Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

"ΥΠΕΡ ΒΩΜΩΝ ΚΑΙ ΕΣΤΙΩΝ"


Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014

Αυτή είναι η απάντηση που θέλαμε να δώσει η νέα περιφερειάρχης Αττικής στους Γερμανούς νεο-αποικιοκράτες.

Περήφανη απάντηση της Ρ.Δούρου στον γερμανό γκαουλάιτερ χερ Φούχτελ, με αφορμή την είδηση περί αποστολής ερωτηματολογίου από την «Ελληνογερμανική Συμμαχία» στους Δήμους και τις Περιφέρειες της χώρας:
«Με την υπόμνηση ότι η «Ελληνογερμανική Συμμαχία» απέφυγε να αποστείλει το ερωτηματολόγιό της στη νέα Περιφερειακή Αρχή Αττικής, θέτω το εξής ερώτημα: Σε τί αποσκοπεί η αποστολή του ερωτηματολογίου αυτού σε Περιφέρειες και Δήμους; Η απάντηση είναι απλή. Και μόνο η πρωτοβουλία αποστολής του ερωτηματολογίου φανερώνει το πνεύμα της προσέγγισης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης εκ μέρους των συγκεκριμένων συμφερόντων, τα οποία εκφράζει και προωθεί η «Ελληνογερμανική Συμμαχία». Πρόκειται για ένα αποικιοκρατικό πνεύμα απομύζησης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από τους πόρους της και υποβάθμισής της σε ιμάντα εφαρμογής μνημονιακών πολιτικών λιτότητας. Απέναντι σε αυτές τις σαφείς βλέψεις όλοι οι αιρετοί οφείλουμε να πάρουμε θέση. Να διαλέξουμε στρατόπεδο. Να πούμε ξεκάθαρα αν είμαστε με τα συμφέροντα των πολιτών ή των ολίγων – εγχώριων ή ξένων».

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Κώστας Βιδάλης : Ο "κύριος" συνάδελφος"...

Τον φετινό Αύγουστο συμπληρώθηκαν 68 χρόνια από τη δολοφονία του κομμουνιστή δημοσιογράφου Κώστα Βιδάλη. Ηταν Αύγουστος του ’46, η Ελλάδα και κυρίως η ύπαιθρος μάτωνε από τις αγριότητες των παρακρατικών συμμοριών και από την βαρβαρότητα του μεταβαρκιζανού καθεστώτος. Ειδικά η Θεσσαλία έιχε μετατραπεί σε τόπο μαρτυρίου για το λαό και τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης.
«Πρέπει να κάμω τη δουλειά μου, να καταγγείλω όλο αυτό το όργιο και να αποκαλύψω τους δράστες», λέει αποφασισμένος ο Βιδάλης στη σύσκεψη του «Ριζοσπάστη». Παρά τις προσπάθειες του διευθυντή της εφημερίδας, του Κώστα Καραγιώργη και των άλλων συναδέλφων του, ο Βιδάλης είναι αμετάπειστος. Αψηφώντας τον κίνδυνο ο Κώστας Βιδάλης παίρνει το δρόμο για το τελευταίο του ρεπορτάζ.
Αναχωρεί από την Αθήνα στις 11 του μηνός και στις 13 ταξιδεύει από τη Λάρισα για το Βόλο. Την ίδια μέρα φτάνει στο «Ριζοσπάστη» το τελευταίο του μήνυμα: «Λογαριάζω – γράφει – να “μαι αυτού Παρασκευή βράδυ, 16 του μηνός. Μάζεψα φοβερό υλικό. Θα τα πούμε».

Το τρένο στο οποίο επιβαίνει ο Βιδάλης ακινητοποιείται στον Πλατύκαμπο από τις ορδές του Σούρλα. Εισβάλουν και τον συλλαμβάνουν. Ο Βιδάλης αφού βασανίζεται απάνθρωπα επί ώρες, θα εκτελεστεί με πέντε σφαίρες και το κορμί θα πεταχτεί από τους δολοφόνους στα χωράφια.
Ο Βιδάλης υπέγραψε με την ίδια του τη ζωή ό,τι ο ίδιος δίδασκε και υπηρετούσε: «Να γράφεις, κύριε συνάδελφε, – έλεγε στους νεώτερους - για τους απλούς ανθρώπους. Καθαρά, όχι συννεφώδη, σύντομα και περιεκτικά. Αφηνε στην άκρη τις φλυαρίες και δίνε το λόγο στα γεγονότα. Αυτά πείθουν».
Ο «ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ» ως ελάχιστη απότιση τιμής αναδημοσιεύει το κείμενο (Ριζοσπάστης, 13/8/2000) που έγραψε για τον Βιδάλη ένας άλλος μεγάλος και αλησμόνητος δάσκαλός μας, ο Νίκος Καραντηνός.
Ν.Μπογιόπουλος
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------


Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΒΙΔΑΛΗ (για τη δημοσιογραφία)
Tου ΝΙΚΟΥ ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ
«ΤΙΜΑMΕ και θυμόμαστε πάντα τον αξέχαστο σύντροφο, το δάσκαλό μας, τον Κώστα Βιδάλη σαν κληρονομιά ακριβή και σαν θυσία. Σαν μήνυμα αγώνα. Και σαν εντολή. Ο μάρτυρας δημοσιογράφος δε χωρά σε προθήκες και δεν είναι μνήμη μουσειακή.
ΠΕΝΗΝΤΑ τέσσερα χρόνια είναι, που ο άτρομος δημοσιογράφος, ο κομμουνιστής δημοσιογράφος,αψηφώντας τον κίνδυνο, αγνοώντας όλες τις συστάσεις να μην επιχειρήσει το ρεπορτάζ στη μαρτυρική Θεσσαλία, που κολυμπούσε στο αίμα, έφυγε, για να δει, για να γράψει το στερνό ρεπορτάζ, που θα το “γραφε με το αίμα του.
ΗΤΑΝ ο φοβερός Αύγουστος του 1946. Καλοκαίρι καταματωμένο, που έφτανε και στις σελίδες μας. Ο Κ. Βιδάλης, πολιτικός συντάκτης του «Ρ» και της «Ελεύθερης Ελλάδας», έβλεπε πως το κακό φούντωνε κι απαιτούσε μια επιτόπια έρευνα για την τραγωδία που ζούσε τότε όλη η Ελλάδα και ιδιαίτερα η Θεσσαλία. Παρακολουθούσε, μέρα με τη μέρα, τα γεγονότα κι έβλεπε πως έπρεπε ο ίδιος να επιχειρήσει αυτό, που ακούραστα δίδασκε στους νέους δημοσιογράφους: «Πρέπει να μάθωμεν».
ΑΣΥΓΚΡΑΤΗΤΟΣ προς όλους, που, βλέποντας το θανάσιμο κίνδυνο που τον απειλούσε, θέλησαν να τον αποτρέψουν, κι από την άποψη αυτή είναι χαρακτηριστικά τα λόγια της συντρόφου της ζωής του, της Κάτιας Βιδάλη, που στα 40χρονα της θυσίας του, έλεγε πάνω ακριβώς σ” αυτό το θέμα.
«…Κανείς δεν τον έστειλε στη Θεσσαλία, στο στόμα του λύκου. Πήγε μόνος του. Θεληματικά. Και ο Καραγιώργης (διευθυντής τότε του «Ρ») και οι συνάδελφοί του προσπάθησαν να τον συγκρατήσουν, να μην τον αφήσουν να φύγει. Δεν άκουγε, όμως. Μέρες είχε μείνει άγρυπνος με φουρτουνιασμένη καρδιά, με την αγωνία πως οι Σούρληδες καίγαν τα χωριά, άρπαζαν το βιος του κοσμάκη, έδερναν μέχρι θανάτου τους αγρότες, βίαζαν γυναίκες, σκότωναν αγωνιστές…».
ΚΙ Η ΔΙΚΗ του στερνή απόφαση… «Δεν πρόκειται ν” ακούσω πια κανέναν. Η Θεσσαλία έχει γίνει ένα απέραντο σφαγείο. Οσοι γλίτωσαν από των Γερμανών το βόλι, σφάζονται σαν αρνιά». Και βεβαίωνε στέρεα την απόφασή του: «…Είμαι δημοσιογράφος, πρέπει να κάμω τη δουλιά μου, να καταγγείλω όλο αυτό το όργιο της τρομοκρατίας… Ν” αποκαλύψω τους δράστες…».
ΟΛΟΦΑΝΕΡΟ πως το δημοσιογραφικό χρέος έσπρωχνε αβάσταγα τον Κ. Βιδάλη να πάει στη Θεσσαλία. Και να αγνοήσει όλες τις συστάσεις και τις προσπάθειες που έγιναν για να τον αποτρέψουν.
ΚΙ ΕΦΥΓΕ σαν σίφουνας, όπως θα το δώσει η γυναίκα του. Ενα απόγιομα κυριακάτικο (Αύγουστος 1946) έφευγε για τη Λάρισα, αφού λίγο πιο πριν είχε πάει σ” ένα γάμο δυο αγαπημένων φίλων του. «…Χαιρέτησέ τους κι από μένα», είπε στην Κάτια. Που προσθέτει: «Πήγε στο σπίτι του, πήρε το βαλιτσάκι του. Κι έφυγε σαν σίφουνας για τη Θεσσαλία».
Ο «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ», στις 18 Αυγούστου 1946, δημοσίευε τις πρώτες ειδήσεις για το μαρτύριο, τα βασανιστήρια, για τη μεγάλη δοκιμασία που υπέστη ο μάρτυρας της ελληνικής δημοσιογραφίας Κώστας Βιδάλης. Είδηση συγκλονιστική, που έπεσε σαν αστροπελέκι.
ΕΧΟΥΝ όλη τους την επικαιρότητα, αλλά, πέρα απ” όλα, το βαθύ νόημα και μήνυμα στο σήμερα τα λόγια που ακούστηκαν στο πολιτικό μνημόσυνο του αγωνιστή δημοσιογράφου. Ολοι τον θρήνησαν. Κι όλοι είπαν το γενναίο λόγο για τον ενάρετο συνάδελφό τους, που όλους τους αγαπούσε, αλλά κι όλοι τον αγαπούσαν. Εξαίρεση, ένα – δυο δοσιλογικά καθάρματα της δημοσιογραφίας.
ΕΙΝΑΙ έτσι και σήμερα, στα 54 χρόνια από τη στερνή μέρα, που αποχαιρετούσε τη ζωή και τον αγώνα πάνω στη θεσσαλική γη (στην τοποθεσία Κούμια, κοντά στο χωριό Μελία) με τη ζητωκραυγή «Το ΕΑΜ ΘΑ ΝΙΚΗΣΕΙ», ολοζώντανα τα όσα είπε για το δημοσιογράφο και μαχητή ένας κορυφαίος τότε δημοσιογράφος, ο Μιχ. Ροδάς, που ήτο και πρόεδρος της επιτροπής που οργάνωσε το πολιτικό μνημόσυνο του Κ. Βιδάλη, που έγινε μπροστά σε μια κοσμοπλημμύρα στο θέατρο «Κεντρικό», στις 8 Σεπτέμβρη 1946.
«ΕΙΜΑΙ, είχε πει στην ομιλία του ο Μιχ. Ροδάς, από τα ιδρυτικά μέλη της σημερινής Ενώσεως Συντακτών – από το 1914 – εγνώρισα όλους τους συναδέλφους και μπορώ να διακηρύξω ότι ο Κώστας Βιδάλης ήταν από τους πιο σεμνότερους, με το χαμόγελο που άνθιζε σαν λουλούδι πάντα στα χείλη του…».
Ο ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΔΑΛΗΣ, θα προσθέσει, τέλος, ο Μιχ. Ροδάς, ήταν ένα μεγάλο πρόσχαρο παιδίμπροστά όχι μονάχα στους ομοϊδεάτες του, αλλά και σ” αυτούς που είχαν αντίθετες μ” αυτόν ιδέες και αισθήματα. Μια ψυχή καθάρια ελληνική με τον πόθο και την ορμή για την πρόοδο και τον πολιτισμό της χώρας…».
Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ μένει πάντα – δίχως κώδικες και τεφτέρια – μια αγωνιστική παρουσία. Κρυστάλλινο, αγωνιστικό κάλεσμα πράξης για τους συναδέλφους και ιδιαίτερα τους νέους. Και τα κοφτά δωρικά λόγια, που τους έλεγε: «ΝΑ ΓΡΑΦΕΤΕ ΑΠΛΑ ΚΑΙ ΤΙΜΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΛΑΟ». Λόγια σταράτα χωρίς περικοκλάδες, που με αμπελοφιλοσοφία μπόλικη σερβίρονται. Η πένα μας να γράφει απλά και τίμια για το λαό. Λόγια που αχτινοβολούνε και σήμερα πάνω στο γρανιτένιο βράχο στον τόπο της θυσίας του».
Πηγή: imerodromos.gr 

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

"ΧΩΡΙΣ ΓΡΑΒΑΤΑ" του Νίκου Καραβέλου


Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη

Μια ξενάγηση στα παραλειπόμενα των δικαστηρίων, των φυλακών αλλά και τις αόρατες περιοχές της Ελληνικής Δικαιοσύνης, γραμμένη με χιούμορ και συμπάθεια από έναν μαχόμενο δικηγόρο, που ουσιαστικά ζωγραφίζει μια κοινωνία στην οποία ζούμε χωρίς να το καταλαβαίνουμε.

Απόσπασμα από το βιβλίο
Ήταν απόγευμα, αρχές Ιουλίου, ο κόσμος περίμενε τις καλοκαιρινές διακοπές και μια γλυκιά ραστώνη απλωνόταν στην πόλη. Το δικηγορικό μου γραφείο βρίσκεται στην περιοχή των Εξαρχείων, μια ιδιαίτερη περιοχή, με τα παλιά της καφενεία, τις καφετέριες, τα λιλιπούτεια, βιβλιοπωλεία, τα μπακάλικα, τα στέκια των αντεξουσιαστών. [...] [...] Είχα κλείσει ραντεβού με τον κ. Θόδωρο. Μου τον είχε συστήσει ένας φίλος λογιστής. Ήταν έμπορος καλλυντικών της παλιάς σχολής, ευπατρίδης. Ο λόγος του συμβολαιογραφική πράξη. Αστός, αυτοδημιούργητος, με κώδικα συμπεριφοράς και φήμη που είχε καλύψει κάθε πιθανή παλιά του παρεκτροπή. Κύριος, με κύρος στην αγορά, πιστός στο λόγο του και στα διπλά του βιβλία, όπως κάθε έμπορος που σέβεται τον εαυτό του. Είχε άποψη γι' αυτό. Όλα να τα δηλώσεις, ο έφορος θα σε βγάλει ψεύτη. Θα σου στείλει μια ωραία πρωία "τα αρπακτικά" (έτσι αποκαλούσε τα συνεργεία ελέγχου της εφορίας) και θα σε στείλουν άκλαυτο, κι άντε εσύ να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας.

