορούσε κανείς να την αγνοήσει. Η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση (ΠΔΚ) στη Διακήρυξή της με ημερομηνία 10/3/1948 σημείωνε χαρακτηριστικά: «Οι γερμανοί αντικαταστάθηκαν απ’ τους αμερικανοάγγλους ιμπεριαλιστές. Το στρατόπεδο του Χαϊδαρίου και τα άντρα της οδού Μέρλιν απ’ το Μακρονήσι και τη Γιούρα».21

Ενα μήνα μετά τη σφαγή, η εφημερίδα ΕΞΟΡΜΗΣΗ του ΔΣΕ δημοσίευσε στην τελευταία της σελίδα, κάτω από τον τίτλο «Στο Μακρονήσι» μια συγκλονιστική είδηση. «Νεότερες ειδήσεις – έγραφε22 - αναφέρουν πως 250 φαντάρους δολοφόνησαν την 1η του Μάρτη οι άτιμοι ύστερα από εντολή που πήραν από τον Φον Φλιτ. Οι εγκληματίες της Αθήνας έκρυψαν τον αληθινό αριθμό και είχαν πει πως είναι 17 οι νεκροί. Αλλοι 250 αθώοι πατριώτες δέσμιοι του αμερικανομοναρχισμού δίνουν το αίμα τους για να χορτάσουν οι μοναρχικοί λύκοι. Για τους άνανδρους που κάνουν τους παλληκαράδες με άοπλους φαντάρους, για τους κοινούς δολοφόνους της ψευτοκυβέρνησης της Αθήνας ένα μόνο χρειάζεται: Εκδίκηση! Εκδίκηση!».

Το δημοσίευμα της ΕΞΟΡΜΗΣΗΣ σχετικά με τον αριθμό των νεκρών στο μακελειό της Μακρονήσου πλησιάζει πολύ την αλήθεια. Ο γιατρός του Α΄ τάγματος Λ. Γεωργιλάκος, πολλά χρόνια αργότερα βεβαίωσε ότι ο ίδιος πιστοποίησε το θάνατο 180 σκαπανέων, τους οποίους η διοίκηση του στρατοπέδου και τα όργανά της φόρτωσαν στο αμπάρι ενός καϊκιού.23 Ο καπετάνιος του καϊκιού Μ. Βονταμίτης, πριν πεθάνει, σε μαρτυρία του κάνει λόγο για 350 νεκρούς που τους μετέφερε με δρομολόγια μακριά στον Κάβο Ντόρο, στο ξερονήσι Σαν Τζιόρτζιο. Εκεί περίμενε πολεμικό καράβι. «Οι ναύτες παίρνανε τους σκοτωμένους φαντάρους και τους χώνανε μέσα σε συρμάτινα δίχτυα με βαρίδια και τους φουντάρανε στο βυθό της θάλασσας».24

Στο θέμα των νεκρών της Μακρονήσου κατά τις ημέρες της μεγάλης σφαγής η επίσημη Πολιτεία κρατάει ακόμη και σήμερα σιγή ιχθύος, αφού δεν δίνει στη δημοσιότητα τα αρχεία που θα μπορούσαν να φωτίσουν το θέμα ή τουλάχιστον θα επιτρέψουν στους ιστορικούς ερευνητές να το φωτίσουν.

Εν πάση περιπτώσει, η σφαγή της Μακρονήσου σηματοδότησε τους δύο κόσμους που συγκρούονταν τότε στην Ελλάδα. Οχι μόνο με τους νεκρούς και τους δημίους τους και κυρίως αυτούς που οργάνωσαν το μακελειό. Αλλά και με τους ζωντανούς. Τους ζωντανούς του αστικού πολιτικού κόσμου και της πνευματικής αστικής διανόησης που χαρακτήριζαν τη Μακρόνησο «Εθνική κολυμβήθρα» και «σύγχρονο Παρθενώνα». Τους ζωντανούς σαν τον Μενέλαο Λουντέμη που έγραφε25: «Σήμερα χύσανέ μου το φως μου. Είμαι καλά!/ Είμαι καλά! Χτες κόψανε τα νύχια μου./ Τρόμοι μου πήραν τη μιλιά μου. Είμαι καλά!/ Σεισμοί γκρεμίσανε τα φρένα μου. Είμαι καλά!/ Είμαι καλά! Αύριο θα με σταυρώσουν./ Είμαι καλά! Είμαι καλά! Είμαι καλά!/ Είμαι καλά! Κι ας μην έχω πια μυαλό να το σκεφτώ./ Είμαι καλά! Κι ας μην έχω μιλιά να το φωνάξω./ Είμαι καλά! Κι ας μην έχω χέρι να το γράψω./ Γι’ αυτό το σκάβω. Το σμιλεύω επιτύμβιο,/ σ’ αυτό το τρελό Νεκροταφείο,/ πως όλοι οι νεκροί του: “?ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ!”».