Τρίτη 10 Ιουνίου 2014

Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

ΝΙΚΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ, Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ-ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΣΗΦΗ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ

O πατέρας μου Νίκος Ζαχαριάδη

  
 
Συνέντευξη του Σήφη Ζαχαριάδη στην εφημερίδα «Η Ελλάδα Αύριο» και στον Περικλή Καπετανόπουλο. Ο Νίκος Ζαχαριάδης υπήρξε για 25 χρόνια (1931- 1956) Γ.Γ. της ΚΕ του ΚΚΕ. Ήταν στο τιμόνι του κόμματος του για μια περίοδο (μεσοπόλεμος- κατοχή- εμφύλιος- πρώτη μετεμφυλιακή περίοδος) που είναι κοινώς παραδεκτό ότι σφράγισε την ιστορία του ΚΚΕ και όλης της ελληνικής Αριστεράς. 
Ποτέ άλλοτε το ΚΚΕ και ευρύτερα η Αριστερά δεν διαδραμάτισαν τέτοιο ρόλο στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Αν και την κατοχή, ο Ζαχαριάδης την πέρασε μακριά από τη χώρα, καθώς ήταν έγκλειστος στο ναζιστικό στρατόπεδο Νταχάου, η πολιτική του ήταν παρούσα στην Ελλάδα λόγω του περίφημου γράμματός στον ελληνοϊταλικό πόλεμο που αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης του ΚΚΕ για να δημιουργηθεί το ΕΑΜ.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης λατρεύτηκε και μισήθηκε όσο κανείς άλλος στο κόμμα του ενώ θεωρείται η μεγαλύτερη ηγετική φυσιογνωμία που γέννησε ποτέ ο ελληνικός αριστερός χώρος. Η τελευταία περίοδο της ζωής του ήταν και η πιο τραγική καθώς καθαιρέθηκε, διαγράφηκε και κατηγορήθηκε ως ύποπτος από το ίδιο του το κόμμα. Κατόπιν, εξορίστηκε από τους σοβιετικούς, αρχικά στο Μποροβιτσί (σχετικά κοντά στη Μόσχα) και στη συνέχεια στο Σουργκούτ της Σιβηρίας. Εκεί τερμάτισε ο ίδιος την ζωή του, την 1η Αυγούστου του 1973, καθώς οι Σοβιετικές αρχές δεν ικανοποίησαν τα αιτήματά του: να του αναγνωρίσουν ότι ζούσε στην ΕΣΣΔ ως πολιτικός πρόσφυγας, να του εκδώσουν διαβατήριο και να του επιτρέψουν την ελεύθερη μετακίνηση εντός κι εκτός ΕΣΣΔ. Αξίζει δε, να σημειωθεί ότι αποκαταστάθηκε πλήρως από το ΚΚΕ το Καλοκαίρι του 2011.
Ο Σήφης Ζαχαριάδης, γιος του Νίκου Ζαχαριάδη, από τον δεύτερο γάμο του με την Ρούλα Κουκούλου, σε μια συνέντευξη- Ντοκουμέντο, μιλά για πρώτη φορά από καρδιάς και αναλυτικά για τον πατέρα του, παρουσιάζοντας τον άνθρωπο Ζαχαριάδη, όπως τον έζησε εκείνος.

Ολόκληρη η συνέντευξη:
*Ποιες είναι οι πρώτες αναμνήσεις που έχετε από τον πατέρα σας; Πως τον θυμάστε στα πρώτα βήματα της ζωής σας;
Έχω πολλές αναμνήσεις από τον πατέρα μου αλλά εκείνες που μου έχουν μείνει περισσότερο είναι αυτές που με σφράγισαν. Όταν τις φέρνω στο μυαλό μου είναι σα να τον έχω δίπλα μου. Όταν έκανα τα πρώτα βήματα σαν παιδί- μωρό δηλαδή-, μου είπαν ότι με κράτησε από το πίσω μέρος του γιακά για να σταθώ όρθιος, να μην φοβηθώ και να περπατήσω. Εγώ έχω την αίσθηση ότι αυτό το θυμάμαι σαν πρώτη ανάμνηση. Μάλλον είναι περισσότερο το αίσθημα της υποστήριξή του. Μέχρι τώρα νιώθω αυτή του την υποστήριξή. Τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής μου τα ζήσαμε στη Ρουμανία. Πώς τα ζήσαμε, το έμαθα από την μητέρα μου, από το ημερολόγιο που κρατούσε, το οποίο- όταν εκείνη έφυγε για παράνομη δουλειά του κόμματος στην Ελλάδα- συνέχισε να το γράφει ο πατέρας μου για να το διαβάσει η Ρούλα όταν θα γύριζε πίσω.
Θυμάμαι καλά την πρώτη φορά, όταν έμεινα για λίγο καιρό χωρίς τον πατέρα μου. Έμεινα μόνος μου με συντροφιά μιας γυναίκας για 3-4 ημέρες. Ήταν τόσες λίγες ημέρες αλλά μου φάνηκε ότι πέρασε χρόνος. Όπως μαθεύτηκε αργότερα, εκείνος πήγε στο Μποροβιτσί, στον τόπο της πρώτης εξορίας του στην Σοβιετική Ένωση, να κάνει ετοιμασίες ώστε να πάμε να ζήσουμε εκεί. Θυμάμαι ακόμη όταν έμαθα για πρώτη φορά ποδήλατο. Με κράτησε πάλι από τον γιακά για να αποκτήσω ισορροπία. Όπως είχε κάνει και τότε που ήταν να περπατήσω. Αργότερα, όταν είχα αποκτήσει κάποια ισορροπία στο ποδήλατο μου έβαζε ψωμί στο γιακά για να νομίζω ότι με κρατάει. Έτσι ένιωθα τη σιγουριά της στήριξής του. Πήρα θάρρος κι έμαθα ποδήλατο.
*Όταν η μητέρα σας ήρθε παράνομα στην Ελλάδα εσείς μείνατε με τον πατέρα σας έως το 1962 που τον εξόρισαν στη Σιβηρία. Δηλαδή ο Νίκος Ζαχαριάδης γι’ αυτό το διάστημα ήταν και πατέρας και μητέρα μαζί. Πως ήταν σ’ αυτό το ρόλο; Πως σας φρόντιζε, τι σας μάθαινε; Ήταν αυστηρός μαζί σας;
Η ζωή μου ήταν εύκολη μαζί του. Ήμουν σίγουρος- όπως όλα τα παιδιά, πιστεύω, που έχουν ισχυρή σχέση με τον γονιό του- ότι ο πατέρας μου τα ξέρει όλα και μπορεί να τα κάνει όλα. Αυτό που ήθελα περισσότερο ήταν να μην τον πικραίνω. Η χειρότερη τιμωρία για μένα ήταν το βλέμμα του πάνω μου όταν έδειχνε πως δεν είναι ευχαριστημένος. Να με κοιτάει δηλαδή δυσαρεστημένος για κάτι που έκανα. Μια φορά έκανα ένα λάθος που τον πείραξε και δεν μου μίλησε ολόκληρο το βράδυ. Μέχρι τώρα, είναι το χειρότερο βράδυ που πέρασα στη ζωή μου. Έκανε ότι μπορούσε για να μην νιώσω την έλλειψη της μητρικής ζεστασιάς.
Τα γράμματα της μητέρας μου, μου τα διάβαζε μεταφράζοντάς τα στα ρωσικά- γιατί εγώ είχα ξεχάσει τα ελληνικά- και τα δικά μου γράμματα τα έγραφε αυτός, με ελληνικά καλλιγραφικά, για να μην καταλάβει η μητέρα μου ότι ξέχασα τα ελληνικά. Μετά με έβαζε και ζωγράφιζα πάνω στα γράμματα ζωγραφιές για την μητέρα μου.
Μου έμαθε να είμαι σεμνός, τίμιος, να μην λέω ψέματα, να μην παινεύομαι. Θυμάμαι, όταν ρωτούσαν οι δάσκαλοι στο σχολείο, πόσο δύσκολο ήταν να μην σηκώνω το χέρι για να δείξω ότι ξέρω. Δεν ήθελε να σηκώνω το χέρι γιατί δεν ήθελε να ξεχωρίσω ανταγωνιστικά από τους άλλους συμμαθητές μου. Γι’ αυτόν έπρεπε πάντα να είμαι διαβασμένος, όταν με ρωτούσαν οι δάσκαλοι να απαντάω έχοντας καλή γνώση του μαθήματος αλλά ποτέ να μην ανταγωνίζομαι τους συμμαθητές μου.
Ήταν και πατέρας και μητέρα και δάσκαλος και φίλος. Είναι και τώρα. Είμαι 63 χρονών και σε δύσκολες στιγμές κοιτάω την φωτογραφία του και ζητάω συμβουλές. Όταν κάνω κάτι που δεν είναι σωστό μου φαίνεται ότι και τώρα βλέπω το μη ευχαριστημένο βλέμμα του στη φωτογραφία. Ένιωθα την αγάπη του αλλά ποτέ δεν με χάιδευε. Ποτέ δεν μου είπε ότι με αγαπάει. Ενδεχομένως αυτό το θεωρούσε αδυναμία. Νομίζω όμως ότι ο Νίκος περισσότερη σημασία έδινε στην ουσία των πραγμάτων. Να νιώθεις δηλαδή το αίσθημα του άλλου χωρίς να χρειάζεται να σου πει τι αισθάνεται και πως νιώθει.
Με μάθαινε να είμαι άνδρας από τότε που ήμουν 5,5 ετών. Να αντέχω δηλαδή στις δυσκολίες είτε ήταν συναισθηματικές είτε σωματικές. Πήγα στην Μόσχα μόνος μου. Όταν ήταν να πάω να τον δω ποτέ δεν με περίμενε στο αεροδρόμιο και ποτέ δεν με χαιρέτησε έξω από το σπίτι. Χαιρετιόμασταν πάντα μέσα στο σπίτι. Πρώτη και τελευταία φορά που με χαιρέτησε από το κατώφλι του σπιτιού, δηλαδή έξω από το σπίτι, ήταν την τελευταία φορά που τον είδα ζωντανό. Ήξερε ότι με βλέπει για τελευταία φορά. Πόσο αγαπητός ήμουν γι’ αυτόν το έμαθα αργά- από το ημερολόγιο που κρατούσαν οι γονείς μου κι από τα τελευταία γράμματά του.
*Πότε μάθατε ότι ο πατέρας σας ήταν ο Νίκος Ζαχαριάδης και μάλιστα ότι υπήρξε Γ.Γ. του ΚΚΕ; Κι όταν το μάθατε πως αντιδράσατε; Ο ίδιος τι σας είπε;
Πριν τα 15 μου χρόνια δεν ήξερα ποιος είναι πατέρας μου. Πρώτη φορά μου το είπαν στη Μόσχα η Κατίνα Ζορμπαλά και η Γιάννα Τρικαλινού. Σοκαρίστηκα. Την άλλη μέρα πήγα στο Σουργκούτ να τον δω κι αμέσως τον ρώτησα: «Γιατί δεν μου είπες τίποτα; Γιατί δεν μου είπες ποιος είσαι;». Μου απάντησε: «Ήθελα να το μάθεις πρώτα από τους άλλους. Τώρα μπορούμε να συζητήσουμε».
Τότε μου μίλησε για το 1956 και την 6η Ολομέλεια της ΚΕ που τον καθαίρεσαν από ΓΓ του ΚΚΕ, για την διαγραφή του από το ΚΚΕ το 1957, για την κατηγορία σε βάρος του ότι ήταν ύποπτος για συνεργασία με τον εχθρό κ.λπ. Ακούγοντας τον σοκαρίστηκα δέκα φορές περισσότερο. Κι αυτό γιατί από μικρό παιδί θεωρούσα τον πατέρα μου τον καλύτερο άνθρωπο του κόσμου. Μου ήταν αδιανόητο ότι σ’ αυτόν τον άνθρωπο συνέβησαν τόσο θλιβερά πράγματα, ότι είχαν ειπωθεί σε βάρος του τόσο σκληρές κατηγορίες
*Όταν μάθατε πρώτη φορά ποιος ήταν ο πατέρας σας ακούσατε καλά λόγια ή κατηγορίες σε βάρος του;
Όλοι όσοι μου μίλησαν για τον πατέρα μου, μου είπαν καλά λόγια,. Τα άσχημα που λέγονταν γι’ αυτόν τα διάβασα αργότερα. Για τις κατηγορίες σε βάρος του, όπως σας είπα, μου μίλησε πρώτος εκείνος.
*Οι πολιτικοί πρόσφυγες με τους οποίους συναντιόσασταν τι σας έλεγαν για τον πατέρα σας; Το κατηγορούσαν ή απέφευγαν να μιλήσουν γι’ αυτόν;