Η Μακρόνησος όντως υπήρξε Παρθενώνας. Ενας Παρθενώνας από την ανάποδη. Γιατί, αν ο Παρθενώνας είναι το κόσμημα του ανθρώπινου πολιτισμού, η Μακρόνησος είναι η ντροπή και η καταισχύνη του.

1. «Σκαπανεύς Μακρονήσου», τεύχος Μαΐου 1949, σελ. 28.

2. Για το ζήτημα των αρχείων του στρατού αναφορικά με τη Μακρόνησο βλέπε: Γ. Πετρόπουλου: «Η Σκανδαλώδης λογοκρισία των στρατιωτικών αρχείων», στο συλλογικό έργο: «Μακρόνησος – Ιστορικός τόπος», εκδόσεις ΣΕ, τόμος Α΄, σελ. 677 – 684.

3. Ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε ρεπορτάζ του Σπ. Μαρκαντώνη σε δύο συνέχειες, στις 10 και 11 Ιουλίου του ’47 με τον τίτλο «ΔΙΑΒΟΛΟΝΗΣΙ». Και ο Στ. Δρομάζος δημοσίευσε το δικό του ρεπορτάζ με τίτλο «Το Μακρονήσι» στον «Ρίζο της Δευτέρας», στις 14 του ιδίου μήνα.

4. «ΒΗΜΑ», 2/3/1948.

5. «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», 3/3/1948.

6. «Ριζοσπάστης» 12 Μαρτίου 1948.

7. Ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει για περισσότερες πληροφορίες στο έργο του Ν. Μάργαρη για την ιστορία της Μακρονήσου, αλλά και στις μαρτυρίες που καταγράφονται στο συλλογικό έργο: «Μακρόνησος – Ιστορικός τόπος», εκδόσεις ΣΕ, τόμος Α΄, σελ. 537 – 609.

8. Ορισμένες πηγές κάνουν λόγο για 5 νεκρούς και 14 τραυματίες (Β. Βαρδινογιάννη – Π. Αρώνη: «Οι μισοί στα σίδερα», εκδόσεις «Φιλίστωρ», σελ. 157). Η εφημερίδα «Μάχη» στις 13/7/1950 δημοσίευσε τα ονόματα 5 νεκρών και 10 τραυματιών (Ευάγγελος Μαχαίρας: «Πίσω από το Γαλανόλευκο Παραπέτασμα», εκδόσεις «Προσκήνιο» σελ. 288). Ο Γιατρός του τάγματος Λ. Γεωργιλάκος σε μαρτυρία του κάνει λόγο για μεγάλο αριθμό τραυματισμένων εκ των οποίων οι 10 ήσαν βαριά (Φιλ. Γελαδόπουλου: «Μακρόνησος – Η μεγάλη σφαγή του 1948», εκδόσεις «Αλφειός», σελ. 91) κ.ο.κ.

9. Ευάγγελος Μαχαίρας: «Πίσω από το Γαλανόλευκο Παραπέτασμα», εκδόσεις «Προσκήνιο» σελ. 290 – 291.

10. Ν. Μάργαρη: «Ιστορία της Μακρονήσου», εκδόσεις «Δωρικός», τόμος Β΄, σελ. 34.

11. Β. Βαρδινογιάννη – Π. Αρώνη: «Οι μισοί στα σίδερα», εκδόσεις «Φιλίστωρ», σελ. 157 και Ευάγγελος Μαχαίρας: «Πίσω από το Γαλανόλευκο Παραπέτασμα», εκδόσεις «Προσκήνιο» σελ. 291.

12. Λέγεται ότι από τους 4.500 σκαπανείς του Α΄ Τάγματος οι 2.000 έπεσαν στο νερό (Βλέπε: Ευάγγελος Μαχαίρας: «Πίσω από το Γαλανόλευκο Παραπέτασμα», εκδόσεις «Προσκήνιο» σελ. 292.

13. Γιώργος Δ. Γιαννόπουλος: «Μακρόνησος: μαρτυρίες ενός φοιτητή 1947 – 1950», εκδόσεις «Βιβλιόραμα», σελ. 77.

14. «ΤΑ ΝΕΑ», 1/3/1948.

15. «ΒΡΑΔΥΝΗ» 1/3/1948.

16. «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ» 2/3/1948.

17. «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» 4/3/1948.

18. ΔΣΕ «Δελτίο Ειδήσεων», 2/3/1948.

19. Στο ίδιο, 3/3/1948.

20. Στο ίδιο, 4/3/1948.

21. «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» 15/3/1948.

22. «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» 1/4/1948.

23. Φιλ. Γελαδόπουλου: «Μακρόνησος – Η μεγάλη σφαγή του 1948», εκδόσεις «Αλφειός», σελ. 182.

24. Στο ίδιο, σελ. 190 – 191.

25. Μ. Λουντέμη: «Είμαι καλά…», στη συλλογή «Τραγούδια της Αντίστασης», Εκδοτικό «ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ», Οκτώβρης 1951, σελ. 60.
Του Γιώργου Πετρόπουλου