Όταν μιλούσαμε τετ- α- τετ όλοι μου έλεγαν καλά λόγια. Στις παρέες όμως είχα προσέξει πως όταν ερχόταν η συζήτηση στον πατέρα μου ορισμένοι έστρεφαν τα μάτια τους αλλού. Αυτό στην αρχή δεν μπορούσα να το εξηγήσω. Αργότερα, όμως, κατάλαβα όταν διάβασα πόση λάσπη έριξαν στον πατέρα μου στις ολομέλειες της ΚΕ του ΚΚΕ το 1956 και 1957. Έστρεφαν τα μάτια αλλού γιατί ντρέπονταν για όσα είχαν πει και όσα είχαν κάνει ή για όσα είχαν αποδεχτεί.
Οι νέοι άνθρωποι τα νιώθουν όλα με υπερβολικό τρόπο. Το ίδιο και το αίσθημα της αδικίας. Όταν έμαθα τι είχαν κάνει στον πιο αγαπητό μου άνθρωπο- δηλαδή στον πατέρα μου- έκανα προσπάθειες να μάθω γι’ αυτόν όσα περισσότερα μπορούσα. Και με εφηβικό μαξιμαλισμό πήρα απόφαση να εξηγήσω στους ανθρώπους ότι δεν έχουν δίκαιο.
Εντελώς διαφορετικά βλέμματα συνάντησα όταν για πρώτη φορά πήγα στην Τασκένδη- 19χρονος φοιτητής. Έμεινα τότε σε μια θαυμάσια οικογένεια- του Αλέκου και της Αργυρώς Ζερβού. Ποτέ στη ζωή μου δεν ήμουν περικυκλωμένος με τόση αγάπη. Κάθε βράδυ μαζεύονταν οι Ζαχαριαδικοί, αυτοί που είχαν μείνει πιστοί στις πολιτικές αντιλήψεις του πατέρα μου και, μάλιστα, είχαν υποστεί διωγμούς από τις σοβιετικές αρχές για την αφοσίωση στον αρχηγό τους. Τους έλεγα πως ζούσε στο Σουργκούτ και άκουγαν διψασμένα κάθε λέξη μου. Πιο διψασμένα, όμως, άκουγα εγώ τις ιστορίες που λέγαν εκείνοι για την ζωή και τη δράση του πατέρα μου. Και πρώτη φορά ένιωσα υπερήφανος που ήμουν Έλληνας.
Θυμάμαι ακόμη τι μου είπε στη Μόσχα ο Μανώλης Σιγανός. Ήταν να πάω να δω τον πατέρα μου στο Σουργκούτ. «Να του πεις ότι τον σκεφτόμαστε και το αγαπάμε. Έχεις για πατέρα τον καλύτερο άνθρωπο του κόσμου», μου είπε ο Σιγανός. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που μου είπε για τον πατέρα μου αυτό που πίστευα κι εγώ γι’ αυτόν.
*Πηγαίνατε συχνά να δείτε τον πατέρα σας όταν ήταν εξόριστος στο Σουργκούτ; Μένατε καιρό εκεί; Πως περνούσατε μαζί του; Τι συνηθίζατε να κάνετε;
Στη Σιβηρία μέναμε μαζί τρεις μήνες κάθε καλοκαίρι και δύο εβδομάδες κάθε χειμώνα. Σχεδόν όλο το καλοκαίρι κόβαμε ξύλα για την σόμπα γιατί εκεί ο χειμώνας κρατάει οκτώ μήνες. Στο Σουργκούτ, επίσης, πηγαίναμε να μαζέψουμε άγρια μανιτάρια. Που και που πηγαίναμε για κυνήγι. Συχνά μου έβαζε να λύνω μαθηματικά και σκακιστικά προβλήματα. Παίζαμε σκάκι, ακούγαμε κλασσική μουσική. Παντού είχε δίσκους του Μπετόβεν, του Μότσαρτ κ.ά.
Σε ένα παλιό μαγνητόφωνο που του είχαν φέρει από την Τασκένδη πρώτη φορά άκουσα ελληνικά τραγούδια, τραγούδια της πατρίδας μου που τότε εμένα μου φαινόταν εντελώς απρόσιτη. Πίστευα ότι δεν θα έρθω ποτέ στην Ελλάδα. Στο Σουργκούτ, συχνά έρχονταν γείτονες στο σπίτι μας και ο πατέρας μου τους βοηθούσε να λύνουν τις διαφορές τους. Τον άκουγαν, ζητούσαν την γνώμη μου και θεωρούσαν ότι αυτό που θα τους πει είναι και το σωστό.
Αποτιμώντας, τώρα, την ζωή με τον πατέρα έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα καλύτερα μου χρόνια ήταν τα πρώτα έξι χρόνια που ζήσαμε μαζί όταν ήταν εξορία στο Μποροβιτσί. Εκεί ήμασταν διαρκώς μαζί κι όπως καταλαβαίνετε δεν είχα την έλλειψή του αλλά την καθημερινή του φροντίδα.
*Ο πατέρας σας, σας έδινε κείμενά του να τα μεταφέρετε παράνομα στους συντρόφους του που συνέχιζαν να τον υποστηρίζουν; Με ποιο τρόπο μεταφέρατε παράνομα αυτό το υλικό; Οι σοβιετικοί σας έκαναν έλεγχο; Σας βρήκαν ποτέ κάτι; Είχατε επιπτώσεις;
Δεν ήθελε να έχω επιπτώσεις και γι’ αυτό με κράτησε μακριά απ’ τον δικό του αγώνα. Μια φορά μόνο μου έδωσε κείμενά του, λίγο πριν πεθάνει. Τα έραψε στα εσώρουχά μου. Μου ‘κάναν έλεγχο πολλές φορές οι σοβιετικοί προφασιζόμενοι διάφορους λόγους. Τότε που είχα τα κείμενα του, μου είπαν πως μοιάζω με έναν εγκληματία. Μου δείξανε φωτογραφία του. Κατά την γνώμη μου δεν του έμοιαζα καθόλου. Καμία σχέση. Με γδύσανε αλλά δεν βρήκαν τίποτα. Φαίνεται πως ο πατέρας μου ήταν καλό ράφτης. Μετά με πήγαν στο αεροδρόμιο με αστυνομικό αυτοκίνητο και μου αγόρασαν καινούργιο εισιτήριο γιατί η πτήση μου είχε αναχωρήσει. Μου ζήτησαν και συγνώμη.
*Θυμάστε πότε είδατε για τελευταία φορά το Νίκο Ζαχαριάδη ζωντανό; Μπορείτε να μας διηγηθείτε αυτή την ημέρα τι έγινε;
Τρεις βδομάδες πριν αυτοκτονήσει ο πατέρας μου ήμουν στο Σουργκούτ. Ήρθε ταξί να με πάρει για να με πάει στο αεροδρόμιο. Ο πατέρας μου ήταν πολύ συγκρατημένος στην επίδειξη αισθημάτων. Αλλά τότε ένιωσα ότι δεν ήθελε να φύγω από το Σουργκούτ. Μπήκα στο ταξί και όταν κοίταξα πίσω τον είδα. Ήταν η πρώτη φορά που βγήκε στο κατώφλι να με χαιρετίσει. Αυτή την εικόνα, ως τώρα, την έχω μπροστά στα μάτια μου. Μου πέρασε από το μυαλό η ιδέα ότι τον βλέπω για τελευταία φορά. Δεν ήξερα τι είχε αποφασίσει να κάνει, αλλά αυτός το ήξερε.
*Έχουν εκδοθεί δύο τόμοι με κείμενα του Ν. Ζαχαριάδη από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ. Να περιμένουμε την έκδοση και άλλου αρχειακού υλικού για τον πατέρα σας;
Θα εκδοθούν όλα τα κείμενά του από την αρχή της πολιτική του δράσης έως το θάνατό του. Θα εκδοθεί επίσης αρκετό άγνωστο αρχειακό υλικό που τον αφορά. Οι εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ και οι επιμελητές της έκδοσης των έργων του πατέρα μου, Γιώργος Πετρόπουλος και Νίκος Χατζηδημητράκος, δουλεύουν γι’ αυτό το σκοπό. Θέλω όμως να πω ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλά πράγματα για τον Νίκο Ζαχαριάδη. Έγινε η πλήρης αποκατάσταση του από το ΚΚΕ. Βγήκαν δύο τόμοι με κείμενα του. Μια σειρά εκπομπές στα κανάλια προσέγγισαν με αντικειμενικό τρόπο την πολιτική του δράση. Επίσης, στις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ βγήκαν δύο βιβλία του λογοτέχνη μας Αλέξη Πάρνη που αφορούν στον πατέρα μου: το μυθιστόρημα «Η οδύσσεια των διδύμων» και οι αναμνήσεις του Αλέξη με τίτλο «Γεια χαρά Νίκος».
Το «Γεια χαρά Νίκος» το μεταφράζω με την γυναίκα μου για να εκδοθεί, αυτή τη χρονιά, στη Ρωσία. Δύσκολο να αποτιμήσω την ηθική υποστήριξη που μου δίνει ο Αλέξης Πάρνης που φέτος κλείνει τα 90 χρόνια του αλλά στην ψυχή του και στο μυαλό είναι πολύ νέος. Εξαιρετική υπηρεσία στην αποκατάσταση του Νίκου πρόσφερε ο δημοσιογράφος και ιστορικός Γιώργος Πετρόπουλος. Αυτός μου ενέπνευσε την βεβαιότητα στην καρδιά μου ότι η υπόθεση του Νίκου Ζαχαριάδη είναι μια δίκαιη υπόθεση κι ότι στο τέλος αυτό το δίκιο θα επικρατήσει.
Πηγή: iskra.gr

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2014

Σήφης Ζαχαριάδης: Ο πατέρας μου Νίκος Ζαχαριάδης.

 



alt






ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΣΗΦΗ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ ΣΤΟΝ ΠΕΡΙΚΛΗ ΚΑΠΕΤΑΝΟΠΟΥΛΟ 
Ο Νίκος Ζαχαριάδης υπήρξε για 25 χρόνια (1931- 1956) Γ.Γ. της ΚΕ του ΚΚΕ. Ήταν στο τιμόνι του κόμματος του για μια περίοδο (μεσοπόλεμος- κατοχή- εμφύλιος- πρώτη μετεμφυλιακή περίοδος) που είναι κοινώς παραδεκτό ότι σφράγισε την ιστορία του ΚΚΕ και όλης της ελληνικής Αριστεράς. Ποτέ άλλοτε το ΚΚΕ και ευρύτερα η Αριστερά δεν διαδραμάτισαν τέτοιο ρόλο στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Αν και την κατοχή, ο Ζαχαριάδης την πέρασε μακριά από τη χώρα,καθώς ήταν έγκλειστος στο ναζιστικό στρατόπεδο Νταχάου, η πολιτική του ήταν παρούσα στην Ελλάδα λόγω του περίφημου γράμματός στον ελληνοϊταλικό πόλεμο που αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης του ΚΚΕ για να δημιουργηθεί το ΕΑΜ.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης λατρεύτηκε και μισήθηκε όσο κανείς άλλος στο κόμμα του ενώ θεωρείται η μεγαλύτερη ηγετική φυσιογνωμία που γέννησε ποτέ ο ελληνικός αριστερός χώρος. Η τελευταία περίοδο της ζωής του ήταν και η πιο τραγική καθώς καθαιρέθηκε, διαγράφηκε και κατηγορήθηκε ως ύποπτος από το ίδιο του το κόμμα. Κατόπιν, εξορίστηκε από τους σοβιετικούς, αρχικά στο Μποροβιτσί (σχετικά κοντά στη Μόσχα) και στη συνέχεια στο Σουργκούτ της Σιβηρίας. Εκεί τερμάτισε ο ίδιος την ζωή του, την 1η Αυγούστου του 1973, καθώς οι Σοβιετικές αρχές δεν ικανοποίησαν τα αιτήματά του: να του αναγνωρίσουν ότι ζούσε στην ΕΣΣΔ ως πολιτικός πρόσφυγας, να του εκδώσουν διαβατήριο και να του επιτρέψουν την ελεύθερη μετακίνηση εντός κι εκτός ΕΣΣΔ. Αξίζει δε, να σημειωθεί ότι αποκαταστάθηκε πλήρως από το ΚΚΕ το Καλοκαίρι του 2011.
Ο Σήφης Ζαχαριάδης, γιος του Νίκου Ζαχαριάδη, από τον δεύτερο γάμο του με την Ρούλα Κουκούλου, σε μια συνέντευξη- Ντοκουμέντο, μιλά για πρώτη φορά από καρδιάς και αναλυτικά για τον πατέρα του, παρουσιάζοντας τον άνθρωπο Ζαχαριάδη, όπως τον έζησε εκείνος.
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΚΑΠΕΤΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ολόκληρη η συνέντευξη έχει ως εξής:
*Ποιες είναι οι πρώτες αναμνήσεις που έχετε από τον πατέρα σας; Πως τον θυμάστε στα πρώτα βήματα της ζωής σας;
Έχω πολλές αναμνήσεις από τον πατέρα μου αλλά εκείνες που μου έχουν μείνει περισσότερο είναι αυτές που με σφράγισαν. Όταν τις φέρνω στο μυαλό μου είναι σα να τον έχω δίπλα μου. Όταν έκανα τα πρώτα βήματα σαν παιδί- μωρό δηλαδή-, μου είπαν ότι με κράτησε από το πίσω μέρος του γιακά για να σταθώ όρθιος, να μην φοβηθώ και να περπατήσω. Εγώ έχω την αίσθηση ότι αυτό το θυμάμαι σαν πρώτη ανάμνηση. Μάλλον είναι περισσότερο το αίσθημα της υποστήριξή του. Μέχρι τώρα νιώθω αυτή του την υποστήριξή. Τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής μου τα ζήσαμε στη Ρουμανία. Πώς τα ζήσαμε, το έμαθα από την μητέρα μου, από το ημερολόγιο που κρατούσε, το οποίο- όταν εκείνη έφυγε για παράνομη δουλειά του κόμματος στην Ελλάδα- συνέχισε να το γράφει ο πατέρας μου για να το διαβάσει η Ρούλα όταν θα γύριζε πίσω.
Θυμάμαι καλά την πρώτη φορά, όταν έμεινα για λίγο καιρό χωρίς τον πατέρα μου. Έμεινα μόνος μου με συντροφιά μιας γυναίκας για 3-4 ημέρες. Ήταν τόσες λίγες ημέρες αλλά μου φάνηκε ότι πέρασε χρόνος. Όπως μαθεύτηκε αργότερα, εκείνος πήγε στο Μποροβιτσί, στον τόπο της πρώτης εξορίας του στην Σοβιετική Ένωση, να κάνει ετοιμασίες ώστε να πάμε να ζήσουμε εκεί. Θυμάμαι ακόμη όταν έμαθα για πρώτη φορά ποδήλατο. Με κράτησε πάλι από τον γιακά για να αποκτήσω ισορροπία. Όπως είχε κάνει και τότε που ήταν να περπατήσω. Αργότερα, όταν είχα αποκτήσει κάποια ισορροπία στο ποδήλατο μου έβαζε ψωμί στο γιακά για να νομίζω ότι με κρατάει. Έτσι ένιωθα τη σιγουριά της στήριξής του. Πήρα θάρρος κι έμαθα ποδήλατο.
*Όταν η μητέρα σας ήρθε παράνομα στην Ελλάδα εσείς μείνατε με τον πατέρα σας έως το 1962 που τον εξόρισαν στη Σιβηρία. Δηλαδή ο Νίκος Ζαχαριάδης γι’ αυτό το διάστημα ήταν και πατέρας και μητέρα μαζί. Πως ήταν σ’ αυτό το ρόλο; Πως σας φρόντιζε, τι σας μάθαινε; Ήταν αυστηρός μαζί σας;
Η ζωή μου ήταν εύκολη μαζί του. Ήμουν σίγουρος- όπως όλα τα παιδιά, πιστεύω, που έχουν ισχυρή σχέση με τον γονιό του- ότι ο πατέρας μου τα ξέρει όλα και μπορεί να τα κάνει όλα. Αυτό που ήθελα περισσότερο ήταν να μην τον πικραίνω. Η χειρότερη τιμωρία για μένα ήταν το βλέμμα του πάνω μου όταν έδειχνε πως δεν είναι ευχαριστημένος. Να με κοιτάει δηλαδή δυσαρεστημένος για κάτι που έκανα. Μια φορά έκανα ένα λάθος που τον πείραξε και δεν μου μίλησε ολόκληρο το βράδυ. Μέχρι τώρα, είναι το χειρότερο βράδυ που πέρασα στη ζωή μου. Έκανε ότι μπορούσε για να μην νιώσω την έλλειψη της μητρικής ζεστασιάς.
Τα γράμματα της μητέρας μου, μου τα διάβαζε μεταφράζοντάς τα στα ρωσικά- γιατί εγώ είχα ξεχάσει τα ελληνικά- και τα δικά μου γράμματα τα έγραφε αυτός, με ελληνικά καλλιγραφικά, για να μην καταλάβει η μητέρα μου ότι ξέχασα τα ελληνικά. Μετά με έβαζε και ζωγράφιζα πάνω στα γράμματα ζωγραφιές για την μητέρα μου.
Μου έμαθε να είμαι σεμνός, τίμιος, να μην λέω ψέματα, να μην παινεύομαι. Θυμάμαι, όταν ρωτούσαν οι δάσκαλοι στο σχολείο, πόσο δύσκολο ήταν να μην σηκώνω το χέρι για να δείξω ότι ξέρω. Δεν ήθελε να σηκώνω το χέρι γιατί δεν ήθελε να ξεχωρίσω ανταγωνιστικά από τους άλλους συμμαθητές μου. Γι’ αυτόν έπρεπε πάντα να είμαι διαβασμένος, όταν με ρωτούσαν οι δάσκαλοι να απαντάω έχοντας καλή γνώση του μαθήματος αλλά ποτέ να μην ανταγωνίζομαι τους συμμαθητές μου.
Ήταν και πατέρας και μητέρα και δάσκαλος και φίλος. Είναι και τώρα. Είμαι 63 χρονών και σε δύσκολες στιγμές κοιτάω την φωτογραφία του και ζητάω συμβουλές. Όταν κάνω κάτι που δεν είναι σωστό μου φαίνεται ότι και τώρα βλέπω το μη ευχαριστημένο βλέμμα του στη φωτογραφία. Ένιωθα την αγάπη του αλλά ποτέ δεν με χάιδευε. Ποτέ δεν μου είπε ότι με αγαπάει. Ενδεχομένως αυτό το θεωρούσε αδυναμία. Νομίζω όμως ότι ο Νίκος περισσότερη σημασία έδινε στην ουσία των πραγμάτων. Να νιώθεις δηλαδή το αίσθημα του άλλου χωρίς να χρειάζεται να σου πει τι αισθάνεται και πως νιώθει.
Με μάθαινε να είμαι άνδρας από τότε που ήμουν 5,5 ετών. Να αντέχω δηλαδή στις δυσκολίες είτε ήταν συναισθηματικές είτε σωματικές. Πήγα στην Μόσχα μόνος μου. Όταν ήταν να πάω να τον δω ποτέ δεν με περίμενε στο αεροδρόμιο και ποτέ δεν με χαιρέτησε έξω από το σπίτι. Χαιρετιόμασταν πάντα μέσα στο σπίτι. Πρώτη και τελευταία φορά που με χαιρέτησε από το κατώφλι του σπιτιού, δηλαδή έξω από το σπίτι, ήταν την τελευταία φορά που τον είδα ζωντανό. Ήξερε ότι με βλέπει για τελευταία φορά. Πόσο αγαπητός ήμουν γι’ αυτόν το έμαθα αργά- από το ημερολόγιο που κρατούσαν οι γονείς μου κι από τα τελευταία γράμματά του.
*Πότε μάθατε ότι ο πατέρας σας ήταν ο Νίκος Ζαχαριάδης και μάλιστα ότι υπήρξε Γ.Γ. του ΚΚΕ; Κι όταν το μάθατε πως αντιδράσατε; Ο ίδιος τι σας είπε;
Πριν τα 15 μου χρόνια δεν ήξερα ποιος είναι πατέρας μου. Πρώτη φορά μου το είπαν στη Μόσχα η Κατίνα Ζορμπαλά και η Γιάννα Τρικαλινού. Σοκαρίστηκα. Την άλλη μέρα πήγα στο Σουργκούτ να τον δω κι αμέσως τον ρώτησα: «Γιατί δεν μου είπες τίποτα; Γιατί δεν μου είπες ποιος είσαι;». Μου απάντησε: «Ήθελα να το μάθεις πρώτα από τους άλλους. Τώρα μπορούμε να συζητήσουμε».
Τότε μου μίλησε για το 1956 και την 6η Ολομέλεια της ΚΕ που τον καθαίρεσαν από ΓΓ του ΚΚΕ, για την διαγραφή του από το ΚΚΕ το 1957, για την κατηγορία σε βάρος του ότι ήταν ύποπτος για συνεργασία με τον εχθρό κ.λπ. Ακούγοντας τον σοκαρίστηκα δέκα φορές περισσότερο. Κι αυτό γιατί από μικρό παιδί θεωρούσα τον πατέρα μου τον καλύτερο άνθρωπο του κόσμου. Μου ήταν αδιανόητο ότι σ’ αυτόν τον άνθρωπο συνέβησαν τόσο θλιβερά πράγματα, ότι είχαν ειπωθεί σε βάρος του τόσο σκληρές κατηγορίες
*Όταν μάθατε πρώτη φορά ποιος ήταν ο πατέρας σας ακούσατε καλά λόγια ή κατηγορίες σε βάρος του;
Όλοι όσοι μου μίλησαν για τον πατέρα μου, μου είπαν καλά λόγια,. Τα άσχημα που λέγονταν γι’ αυτόν τα διάβασα αργότερα. Για τις κατηγορίες σε βάρος του, όπως σας είπα, μου μίλησε πρώτος εκείνος.
*Οι πολιτικοί πρόσφυγες με τους οποίους συναντιόσασταν τι σας έλεγαν για τον πατέρα σας; Το κατηγορούσαν ή απέφευγαν να μιλήσουν γι’ αυτόν;
Όταν μιλούσαμε τετ- α- τετ όλοι μου έλεγαν καλά λόγια. Στις παρέες όμως είχα προσέξει πως όταν ερχόταν η συζήτηση στον πατέρα μου ορισμένοι έστρεφαν τα μάτια τους αλλού. Αυτό στην αρχή δεν μπορούσα να το εξηγήσω. Αργότερα, όμως, κατάλαβα όταν διάβασα πόση λάσπη έριξαν στον πατέρα μου στις ολομέλειες της ΚΕ του ΚΚΕ το 1956 και 1957. Έστρεφαν τα μάτια αλλού γιατί ντρέπονταν για όσα είχαν πει και όσα είχαν κάνει ή για όσα είχαν αποδεχτεί.
Οι νέοι άνθρωποι τα νιώθουν όλα με υπερβολικό τρόπο. Το ίδιο και το αίσθημα της αδικίας. Όταν έμαθα τι είχαν κάνει στον πιο αγαπητό μου άνθρωπο- δηλαδή στον πατέρα μου- έκανα προσπάθειες να μάθω γι’ αυτόν όσα περισσότερα μπορούσα. Και με εφηβικό μαξιμαλισμό πήρα απόφαση να εξηγήσω στους ανθρώπους ότι δεν έχουν δίκαιο.
Εντελώς διαφορετικά βλέμματα συνάντησα όταν για πρώτη φορά πήγα στην Τασκένδη- 19χρονος φοιτητής. Έμεινα τότε σε μια θαυμάσια οικογένεια- του Αλέκου και της Αργυρώς Ζερβού. Ποτέ στη ζωή μου δεν ήμουν περικυκλωμένος με τόση αγάπη. Κάθε βράδυ μαζεύονταν οι Ζαχαριαδικοί, αυτοί που είχαν μείνει πιστοί στις πολιτικές αντιλήψεις του πατέρα μου και, μάλιστα, είχαν υποστεί διωγμούς από τις σοβιετικές αρχές για την αφοσίωση στον αρχηγό τους. Τους έλεγα πως ζούσε στο Σουργκούτ και άκουγαν διψασμένα κάθε λέξη μου. Πιο διψασμένα, όμως, άκουγα εγώ τις ιστορίες που λέγαν εκείνοι για την ζωή και τη δράση του πατέρα μου. Και πρώτη φορά ένιωσα υπερήφανος που ήμουν Έλληνας.
Θυμάμαι ακόμη τι μου είπε στη Μόσχα ο Μανώλης Σιγανός. Ήταν να πάω να δω τον πατέρα μου στο Σουργκούτ. «Να του πεις ότι τον σκεφτόμαστε και το αγαπάμε. Έχεις για πατέρα τον καλύτερο άνθρωπο του κόσμου», μου είπε ο Σιγανός. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που μου είπε για τον πατέρα μου αυτό που πίστευα κι εγώ γι’ αυτόν.
*Πηγαίνατε συχνά να δείτε τον πατέρα σας όταν ήταν εξόριστος στο Σουργκούτ; Μένατε καιρό εκεί; Πως περνούσατε μαζί του; Τι συνηθίζατε να κάνετε;
Στη Σιβηρία μέναμε μαζί τρεις μήνες κάθε καλοκαίρι και δύο εβδομάδες κάθε χειμώνα. Σχεδόν όλο το καλοκαίρι κόβαμε ξύλα για την σόμπα γιατί εκεί ο χειμώνας κρατάει οκτώ μήνες. Στο Σουργκούτ, επίσης, πηγαίναμε να μαζέψουμε άγρια μανιτάρια. Που και που πηγαίναμε για κυνήγι. Συχνά μου έβαζε να λύνω μαθηματικά και σκακιστικά προβλήματα. Παίζαμε σκάκι, ακούγαμε κλασσική μουσική. Παντού είχε δίσκους του Μπετόβεν, του Μότσαρτ κ.ά.
Σε ένα παλιό μαγνητόφωνο που του είχαν φέρει από την Τασκένδη πρώτη φορά άκουσα ελληνικά τραγούδια, τραγούδια της πατρίδας μου που τότε εμένα μου φαινόταν εντελώς απρόσιτη. Πίστευα ότι δεν θα έρθω ποτέ στην Ελλάδα. Στο Σουργκούτ, συχνά έρχονταν γείτονες στο σπίτι μας και ο πατέρας μου τους βοηθούσε να λύνουν τις διαφορές τους. Τον άκουγαν, ζητούσαν την γνώμη μου και θεωρούσαν ότι αυτό που θα τους πει είναι και το σωστό.
Αποτιμώντας, τώρα, την ζωή με τον πατέρα έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα καλύτερα μου χρόνια ήταν τα πρώτα έξι χρόνια που ζήσαμε μαζί όταν ήταν εξορία στο Μποροβιτσί. Εκεί ήμασταν διαρκώς μαζί κι όπως καταλαβαίνετε δεν είχα την έλλειψή του αλλά την καθημερινή του φροντίδα.
*Ο πατέρας σας, σας έδινε κείμενά του να τα μεταφέρετε παράνομα στους συντρόφους του που συνέχιζαν να τον υποστηρίζουν; Με ποιο τρόπο μεταφέρατε παράνομα αυτό το υλικό; Οι σοβιετικοί σας έκαναν έλεγχο; Σας βρήκαν ποτέ κάτι; Είχατε επιπτώσεις;
Δεν ήθελε να έχω επιπτώσεις και γι’ αυτό με κράτησε μακριά απ’ τον δικό του αγώνα. Μια φορά μόνο μου έδωσε κείμενά του, λίγο πριν πεθάνει. Τα έραψε στα εσώρουχά μου. Μου ‘κάναν έλεγχο πολλές φορές οι σοβιετικοί προφασιζόμενοι διάφορους λόγους. Τότε που είχα τα κείμενα του, μου είπαν πως μοιάζω με έναν εγκληματία. Μου δείξανε φωτογραφία του. Κατά την γνώμη μου δεν του έμοιαζα καθόλου. Καμία σχέση. Με γδύσανε αλλά δεν βρήκαν τίποτα. Φαίνεται πως ο πατέρας μου ήταν καλό ράφτης. Μετά με πήγαν στο αεροδρόμιο με αστυνομικό αυτοκίνητο και μου αγόρασαν καινούργιο εισιτήριο γιατί η πτήση μου είχε αναχωρήσει. Μου ζήτησαν και συγνώμη.
*Θυμάστε πότε είδατε για τελευταία φορά το Νίκο Ζαχαριάδη ζωντανό; Μπορείτε να μας διηγηθείτε αυτή την ημέρα τι έγινε;
Τρεις βδομάδες πριν αυτοκτονήσει ο πατέρας μου ήμουν στο Σουργκούτ. Ήρθε ταξί να με πάρει για να με πάει στο αεροδρόμιο. Ο πατέρας μου ήταν πολύ συγκρατημένος στην επίδειξη αισθημάτων. Αλλά τότε ένιωσα ότι δεν ήθελε να φύγω από το Σουργκούτ. Μπήκα στο ταξί και όταν κοίταξα πίσω τον είδα. Ήταν η πρώτη φορά που βγήκε στο κατώφλι να με χαιρετίσει. Αυτή την εικόνα, ως τώρα, την έχω μπροστά στα μάτια μου. Μου πέρασε από το μυαλό η ιδέα ότι τον βλέπω για τελευταία φορά. Δεν ήξερα τι είχε αποφασίσει να κάνει, αλλά αυτός το ήξερε.
*Έχουν εκδοθεί δύο τόμοι με κείμενα του Ν. Ζαχαριάδη από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ. Να περιμένουμε την έκδοση και άλλου αρχειακού υλικού για τον πατέρα σας;
Θα εκδοθούν όλα τα κείμενά του από την αρχή της πολιτική του δράσης έως το θάνατό του. Θα εκδοθεί επίσης αρκετό άγνωστο αρχειακό υλικό που τον αφορά. Οι εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ και οι επιμελητές της έκδοσης των έργων του πατέρα μου, Γιώργος Πετρόπουλος και Νίκος Χατζηδημητράκος, δουλεύουν γι’ αυτό το σκοπό. Θέλω όμως να πω ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλά πράγματα για τον Νίκο Ζαχαριάδη. Έγινε η πλήρης αποκατάσταση του από το ΚΚΕ. Βγήκαν δύο τόμοι με κείμενα του. Μια σειρά εκπομπές στα κανάλια προσέγγισαν με αντικειμενικό τρόπο την πολιτική του δράση. Επίσης, στις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ βγήκαν δύο βιβλία του λογοτέχνη μας Αλέξη Πάρνη που αφορούν στον πατέρα μου: το μυθιστόρημα «Η οδύσσεια των διδύμων» και οι αναμνήσεις του Αλέξη με τίτλο «Γεια χαρά Νίκος». Το «Γεια χαρά Νίκος» το μεταφράζω με την γυναίκα μου για να εκδοθεί, αυτή τη χρονιά, στη Ρωσία. Δύσκολο να αποτιμήσω την ηθική υποστήριξη που μου δίνει ο Αλέξης Πάρνης που φέτος κλείνει τα 90 χρόνια του αλλά στην ψυχή του και στο μυαλό είναι πολύ νέος. Εξαιρετική υπηρεσία στην αποκατάσταση του Νίκου πρόσφερε ο δημοσιογράφος και ιστορικός Γιώργος Πετρόπουλος. Αυτός μου ενέπνευσε την βεβαιότητα στην καρδιά μου ότι η υπόθεση του Νίκου Ζαχαριάδη είναι μια δίκαιη υπόθεση κι ότι στο τέλος αυτό το δίκιο θα επικρατήσει.